ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ
ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ - ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟ
ΑΝΔΡΕΙΑ, ΗΘΟΣ - ΗΡΩΑΣ ΚΙ ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Παλληκαρίδης Ευαγόρας. Γεννήθηκε στο χωριό Τσάδα, της επαρχίας Πάφου, στις 27 Φεβρουαρίου 1938. Απαγχονίστηκε ξημερώματα της 14ης Μαρτίου 1957, στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας. Γονείς : Μιλτιάδης Παλληκαρίδης και Αφροδίτη Παπαδανιήλ Αδέλφια : Ελευθέριος, Ανδρέας, Γεωργία, Μαρούλα
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Τσάδας και στη Νεοφύτειο Αστική Σχολή Κτήματος. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου. Παιδί πολύ προικισμένο, μας άφησε ένα πλούσιο πνευματικό έργο. Η δράση του για απελευθέρωση της Κύπρου άρχισε τον Ιούνιο του 1953 κατά τους εορτασμούς για τη στέψη της Βασίλισσας Ελισάβετ. Κατέβασε από τα προπύλαια του σταδίου της πόλης την αγγλική σημαία και πρωτοστάτησε στην οργάνωση μεγάλης διαδήλωσης, με αποτέλεσμα την
ματαίωση των εορτασμών.
ματαίωση των εορτασμών.
Όταν οι συλληφθέντες σχετικά με το πλοιάριο Άγιος Γεώργιος μεταφέρονταν στο δικαστήριο, ο Ευαγόρας με είκοσι φίλους του όρμησαν εναντίον των αστυνομικών, για να τους αποσπάσουν από τα χέρια τους. Στις 22 Ιουνίου 1955 ηγήθηκε της ομάδας επίθεσης εναντίον του δικαστηρίου Πάφου και στη συνέχεια εναντίον του Άγγλου Διοικητή Κρην Μπέη.
Τον Αύγουστο του 1955, σε εκδρομή του στην Ελλάδα, του δόθηκε η ευκαιρία να ενημερωθεί για τη χρήση όπλου και κατόρθωσε να φέρει μαζί του ένα περίστροφο. Το Νοέμβριο του 1955, σε μαθητική διαδήλωση, κτύπησε Άγγλους στρατιώτες ελευθερώνοντας από τα χέρια τους συμμαθητή του. Συνελήφθη και διατάχθηκε να παρουσιαστεί σε δίκη στις 6 Δεκεμβρίου. Για να αποφύγει την καταδίκη κατέφυγε στη μονή Αγίου Νεοφύτου την προηγούμενη της δίκης και ενώθηκε με την ανταρτική ομάδα της περιοχής στην τοποθεσία Άππης, μεταξύ Κισσόνεργας - Τάλας. Μετά τα γεγονότα αυτά επικηρύχθηκε με το ποσό των 5.000 λιρών. Το Μάρτη του 1956 προωθήθηκε σε κρησφύγετο στο δάσος κοντά στο χωριό Λυσός προς την περιοχή Άγιος Γεώργιος. Πήρε μέρος σε πολλές επιθέσεις και δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων στην περιοχή αυτή.
Το βράδυ της 18ης Δεκεμβρίου 1956, σε μια μετακίνηση της ομάδας του από την περιοχή του Σταυρού της Ψώκας προς την περιοχή της Λυσού, βρέθηκε αντιμέτωπος με αγγλική περίπολο που εκινείτο με σβησμένες τις μηχανές των οχημάτων, στο δρόμο μεταξύ Λυσού και Σταυρού της Ψώκας κοντά στη Λυσό, στην περιοχή Κόπες, και συνελήφθη κρατώντας όπλο τύπου μπρεν, το οποίο βρισκόταν σε συντήρηση μέσα σε γράσο. Καταδικάστηκε για τούτο σε θάνατο.
Στο δικαστή που του ανακοίνωσε την καταδίκη του, είπε : " Ξέρω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος που αγωνίζεται για την Ελευθερία του ".
Είναι ο τελευταίος που ανέβηκε στο ικρίωμα της αγχόνης.
Άγνωστες πτυχές της ζωής του Ευαγόρα
ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ
Ο έφηβος της Τσάδας, ο ήρωας ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης έχει παραμείνει πρότυπο νεαρού αγωνιστή που πολεμά ευσυνείδητα για τη λευτεριά της πατρίδας του. Η ζωή του, μαθητική και αντάρτικη, ήταν υποδειγματική. Όσοι τον γνώρισαν, είτε στα θρανία, είτε στο βουνό, μόνο καλά λόγια έχουν να πουν γι' αυτόν, για την ευφυΐα του, την τόλμη του, την ανθρωπιά του και την ποιητική του φλέβα.
Ένας από αυτούς που έζησαν τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη στο βουνό ήταν ο τομεάρχης του Σάββας Παπαευσταθίου. Με το λαμπρό αγωνιστή, που είχε καταταγεί στην ΕΟΚΑ το Μάιο του 1955 από τον αείμνηστο σύντροφό του Αυξεντίου Φειδία Συμεωνίδη και ορκίστηκε από το φλογερό Παπασταύρο, είχα πρόσφατα μια συνομιλία, για τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ, τη δική του προσφορά και άγνωστες πτυχές της ζωής του Ευαγόρα Παλληκαρίδη στο βουνό.
Ο Σάββας Παπαευσταθίου αποφεύγει την προβολή. Παρά την εμμονή μου να μιλήσουμε για την πλούσια προσφορά του, περιορίστηκε να μου πει ότι εργάστηκε σε διάφορες ομάδες της Λευκωσίας, σε όλους τους τομείς. Τον Ιανουάριο του 1956 καταζητήθηκε από τους Βρετανούς και ο Αρχηγός Διγενής τον έστειλε στην Πάφο, μια επαρχία που δεν ήξερε καθόλου και εντάχθηκε στο αντάρτικο. Ανέβηκε όλα τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας της ΕΟΚΑ και τα μέσα του 1957 ανέλαβε ως τομεάρχης του διαμερίσματος Πόλεως Χρυσοχούς, του μεγαλύτερου σε έκταση και χωριά, τομέα.
Σ' ερώτησή μου πώς γνώρισε τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, απάντησε:
«Γνώρισα τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη όταν έφθασε στο κρησφύγετό μας, στη τοποθεσία Προφερτζιή -κοντά στη Λυσό- σύνορα του δάσους προς το Σταυρό της Ψώκας. Κοιμήθηκε μαζί μας το βράδυ και πρωί πρωί ξύπνησε πρώτος και βγήκε έξω και άρχισε να γυμνάζεται συνεχώς. Ο Βαγορής, όπως τον αποκαλούσαμε, είχε ένα αθλητικό κορμί λίγο μελαμψό χρώμα -γι' αυτό και του δώσαμε το ψευδώνυμο «Νάσσερ».
Σύντομα γίναμε φίλοι, αλλά κατάλαβα ότι προτιμούσε να μένει και μόνος του. Καθόταν και κοιτούσε μ' ένα απαθές βλέμμα τα γύρω βουνά και τα χωριά. Πρόθυμος για όλες τις δουλειές εκτός από το μαγείρεμα. Όταν ήλθε η σειρά του να μαγειρέψει το φαγητό της ημέρας που ήταν κουκκιά, μου ζήτησε και του εξήγησα τι έπρεπε να κάνει. Όταν ήλθε η ώρα του φαγητού, μείναμε όλοι άφωνοι. Τα κουκκιά είχαν ένα σκούρο χρώμα και μυρωδιά καφέ. Του βάλαμε τις φωνές και τότε έριξε το φταίξιμο σ' εμένα ότι του είπα να βάλει στα κουκκιά όταν ψηθούν και Nescafe. Έκτοτε δεν ξαναμαγείρεψε.
- Όταν λες «προτιμούσε να μένει μόνος του» τι εννοείς; Ήταν κλειστός χαρακτήρας;
- Ξαφνικά είδα ότι χανόταν από το κρησφύγετο για ώρες κανένας δεν ήξερε πού ήταν. Αυτό συνέβαινε κάθε μέρα όταν δεν είχαμε κάποια εργασία στο κρησφύγετο.
Κάτω από τα πεύκα
Μια μέρα αποφάσισα και έψαξα να τον βρω. Τον βρήκα να κάθεται κάτω από ένα πεύκο να γράφει κάτι σ' ένα δευτεράκι -μικρό τετράδιο. «Ρε Βαγορή, τι γράφεις;», τον ρώτησα. «Τίποτα», μου απάντησε. Τον πίεσα να μου δείξει τι γράφει και είδα ότι έγραφε ποιήματα και μου είπε: «Διάβασε, αλλά σε παρακαλώ μην πεις στα κοπέλια ότι γράφω ποιήματα γιατί θα με κοροϊδεύουν -αντάρτης και ποιητής- ίσως δεν γίνεται. Κράτησα την υπόσχεσή μου. Μου πρότεινε ν' ασχοληθώ κι εγώ με την ποίηση. Έγραψα μετά κι εγώ, αλλά δεν είχα τέτοιο ταλέντο.
Πλούσια δράση
Για τη δράση του Παλληκαρίδη στο αντάρτικο θυμάται ο τομεάρχης του:
«Ο Βαγορής έλαβε μέρος σ' όλες τις ενέδρες που έγιναν στον τομέα. Πάντοτε πρόθυμος και ένιωθες ασφάλεια όταν ήσουν δίπλα του, για ό,τι και να συνέβαινε θα ήταν άξιος να πεθάνει για το σύντροφό του.
Πρόσεξα ότι στο λαιμό είχε ένα φυλακτό. Τον ρώτησα τι είναι και απέφυγε να μου απαντήσει. Είναι το φυλακτό μου, αυτό με προστατεύει και ουδέποτε το αποχωρίζομαι.
Όταν το κρησφύγετο στη Λυσό έγινε κάπως επικίνδυνο, φύγαμε βαθιά μέσα στο δάσος προς το Σταυρό της Ψώκας, στα απάτητα βουνά όπου τίποτα ζωή δεν υπήρχε εκτός από αγρινά και πουλιά, που μας πλησίαζαν και μας κοιτούσαν παράξενα, σαν να ήμασταν εξωγήινοι. Εδώ νιώθαμε βασιλιάδες, γιατί δεν είχαμε το φόβο ότι οι Άγγλοι θα μας περικυκλώσουν. Η ζωή ήταν πιο δύσκολη αλλά πιο ωραία...».
Η σύλληψη του Ευαγόρα
Για τη νύκτα εκείνη της σύλληψης του Βαγορή, ο Σάββας Παπαευσταθίου θυμάται:
Ένα απόγευμα ο Βαγορής μ' έναν ακόμη αντάρτη, το Βαγγέλη Χριστοφή, έπρεπε να μεταβούν από το κρησφύγετο να πάνε στη Λυσό, να μεταφέρουν πολεμοφόδια που κρύψαμε έξω από το χωριό και τρόφιμα. Στη Λυσό συνάντησαν την ομάδα του χωριού, φόρτωσαν ένα γαϊδούρι με τρόφιμα, πήραν το οπλοπολυβόλο και τις σφαίρες από την κρύπτη και ξεκίνησαν μαζί με έναν ακόμη από την ομάδα του χωριού του Κοκή, Γεώργιο Χρίστου που γνώριζε την περιοχή, για να φθάσουν στο κρησφύγετο.
Ήταν μια νύχτα με φεγγάρι, αέρα και κρύο. Θα περπατούσαν μια διαδρομή σ' ένα χωματόδρομο που οδηγούσε στο Σταυρό της Ψώκας και Άργακα. Σ' ένα σημείο θα άφηναν το δρόμο και θα έπαιρναν το μονοπάτι που θα ήταν μια ασφαλισμένη διαδρομή.
Προπορευόταν ο Βαγγέλης, ακολουθούσε ο Βαγορής και τελευταίος ο Κοκής με το γαϊδούρι και τα τρόφιμα. Το οπλοπολυβόλο ήταν γρασαρισμένο και δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Μαζί με το οπλοπολυβόλο, ο Βαγορής κουβαλούσε στον ώμο και βούρκα βοσκού, γεμάτη σφαίρες, γύρω στα 20 κιλά. Τρία αυτοκίνητα Άγγλων ξεκίνησαν από το στρατόπεδο Λίμνης, πέρασαν από την Αργάκα με προορισμό τη Λυσό. Όταν πλησίασαν προς το χωριό, έσβησαν τα μεγάλα φώτα και προχωρούσαν σιγά-σιγά. Σε μια απότομη στροφή συναντήθηκαν με την ομάδα. Ο Βαγγέλης κατόρθωσε και έφυγε προς τα κάτω στους θάμνους. Το ίδιο και ο Κοκής. Ο Βαγαρής, φορτωμένος με το οπλοπολυβόλο και πυρομαχικά δεν πρόλαβε ν' αντιδράσει και οι Άγγλοι τον συνέλαβαν.
Τα βασανιστήρια
Είναι γνωστά τα βασανιστήρια που του έγιναν, αλλά ο Βαγορής δεν λύγισε, δεν μίλησε... Και ήξερε πολλά.
Δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο -και παρά τις αντιδράσεις και παρεμβάσεις τόσο από την Κύπρο όσο και από το εξωτερικό η ποινή του δεν μετριάστηκε. Δυστυχώς τίποτα δεν συγκίνησε τους Άγγλους. Περήφανα βάδισε στην αγχόνη και έγραψε τη δική του ιστορία. Κατετάγη στη λίστα των αθανάτων, στο πάνθεο των αθανάτων. Πήρε την ανηφοριά και τα μονοπάτια, βγήκε τα σκαλοπάτια, που παν' στη λευτεριά, όπως ακριβώς είχε τραγουδήσει...».
Τα ποιήματά του καθόρισαν την πορεία της ζωής του
Για τα ποιήματα του Ευαγόρα, που τα χαρακτηρίζει προφητικά, ιστορία της ζωής του και εθνικές διαθήκες που θα μείνουν σύμβολα της νέας γενιάς των Ελλήνων της Κύπρου, ο Σάββας Παπαευσταθίου τονίζει:
«Ένα πρόβλημα, όμως, βασανιστικό παραμένει για εμένα που διάβαζα τα ποιήματά του. Ένα αίνιγμα που μέχρι σήμερα με προβληματίζει. Πώς αυτός ο άνθρωπος έγραψε αυτά τα ποιήματα, τα οποία στο τέλος καθόρισαν την ιστορία της ζωής του; Τα περισσότερα ποιήματά του, τα λόγια του, είναι όλη η διαδρομή της ζωής του μέχρι το μαρτυρικό θάνατό του. Γιατί; Πώς ο Βαγορής προαισθάνθηκε όλα αυτά; Είναι δυνατόν; Εγώ που τον γνώρισα από τόσο κοντά, δεν μπόρεσα να δώσω εξήγηση.
Τα περισσότερα ποιήματά του τα έγραψε στα βουνά, στα κρησφύγετα και ειδικά αυτά που έπρεπε να χαράξουν την ιστορία του. Ποιήματα με σύμβολα ή με προφητείες. Ποιήματα με ιστορικές διαθήκες που θα μείνουν για να γίνουν σύμβολα της νέας γενιάς μας.
Όταν συνελήφθη, ο μόνος που γνώριζε την κρυψώνα που φύλαγε τα ποιήματά του ήμουν εγώ. Νιώθω τυχερός και περήφανος που έζησα για να μπορέσουν και αυτά τα ιστορικά ποιήματα να σωθούν και να γίνουν η εθνική σημαία κάθε Κύπριου νέου...».
Ευτυχώς, αλήθεια, που ο Θεός βοήθησε το Σάββα Παπαευσταθίου, τον τομεάρχη του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, να διασώσει τα περισσότερα ποιήματα του ηρωομάρτυρα, που πρόσφερε το νεανικό κορμί του θυσία στης χιλιάκριβης λευτεριάς το βωμό.
Ποίηση του Ευαγόρα Παλληκαρίδη
ΕΓΕΡΤΗΡΙΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια να βρω
τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
~
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα
και στις βουνοπλαγιές.
~
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.
~
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.
~
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
~
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ,
θα μπω σ΄ ένα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη,
δεν θαν αληθινό.
~
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο
να κάθεται σ΄ αυτό.
~
Κόρη πανώρια θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
μονάχα αυτό ζητώ.
~*~*~*~*
ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Για σένα, Κύπρο αθάνατη,
Πατρίδα σκλαβωμένη,
Θα δώσω απ' το αίμα μου
Κάθε σταλαματιά…
Για να σε δω ελεύθερη
Και χιλιοδοξασμένη
Δε θα διστάσω,
Κύπρο μου,
Nα πέσω στη φωτιά.
~*~*~*~*~*
ΤΩΝ ΑΘΑΝΑΤΩΝ
Των αθανάτων το κρασί
το 'βρετε 'σεις και πίνετε.
Ζωή για σας κι ο θάνατος
Κι αθάνατοι θα μείνετε.
~*~*~*~*
Η ΚΥΠΡΟΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ
Την Κύπρο μασ κι αν δέσανε
οι Άγγλοι μ' αλυσίδα,
έχει για πάντα την καρδιά
πίστη σε μια πατρίδα.
~
Η Κύπρος κι αν ελύγισε
δεν είναι σκλαβωμένη
Ελληνοπούλ' αδούλωτη
πάντα η ψυχή της μένει.
~
Το λέει ο γιαλός,
το λέει η στεριά,
κάθε βουνού κορφούλα.
Το λέει κάθε ανηφοριά
και κάθε της βρυσούλα.
~
Η Κύπρος δεν απέθανε
κι ούτε ποτέ πεθαίνει
κι απ' της σκλαβιάς τα σίδερα
τη βλέπω γω να βγαίνει.
~
Την Κύπρο δεν τρομάζουνε
φοβέρες και κανόνια
έχει βαριά κληρονομιά
απ' τα παλιά τα χρόνια.
~
Στην Κύπρο την αθάνατη,
την Κύπρο τη γενναία
είναι καιρός να στήσουμε
Ελληνική σημαία.
~*~*~*~*~
H ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ
Είναι μια χώρα
μόνη ελπίδα μου
ειν' η πατρίδα μου.
Κι' αν εσκλαβώθηκε
δε μένει σκλάβα,
γιατί σαν λάβα
ανακατώθηκε.
~*~*~*~*~
ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ
Σκλαβωμένη μου Κύπρος, λατρευτή μου πατρίδα
που δεμένη στενάζεις με βαριάν αλυσίδα.
Τα δεσμά τα βαριά σου σε λιγάκι θα σπάσεις
και στης μάνας Ελλάδας την αγκάλη θα φτάσεις.
Της σκλαβιάς η φουρτούνα ολοένα σε δέρνει
και τη νίκη ζητάει και γιαλός και στεριά.
Όμως νάτην, η νίκη με χαμόγελο φέρνει
σαν σε όνειρο μέσα τη γλυκιά Λευτεριά
στο κεφάλι σου, Κύπρος, με χαρά στο φορεί.
~*~*~*~*~*~
ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ
Μέρα λαμπρή κι αθάνατη
κι αδούλωτ' είναι σήμερα
που κι η σκλαβιά νικήθηκε
από την τόση ορμή...
~
Και λύγισαν, και σπάσανε
και λυώσανε τα σίδερα
που σου μάτωναν, Κύπρο μου,
το ασθενικό κορμί.
~
Μέρα χαράς ξημέρωσε
και μέρα ευλογημένη
κι απ' τη σκλαβιά που πέρασε
τίποτε πια δε μένει.
~
Χαρείτε όσοι πονέσατε
κι' όσοι νεκρούς εκλάψετε
το κλάμα παύει σήμερα
στης Κύπρου τα χωριά.
~
Κι όσοι πάτέρα, κι αδελφό
για φίλο σας εθάψατε
όλοι χαρήτε σήμερα
γιατ' ήρθε η λευτεριά
η πρώτη μέρα ελεύθερη
-στιγμή που δεν ξεχνιέται-
στη σκλαβωμένη Κύπρο μας
η λευτεριά γεννιέται.
~*~*~*~*~
ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Μόνο λίγο ακόμα
και στο μαύρο σου χώμα
που η σκλαβιά και ο πόνος τώρα τρυπά,
η γλυκειά Λευτεριά,
καρτερούν τα παιδιά σου ξανά,
πως με φλόγα και πάλι κοντά σου θαρθεί.
Κύπρος, Κύπρος, γλυκειά μας Πατρίδα,
κάνε τώρα να λάμψει του σπαθιού σ' η λεπίδα.
Από σε καρτερούμε τη σκλαβιά για να διώξεις από σένα,
ω Κύπρος γλυκειά, με τη μάνα Ελλάδα να βρεθείς αγκαλιά.
Μόνο λίγο ακόμα ένας ήλιος θα λάμψει
πιο λαμπρός και για μας.
~*~*~*~*~
ΣΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ
Του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει.
Για να τον σπάσει πολεμά,
σε πόλεις κάμπους και βουνά,
χειμώνα, καλοκαίρι.
Έτσι κι εγώ σαν Έλληνας ζυγόν δεν υποφέρω
γι' αυτό με τ' άλλα τα παιδιά ξεκίνησα,
τη λευτεριά στην Κύπρο μας να φέρω.
~*~*~*~*~
ΗΡΩΩΝ ΓΗ
Όλη η φύση κοιμάται
Τη ναρκώνει το κρύο
Και 'γω φεύγω λαλώντας
Το στερνό μου αντίο
Και τη μάνα φιλώντας
Τη κοιτάζω να κλαίει
Μάνα μην κλαις της λέω
Μάνα μην κλαις και κλαίω
Κι όλο πάω και τρέχω
και το δάκρυ της σβήνει
για μια μόνο στιγμούλα
και μιαν άλλη μανούλα
την Ελλάδα μας έχω
που όλο κλαίει κι εκείνη
Στου βουνού τη ραχούλα
στ΄ ανθοστόλιστα πλάγια
τη γλυκειά μου μανούλα
ψάχνω να βρω την άγια
και ανεβαίνω ραχούλες
χιονισμένες κορφές
ώσπου να βρω ΗΡΩΩΝ ΓΗ
κι ηρώων μορφές.
~*~*~*~*~*~*~*~*~*~*
Κι εσείς τραγούδια ηρωϊκά, που όλη μέρα γράφω, θα ξεχαστείτε στα στερνά στην φυλακής τον τάφο. Λυπούμαι που θα χωριστώ την τόση σας παρέα, μ' αφού η μοίτα η σκληρή με πάει αλλού μοιραία. Μα γρήγορα θα βγω ξανά για να σας ανταμώσω και άλλους στίχους συντροφικά και πάλι θα σας δώσω. Κι εσείς λουλούδια κόκκινα, που απ' τους κήπους κλέβω σας αποχαιρετώ γιατί, στη φυλακή μισεύω. Γαρύφαλλα ευωδιαστά γεμίσατε τη γλάστρα, και στέλλετέ μου ευωδιά τη νύχτα με τα άστρα.
~*~*~*~*~
ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΚΛΑΒΟΣ ΠΙΑ
"- Τη σκλαβιά τη βαρέθηκα,
Μάνα, κλέφτης θα γίνω.
Της σκλαβιάς δηλητήριο,
Μάνα, ως πότε θα πίνω;"
~
Κι αφού πρώτα εφίλησα
τη γλυκειά μου μανούλα,
τον ανήφορο τράβηξα
στου βουνού την κορφούλα.
~
Κι εκεί πάνω σαν βρέθηκα,
με χαρά στην καρδιά,
με λαχτάρα εφώναξα:
"-Σκλάβος δεν είμαι πια!"
ΠΗΓΗ >>>
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 28 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη. Στην οικογένεια του Ευαγόρα ανήκει – δεύτερος ξάδερφος – και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.
Πέρασε τις 6 τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Την 1η Απριλίου 1953, ο Ευαγόρας πρωταγωνιστεί σε διάφορες διαδηλώσεις κατά των Άγγλων. Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουνίου θα γινόταν η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ. Στην Αγγλία και σε όλες τις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στην Πάφο στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο» αναρτάται η αγγλική σημαία, γεγονός που εξοργίζει τους μαθητές. Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου οργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η αγγλική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς. Ο 15χρονος τότε Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την αγγλική σημαία: το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων.
Οι μαθητές και το πλήθος συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία ενισχύεται από Τούρκους. Ο διοικητής στέλνει διαταγή να αποσυρθούν οι αστυνομικοί, γιατί δεν έπρεπε η στέψη της βασίλισσας να αμαυρωθεί με αίμα. Έτσι οι μαθητές παρέσυραν ό,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη. Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω της μικρής του ηλικίας.
Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους. Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:
Παλιοί συμμαθηταί,
αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας,
κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα,
κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό.
Μην κλάψετε στον τάφο του,
δεν κάνει να τον κλαίτε.
Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο.
Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας,
κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα,
κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό.
Μην κλάψετε στον τάφο του,
δεν κάνει να τον κλαίτε.
Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο.
Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί.
Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας.
Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό,
ένα παλιό του φίλο,
ας πάρει μιαν ανηφοριά,
ας πάρει μονοπάτια,
να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.
Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας.
Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό,
ένα παλιό του φίλο,
ας πάρει μιαν ανηφοριά,
ας πάρει μονοπάτια,
να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.
Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από την Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Στην κατοχή του είχε ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν γρασαρισμένο. Ήταν συνεπώς ανέτοιμο για να χρησιμοποιηθεί. Επίσης κουβαλούσε 3 γεμιστήρες γεμάτες.
Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Στη δίκη του ο Παλληκαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του:
Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.
Την επόμενη μέρα της καταδίκης του Παλληκαρίδη, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου απείχαν από τα μαθήματά του σε ένδειξη διαμαρτυρίας και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρτινγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη στον Ευαγόρα. Όλος ο κόσμος αρχίζει μια προσπάθεια να σώσει τον νεαρό μαθητή. Η Ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του βασιλιά Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, ο Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, ο δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρδης, 40 Εργατικοί Άγγλοι βουλευτές, συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Fulton, απλοί πολίτες προσπαθούν να ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Ο Χάρτινγκ όμως και η Αγγλική διπλωματία απορρίπτει την απονομή χάριτος.
Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει:
Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.
Συγκλονιστικό επίσης αποτελεί το ποίημα, του Φώτη Βαρέλη, που μετέδωσε ο ραδιοφωνικός σταθμός της Λευκωσίας :
Εψές πουρνό μεσάνυχτα στης φυλακής τη μάντρα
μες στης κρεμάλας τη θελιά σπαρτάραγε ο Βαγόρας.
Σπαρτάρησε, ξεψύχησε, δεν τ’ άκουσε κανένας.
Η μάνα του ήταν μακριά, ο κύρης του δεμένος,
οι νιοί συμμαθητάδες του μαύρο όνειρο δεν είδαν,
η νια που τον ορμήνευε δεν είχε νυχτοπούλι.
Εψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τον Ευαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχιά όλη η ζωή σαν πρώτα.
Ετούτος πάει στο μαγαζί, εκείνος πάει στον κάμπο,
ψηλώνει ο χτίστης εκκλησιά, πανί απλώνει ο ναύτης,
και στο σκολειόν ο μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας.
Μπαίνει κι η πρώτη η άταχτη κι η τρίτη που διαβάζει,
μπαίνει κι η πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.
- Παρόντες όλοι;
- Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.
- Παρόντες, λέει ο δάσκαλος. Και με φωνή που τρέμει:
- Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.
Ο δίπλα, ο πίσω, ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι,
αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει
να πέσουν μ’ αναφιλητά ετούτοι κι όλη η τάξη.
- Παλληκαρίδη, άριστα, Βαγόρα,
πάντα πρώτος,
στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης,
συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι,
και του σχολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία.
Τα ‘πε κι απλώθηκε σιωπή πα’ στα κλαμένα νιάτα,
που μπρούμυτα γεμίζανε της τάξης τα θρανία,
έξω απ’ εκείνο τ’ αδειανό, παντοτινά γεμάτο.
Απαγχονίστηκε στις 14 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Ο τάφος του βρίσκεται στα Φυλακισμένα Μνήματα στη Λευκωσία.