***
(2) ΕΠΙΣΗΣ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ :
***
***
(2) ΕΠΙΣΗΣ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ :
Ας είναι ευλογημένο, το φως της ημέρας αυτής....
Του ηλίου της ή κατακάθαρη λάμψις...
Του ουρανού και της θαλάσσης της,, ό καταγάλανος στολισμός...
"Ολα.. "Ολα.,. Οί τόνοι. Οί σκιασμοί.
Οί αποχρώσεις της... Αυτές. Πού εις μίαν άτελείωτον ποικιλίαν μορφών προβάλλουν τον έξαϋλωμένον λευκασμόν τών νησιών της Ελλάδος μας. Καί των πανάρχαιων ναών μας τα στυλωμένα μάρμαρα. Έπάνω εις τό μαβί του ουράνιου καί τών αιγιαλών μας. Εις ατελείωτους συνδυασμούς, τα αγιασμένα χρώματα της σημαίας, κάτω άπό την σκέπην της οποίας έπαθεν. Έσταυρώθη. Καί άνεστήθη ό Ελληνισμός..
Την αυγή, λοιπόν, της άγιας αύτης ημέρας,..
Την 1ην Απριλίου 1955. Ό Διγενής. Με 7 βόμβας πού ερριξε εις τάς πόλεις της Κύπρου, μέ 7 βόμβας ιδιότυπου κατασκευής έδωσε τό σύνθημα της Παγκυπρίου εξεγέρσεως κατά τών "Αγγλων κατακτητών. Καί ή έξέγερσις υπήρξε καθολική.
Ό Άγών τών Κυπρίων πού ήρχισε την 1η Απριλίου 1955 υπήρξε μέγας καί θαυμαστός. Έχαρακτηρίσθη από την αύστηράν ενότητα του Κυπριακού Λαού. Άπό τήν θρησκευτική ενότητα ολοκλήρου του λαού μας εις ό,τι άφορα τήν πειθαρχίαν καί τήν ήγεσίαν τού αγώνος. Εις ό,τι άφορά τήν πίστιν του εις τήν τελικήν νικηφόρον εκβασιν, καί τό μέγεθος της προσφοράς τών θυσιών. Είς ο,τι άφορα τό πείσμα καί τόν φανατισμόν μας.
Τούτους τους νέους της Κύπρου. Τούτους τους Δράκους καί τούς Μούσκους! Τούτους τους Καραολήδες καί τους Μάτσηδες. Τούτους τους Γρηγόρηδες τους Αυξεντίου καί τους Πατάτσους της Κύπρου μας. Τούτους όλους τους ήρωες τών ηρώων τών Πανελλήνων, πού εφτειαξαν μέ τήν άλυσιν τών Θυσιών των τό Πάνθεον της Κυπριακής Ελληνικής Αρετής, ημείς δεν έχουμε τό δικαίωμα νά τους μοιρολογούμε, όσο πρέπει νά τους χαιρόμαστε! Γιατί, είς τόν κόσμον αυτόν έδοξάσθησαν δσο θάναι πολύτιμο τό αίμα πού χύνεται παλληκαρίσια δια τήν πατρίδα.
Έπιμένομεν νά ίσχυριζόμεθα ότι αυτό,, πού έπέδειξεν ό κυπριακός λαός ύστερα άπό τόσα χρόνια θυσιών αιμάτων, θυσιών δακρύων, θυσιών περιουσιών, θυσιών απολαβής στοιχειώδους βίου κοινωνικού άνθρωπου, αυτό πού επιδεικνύει ή συνοχή, ή ένότης ή απόλυτη. Ή αυστηρά. Ή θρησκευτική ενότης τών ψυχών ολοκλήρου του λαού μας, είς ότι άφορα τήν πειθαρχίαν εις τάς ίστορικάς επιταγάς του αγώνος μας Εις ότι άφορα τήν πίστιν του είς τήν τελικήν νικηφόρον εκβασιν. Είς ότι άφορα τό μέγεθος της προσφοράς τών θυσιών μα,ς. Εις ότι άφορα τό πείσμα καί τόν φανατισμόν τών λαών μας. Αυτά, σπανίως τά ανευρίσκει κανείς είς παρομοίους περιπτώσεις λαών πού έξεση-κώθηκαν κάποτε εναντίον τών δυναστών των. Καί εάν τά άνευρίσκη, δεν έχουν τήν καθολικότητα τών ιδικών μας.
Καί έκαλλιεργήθησαν πολλά χρόνια πριν άπό καλής οργανωμένης μυστικής προσπάθειας. "Οπως εκείνη τών ιδικών μας Φιλικών. Πιστεύω πώς εχω δίκαιον, όταν υποστηρίζω, δτι εις τήν ίστορίαν τών λαών δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα όμοια μέ αυτά, πού παρουσίασεν ή κυπριακή επανάστασις, είς αύστηράν συνοχήν, εις άνέκλητον άπόφασιν καί είς άλύγιστον θέλησιν νά νικήση. Διότι είς τό κάτω τής γραφής, οί Κύπριοι ήταν ενας μικρός άοπλος καί απομονωμένος νησιώτικος λαός. Έκυβερνάτο άπό έναν κατακτητήν, πού κατόρθωσεν νά επιβληθή εις.όλον τόν κόσμον, ώς πολιτισμένος, ώς διδάσκαλος του φιλελευθερισμού. Καί ώς υπέρμαχος τής Ελευθερίας. Τήν Την Απριλίου του 1955. Ό Διγενής. Μέ έπτά βόμβας πού ερριψεν είς τάς πόλεις τής Κύπρου, μέ επτά βόμβας ιδιότυπου κατασκευής, έδωσεν τό σύνθημα τής παγκυπρίου εξεγέρσεως κατά τών "Αγγλων κατακτητών. Υπέρ τής ελευθερίας μας... Καί ή εξέγερσις ύπήρξεν καθολική. Ιδού, είς ποιο σημείον, ο ιστορικός του αγώνος τών Κυπρίων, σταματάει κατάπληκτος.
Ή έξεγερσις τών Κυπρίων ύπήρξεν καθολική!! Πώς; Διατί; Τί προηγήθη; "Ας άφήσωμεν τάς απαντήσεις νά τάς (άνεύρουν οί ιστορικοί. Ήμεΐς σήμερον. Καθ΄ ον χρόνον, ό άγων τών Κυπρίων νικηφόρος κατά τών "Αγγλων, πανένδοξος, εισέρχεται είς μίαν νέαν φάσιν. Τήν φάσιν τής έκδιώξεως τών Τούρκων εισβολέων ώς εχομεν νά διακηρύξωμεν ύπευθύνως. "Ο,τι, όταν ό κυπριακός Ελληνισμός. Ό ήρεμος, ό πράος, ό άοπλος, ο άμαχος! "Οταν τήν πρωίαν έκείνην τήν 1ης Απριλίου τού 1955, ήκουσε τόν κρότον τών βομβών του Διγενή. Δέν έδίστασεν. Δέν έταλαντεύθη ούδ' επί στιγμήν. Έπήρεν αμέσως, χωρίς συζητήσεις πολλές. Χωρίς νά ζήτηση εξήγησιν καμμίαν. Επήρε τήν θέσιν, πού τού επέβαλλαν ή ίστορία καί οί παραδόσεις του.
"Ωρμησε είς αυτόν τόν άνισον καί πολύδακρον αγώνα, μέ δίψαν καί μέ ένθουσιασμόν. "Ωρμησε είς τόν αγώνα αυτόν μέ τήν άπόφασιν νά γράψη τήν άθανασίαν του. Έστάθηκε είς τόν αγώνα αυτόν, καί έδημιούργησεν τόν άήττη-τον στρατόν τής Κυπριακής ελευθερίας. Τό στρατόν τής ΕΟΚΑ. Καί, ιδού πού έκαμαν τό μέγα λάθος, όσοι έμετρούσαν τήν ΕΟΚΑ εις άνδρες. "Οσοι παρουσίαζαν τήν ΕΟΚΑ, ωσάν μίαν δράκα γενναίων, πού πολεμούν μέ σαράντα χιλιάδες ατομικού στρατού τών κατακτητών. Ιδού, τό λάθος όλων όσων μιλούν δια τήν ΕΟΚΑ. Διότι τό εξαναείπαμεν καί τό ξαναλέγομεν. Ή ΕΟΚΑ ήτο ή Κύπρος όλη. Πειθαρχημένη!
Οί τετρακόσιε,ς πεντήκοντα χιλιάδες τών Κυπρίων, πού μένουν μέσα είς τήν νήσον των. Καί οί εκατόν χιλιάδες τών Κυπρίων πού ζουν εξω άπό τήν νήσον. Είναι οί εξακόσιες χιλιάδες τών Κυπρίων, πού τήν 1ην Απριλίου του 1955 ήκουσαν τήν φωνήν τής ιστορίας των ωσάν προσταγή νά παραγγέλλη: Ελευθερία ή θάνατος!... Καί ύπήκουσαν όλοι. Καί παρετάχθησαν όλοι είς τάξιν μάχης. Μικροί καί μεγάλοι. Γέροντες καί γρηές. Κορίτσια καί αγόρια, "Ανδρες καί γυναίκες. "Ολοι. "Ολοι. Παρετάχθησαν είς τάξιν μάχης... Τά παιδιά μας. Αγόρια καί κορίτσια. Νήπια! Μαθηταί! Σπουδασταί! Αγρότες! Εργάτες! Άφήκαν τά θρανία των. Τά σπίτια των. Τούς κάμπους καί τά εργοστάσια των. Καί έβροντοφώναξαν. Έδώ είμαστε! Είμαστε ή ΕΟΚΑ. Οί γέροντες καί οί γρηές. Είς τά χωριά καί τις πόλεις μας. Έσήκωσαν τά βαρειά μέλη των. Έτάνυσαν τά γερμένα σώματα των- Έπρόβαλαν μέ ύπερηφάνειαν τά στήθη των. Καί ήγειραν μέ άγερωχίαν τάς κεφάλας των. Καί έβροντοφώναξαν. — Έδώ είμαστε! Είμαστε ή ΕΟΚΑ...
Καί έγεννήθη έτσι ή ΕΟΚΑ. Αυτή ή ΕΟΚΑ πού έκαμε τό κυπριακόν ζήτημα, ζήτημα επειγούσης λύσεως. Ή ΕΟΚΑ πού συνεκίνησεν τόν κόσμον. Ή ΕΟΚΑ, πού έκαμεν τούς ελευθέρους λαούς τής γής νά σταθούν δίπλα της. Ή ΕΟΚΑ πού ώμίλησεν μέ τις πράξεις της καί τούς άθλους της εις τάς καρδίας όλου τού ελευθέρου κόσμου. Αυτή ή ΕΟΚΑ. Ό αήττητος στρατό,ς τής κυπριακής ελευθερίας.
"Ας είναι ευλογημένη ή ώρα πού έγέννησε τήν ΕΟΚΑ.
"Ας εΐναι ευλογημένος άπό τόν Θεό, ο στρατός τής κυπριακής ελευθερίας.
Ή ευγνωμοσύνη τής Κύπρου θά είναι αιωνία.
Ή εύγνωμοσύνη τών Πανελλήνων παντοτεινή.
Καί ό θαυμασμός τών ελευθέρων λαών τής Γής πάντα ειλικρινής.
Ή Κύπρος μας ξανάγινεν μέ τις θυσίες τών ηρώων μας τόπος ιερός. Τά χώματα της διεκήρυξαν καί πάλιν ότι είναι χώματα τής Ελλάδος.
'Εκεΐ ό Μαραθώνας.
Παρέκει οί Θερμοπύλες.
Εκεί ή Πίνδος.
Οί Κύπριοι γνωρίζομεν καλά διά ποίους λόγους αγωνισθήκαμε. Καί τό είπαμεν: Διψούμεν άπό δόξαν! Όρεγόμεθα έπίδειξιν ανδρείας. Δέν μαχόμεθα μόνον διά τήν Νίκην! Πιστεύομεν απόλυτα είς τήν Νίκην. Μαχόμεθα ωστόσο διά τήν προάσπισιν τής Ελληνικής μας "Τιμής. Αυτής τής τιμής, πού χτυπούν μέ τόσην λύσσαν οι κατακτηταί. Καί έλέγαμεν ακόμη,, γνωρίζομεν ότι ζούμεν υπό τόν ζυγόν τής δουλείας καί αίσχυνόμεθα δι' αυτό. Διότι είναι ή ζωή τού δούλου, ζωή άτιμώσεως. Είναι έγκλημα. Καί άπό τής στιγμής, πού διεπιστώσαμεν τήν καταισχύνην είς τήν οποίαν μας επέβαλαν νά ζώμεν, έσαλπίσαμεν τόν αγώνα. Καί έζητήσαμεν τόν θάνατον! Έζητήσαμεν μέ τις πράξεις μας νά άποπλύνουμεν τάς. ατιμώσεις μας. Καί ή ώρα τού θανάτου μας, μας έδωσε τήν ζωήν μας. 'Ανεστήθημεν! Καί άρχίσαμεν νά ζούμεν τήν ζωήν, πού μας πρέπει. Τήν ζωήν τών ελευθέρων ανθρώπων. Καί ουδείς Νόμος, άνομος! Καί καμμία δύναμις καί ισχύς δέν ήμπόρεσεν νά μας άνακόψη εις τό νά φέρωμεν είς πέρας εκείνο πού άρχίσαμεν. Τό έργον τής Ελευθερίας. Κανείς!
Μά απολύτως κανείς. Τό έσυνεχίσαμεν. Καί τό έσυνεχίσαμεν μέ περισσο-τέραν σκληρότητα, Καί όσον απάνθρωποι καί βάρβα-βαροι ήσαν οί καινούργιοι Νόμοι, πού έθέσπιζαν οί κατακτηταί, τόσον πεισματωδέστεροι, τόσον φανατι-κώτεροι έγινώμεθα είς τούς αγώνας μας. Καί έφθά-σαμεν είς τό τέλος. Δέν έφθάσαμεν είς τό ποθητόν τέλος. Είς τήν έλευθερίαν! "Ομως! Αυτές ήσαν οί βάσεις οί ηθικές, τού Αγώνος μας. Επάνω σέ τέτοιους Νόμους ηθικούς έστηρίχθη. Καί άπό τέτοια μήτρα έγεννήθηκε.
Διά τούτο... Καί εκαμεν ό Θεός. Καί έστολίσθηκεν ή ζωή μας είς τάς ημέρας τών αγώνων μας, μέ τήν Δόξα καί τό τίμημα τής μεγάλης θυσίας τών ηρωικών τέκνων μας, ωσάν αυτής τών αθανάτων ηρώων όλης τής Κύπρου.
Αύτη, ή δόξα τών αθανάτων ηρώων μας, τού πανενδόξου εκείνου Αγώνα τής ΕΟΚΑ εναντίον τών "Άγγλων κατακτητών, είναι εκείνη πού οδηγεί καί κατευθύνει τόν κυπριακόν έλληνισμόν καί στον σημερινόν σκληρόν καί άνισον Αγώνα του εναντίον του προαιώνιου εχθρού τού Γένους τού Τούρκου είσβολέως πού μολύνει μέ τήν παρουσία του τά άγια χώματα τής Κύπρου καί ντροπιάζει μέ τήν εισβολή του καί τις πιο ντροπιασμένες σελίδες τής πανανθρώπινης ιστορίας.
Είναι ή δόξα αυτή τών ηρώων τής Κύπρου πού οδηγεί τόν σημερινόν κυπριακόν έλληνισμόν στον αγώνα του ενάντια ακόμη καί κυρίως στήν διεθνή διπλωματική σκευωρία πού κατευθύνεται άπ' τίς μεγάλες δυνάμεις πού συνώμοσαν γιά νά καταπνίξουν τόν ώραιότατον κι' άθάνατον έλληνισμόν τής Κύπρου, γιά νά προστατεύσουν τά συμφέροντα τους στά πετρέλαια καί τις πηγές των πού γειτονεύουν μέ τήν μεγάλο νήσον ·
Ό κυπριακός ελληνισμός, ωστόσο,, γνωρίζει καλά τό εύφλεκτο τών πετρελαίων, καί τό έπικίνδυνον καί ασταθές καί σεισμογενές τού εδάφους άπ' τό όποιον αναβλύζουν οί πηγές τών πετρελαίων. Καί πιστεύει απόλυτα στήν θεία Δίκην, ή οποία καί· κατευθύνει τόν αγώνα του σήμερα. Κάποια στιγμή θά κάμη τήν έμφάνισί Της.
ΚΥΡ. Μ. ΚΑΡΑΜΑΝΟΣ
δημοσιευμένο στο Περιοδικό ΚΙΝΗΜΑ την 1η Απριλίου 1977
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Αυτόν τον Απρίλιο ξεκινά ο μεγάλος Αγώνας του Κυπριακού Ελληνισμού μέσα από τις τάξεις της ΕΟΚΑ, για την αποτίναξη του Αγγλικού Ζυγού και την Ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Ας δούμε όμως πώς οδηγήθηκαν τα πράγματα στην ένοπλη ρήξη με τους Βρετανούς αποικιοκράτες. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η συμμετοχή της Ελλάδος στην πλευρά των Νικητών, ύστερα από μία μεγάλη σειρά Θυσιών τόσο αμάχων όσο και Ενόπλων από την 28η Οκτωβρίου 1940 ως το τέλος του Πολέμου, είχε γεμίσει τους Έλληνες με ελπίδες και προσδοκίες για την δικαίωση προαιώνιων εθνικών δικαίων. Όλοι το ομολογούσαν και το ζητούσαν. Αυτό προσπάθησε να υπερασπιστεί η Ελλάς μετά τον Πόλεμο στις Διεθνείς συσκέψεις των Νικητών.
Όπως είναι γνωστόν, από τα τρία ζητούμενα της Ελληνικής Διεκδίκησης μόνο για τα Δωδεκάνησα (που προ της Κατοχής ήταν Ιταλοκρατούμενα ) επιτεύχθηκαν οι εθνικές προσδοκίες με την Ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα, ενώ αγνοήθηκε η επίλυση του Βορειοηπειρωτικού και της διευθέτησης των βορείων μας συνόρων προς την Βουλγαρία (που την κρίσιμη στιγμή ....πέρασε στους Νικητές). Παρέμενε όμως ένα καυτό θέμα ,αυτό της Κύπρου, που η Βρετανική Κατοχή δεν επέτρεπε οποιαδήποτε διεκδίκηση από Ελληνικής πλευράς, παρά τις (ειλικρινείς ή χάριν εντυπωσιασμού) δηλώσεις των Ελλήνων Πολιτικών κατά καιρούς .
Οι Έλληνες της Κύπρου κατανόησαν ότι η εξάρτηση της κατεστραμμένης μεταπολεμικής Ελλάδος και η επικράτηση του Ψυχρού πολέμου δεν άφηναν ελπίδες συμπαράστασης της Μητέρας Ελλάδος στον Αγώνα της Κύπρου. Έτσι την δεκαετία του 1950 ξεκινά ένας δύσκολος Αγώνας των Ελλήνων της Κύπρου με στόχο την 'Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Τον Απρίλιο του 1955 ο αγώνας αυτός παίρνει ένοπλη μορφή εναντίον των Αποικιακών Βρετανικών Δυνάμεων με την δράση της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών), κάτι που θα οδηγήσει στην μισή λύση : αυτήν της Ανεξαρτησίας της Κύπρου με όρους πολύ δυσμενείς και με κακές μελλοντικές προϋποθέσεις για διχασμό του Νησιού.
Τι οδήγησε στην 1η Απριλίου 1955
Στις 15 Ιανουαρίου 1950, η Εθναρχούσα Εκκλησία Κύπρου πραγματοποίησε Δημοψήφισμα υπό τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β' , στο οποίο ο Ελληνικός Κυπριακός λαός ψήφισε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, σε ποσοστό 95,7%. Οι Άγγλοι, όμως, τήρησαν και πάλι αρνητική στάση. Στις 28 Ιουλίου 1954, ο Υφυπουργός Αποικιών, Χένρυ Χόπκινσον, ανέφερε στη Βουλή των Κοινοτήτων ότι η Κύπρος είναι περιοχή με στρατηγική αξία, και γι' αυτό ουδέποτε θα τύχει αυτοδιάθεσης. Η Ελλάδα, με αίτησή της στον Ο.Η.Ε., το 1954, ζήτησε, από τον Οργανισμό, την «Εφαρμογήν, της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιάθεσης των λαών, στην περίπτωσιν του λαού της Κύπρου». Στις 17 Δεκεμβρίου 1954, η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. απέρριψε την αίτηση της Ελλάδας.
Έτσι, την 1η Απριλίου 1955 ξεκίνησε την δράση της η Ε.Ο.Κ.Α. Πολιτικός αρχηγός της υπήρξε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ' και Στρατιωτικός ο Γεώργιος Γρίβας, με το ψευδώνυμο Διγενής. Σκοπός της Ε.Ο.Κ.Α. ήταν η απελευθέρωση της Κύπρου και η Ένωσή της με την Ελλάδα. Ο Αγώνας αγκαλιάστηκε απ' όλο το λαό της Κύπρου, κι ανέδειξε αγωνιστές, οι οποίοι με αυταπάρνηση προσέφεραν τη ζωή τους στην πατρίδα, είτε πέφτοντας νεκροί στα πεδία των μαχών, είτε ξεψυχώντας από τα βασανιστήρια, ή δι' απαγχονισμού.
Ανάλογες αγωνιστικές κινητοποιήσεις κι εκδηλώσεις γινόντουσαν και στην Ελλάδα, αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα λειτούργησε σχέδιο αποστολής όπλων, στην Κύπρο, με επιβατικά πλοία της γραμμής Πειραιά-Λεμεσού. Άλλα όπλα έφταναν με το ταχυδρομείο της Πάφου, μα κι αλλιώς. Στις 29 Ιανουαρίου 1956, ο οπλισμός της Ε.Ο.Κ.Α. εμπλουτίστηκε με 800 περίπου κυνηγετικά όπλα Ελληνοκυπρίων, τα οποία πήραν, απ' αυτούς, μέλη της Ε.Ο.Κ.Α. Ένας άλλος τρόπος, με τον οποίο βρίσκονταν όπλα, ήταν οι επιθέσεις σε αστυνομικούς σταθμούς και από νεκρούς Άγγλους στρατιώτες. Μερικά όπλα ήταν ντόπιας κατασκευής, φτιαγμένα σε ειδικά εργαστήρια, στα οποία κατασκευάζονταν, επίσης, ωρολογιακές βόμβες, νάρκες και άλλο πολεμικό υλικό.
Το πρωϊνό της 1ης Απριλίου 1955 και το πρώτο θύμα
Πρώτο θύμα του Αγώνα, σκοτωμένος σε ατύχημα, καθώς προσπαθούσε, τα μεσάνυκτα της 31ης Μαρτίου προς την 1η Απριλίου 1955, να βοηθήσει τον Ανδρέα Κάρυο να προκαλέσει βραχυκύκλωμα, λίγο έξω από το Αυγόρου, για να συσκοτισθεί η Αμμόχωστος την ώρα που θα ρίχνονταν οι πρώτες βόμβες της Ε.Ο.Κ.Α., υπήρξε ο Μόδεστος Παντελή. Γεννήθηκε στο χωριό Λιοπέτρι, της επαρχίας Αμμοχώστου, στις 16 Δεκεμβρίου 1923.
Ο αγώνας εξερράγη στις 0.30" το πρωί της lης Απριλίου 1955, ξημερώματα Παρασκευής. Όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμα η ιστοσελίδα «Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον: «Η Κύπρος μετατράπηκε ξαφνικά σε ένα κοχλάζον ηφαίστειο που με τη φωτιά του καταύγαζε τον κόσμο και με τις υποχθόνιες δονήσεις του έσειε τα θεμέλια της γης. 'Ήταν απίστευτο. Ο εχθρός αλαφιάστηκε. Ο λαός ένιωσε να του θερμαίνει την καρδιά η άγια φωτιά. Η νιότη πυρπολήθηκε. Τα λάβαρα των αιώνων υψώθηκαν στα κάστρα. Ολόκληρο το νησί έγινε μια απέραντη γαλανόλευκη σημαία. Κι η μπαρουτοκαπνισμένη ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε από τα πολεμικά τροπάρια του Γένους και τα εμβατήρια του ξεσηκωμού.
Εκείνη την πρώτη νύχτα χτύπησε ο Γρηγόρης Αυξεντίου με την ομάδα των Αμμοχωστιανών στη Δεκέλεια, με αποστολή να προκαλέσουν διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος και συσκότιση σ' όλο το νησί. Ο Μάρκος Δράκος με την ομάδα "Αστραπή" ανατίναξαν τον Ραδιοφωνικό σταθμό. Άλλες ομάδες ανάλαβαν αποστολές σε προκαθορισμένα σημεία σε διάφορες περιοχές. Την αφετηρία της ιστορίας της δόξας, οριοθέτησε με τη θυσία του ο πρώτος νεκρός. Ο Μόδεστος Παντελή. Ο ήρωας πέθανε από ηλεκτροπληξία ενώ επιχειρούσε να καταστρέψει τα ηλεκτροφόρα Καλώδια. Χρησιμοποίησε σχοινί που είχε υγρανθεί από τη νυχτερινή ανοιξιάτικη νοτιά. Την 1η Απριλίου 1955, η Κύπρος ξύπνησε αναστατωμένη πριν να ροδίσει η αυγή. βγήκε στους δρόμους απορώντας. Το μυστικό της το αποκάλυψε ο Αυγερινός της ελευθερίας που μεσουράνησε μετά τις πρώτες εκρήξεις. Η πατρίδα φόρεσε τα γιορτινά της κι έκανε το σταυρό της. Το πανηγύρι του αγώνα άρχιζε. Ο άγγελος του λυτρωμού φτεροκοπούσε και μετέδιδε από πόρτα σε πόρτα το άγγελμα του ξεσηκωμού.» Κι ο Διγενής κυκλοφορούσε την προκήρυξή του.
Προκήρυξη του Διγενή
Με την βοήθειαν τού Θεού, με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολοκλήρου τού Ελληνισμού και με την βοήθειαν των Κυπρίων, αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν τού Αγγλικού ζυγού, με σύνθημα εκείνο το οποίον μάς κατέλιπαν οι πρόγονοί μας ως ιεράν παρακαταθήκην: "'Η τάν ή επί τάς"....
... Διεθνείς διπλωμάται, ατενίσατε το έργον σας. Είναι αίσχος εν εικοστώ αιώνι, οι λαοί να χύνουν το αίμα των διά να αποκτήσουν την λευτεριά των, το θείον αυτό δώρον, για το οποίον και εμείς επολεμήσαμεν παρά τό πλευρόν των λαών σας, και για το οποίον σείς τουλάχιστον διατείνεσθε ότι επολεμήσατε εναντίον τού ναζισμού και τού φασισμού.
Έλληνες, όπου και αν ευρίσκεσθε, ακούσατε την φωνήν μας: Εμπρός, όλοι μαζί για την λευτεριά της Κύπρου μας.
Ε.Ο.Κ.Α Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΔΙΓΕΝΗΣ
Γεώργιος Διον. Κουρκούτας
***
Η γυναίκα του πρωτομάρτυρα Μόδεστου Παντελή θυμάται την έναρξη του αγώνα.
Λιοπέτρι, παραμονή 1ης Απριλίου 1955, σ’ ένα αγροτόσπιτο στο δρόμο προς το Φρέναρος. Σε λίγες ώρες, βόμβες στο Βαρώσι, τη Λευκωσία και αλλού, θα σήμαιναν της ΕΟΚΑ την αρχή, την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα. Στο σπίτι του Μόδεστου Παντελή, η γυναίκα του η
Αποστολού, σκεφτόταν πού να αφήσει τα μωρά. Στη νύφη της δίπλα ή με την πεθερά της. Ο Μόδεστος της είπε ότι θα πήγαιναν σινεμά. Άρχισε να ετοιμάζεται και ο άντρας της ξαφνικά βγήκε στην αυλή. Πρόσεξε ένα αυτοκίνητο γεμάτο άντρες. Μπήκε μέσα ο άντρας της και της είπε: «Εν μένεις Αποστολού να πάμεν άλλη νύχτα, διότι πόψε δεν έχει εισιτήρια για τις γυναίκες;». «Καλόν άντρα μου», του είπε και ξένοιασε από το σινεμά. Ο Παντελής ήταν τριάμισι χρονών και ο Παναγιώτης δύο. Τα χάιδεψε λίγο και της είπε να προσέχει και εκείνη και τα μωρά. «Τζείνος θα πάεννε σινεμά με τους αδρώπους». Όταν έφυγε, σε λίγο ήρθε από το διπλανό σπίτι ο δίδυμος αδελφός του και τη ρώτησε «αν εστράφην ο Μόδεστος». Όχι, αποκρίθηκε η Αποστολού, ανήξερη για όσα θα γίνονταν εκείνη τη βραδιά. Κάθε 10-15 λεπτά πήγαινε ο αδελφός του, κτυπούσε την πόρτα, ποφυσούσε και ρωτούσε αν εστράφην ο Μόδεστος.
Πέρασαν μια-δυο ώρες και ξανακτύπησε την πόρτα ο αδελφός του. Δεν ρώτησε τίποτε αυτή τη φορά. Πήγε στα μωρά αμίλητος, χάιδεψε τα μαλλιά τους, κοίταξε προς τη νύφη του και της είπε: «Αποστολού μου, αν είναι αλήθεια, έστησέν μας την ο Μόδεστος». Και αμέσως, ελούθην του κλαμάτου. Πέρασαν 55 χρόνια από τότε. Εκείνη τη βραδιά που η κ. Αποστολού έμαθε πως ο άντρας της, ο Μόδεστος Παντελή, δεν πήγε τελικά σινεμά. Αλλά μαζί με τους συναγωνιστές του τράβηξαν για τα αυκορίτικα χωράφια, προκειμένου να αποκόψουν τα ηλεκτροφόρα καλώδια που μετέφεραν ρεύμα από τη Δεκέλεια στο Βαρώσι. Και δυστυχώς, «τον Μόδεστον έπιασέν τον το ρεύμα και σκοτώθηκε».
Θυμάται σήμερα η 82χρονη γυναίκα του. «Όπως μου ιστορήσαν, πριχού να βκιει η ψυσιή του, επρόκαμεν να πει “τη γυναίκαν τζιαι τα παιθκιά μου…”». Τα μωρά έπαιζαν ανέμελα, μα εκείνης και των άλλων στο σπίτι ήταν να βγει η ψυχή τους. Δυο μωρά, 25 χρονών χήρα. Και ήταν και ο φόβος από την οργή των Εγγλέζων. Εκείνο το βράδυ δεν φάνηκαν στο σπίτι. Πήγαιναν όμως κάθε φορά που έμπαιναν στο Λιοπέτρι. «Ήταν σημαθκιασμένο το σπίτι του Μόδεστου».
«Άτε παπά, σηκώστου»
ΠΟΛΛΑτα βάσανα που πέρασε στη ζωή της να μεγαλώσει δυο μωρά. Θυμάται λίγο καιρό μετά την κηδεία, που ορμήνεψε ο Παναγιώτης τον Παντελή, «να πάνε στο κοιμητήριο να σκάψουν να βγει ο παπάς τους, να πάνε σπίτι». Και έσκαβαν τα μωρά με τα νύχια τους το χώμα, παρακαλώντας τον παπά τους: «Άτε παπά, σηκώστου να πάμε σπίτι». Και έτρεχε να τα μαζέψει από τον τάφο του άντρα της. Σήμερα, 55 χρόνια μετά, λέει με ευχαρίστηση πως όταν σκοτώθηκε ο άντρας της, σε λίγο καιρό γέμισε το Λιοπέτρι και τα Κοκκινοχώρια Μόδεστους. Κάθε οικογένεια που αποκτούσε νεογέννητο, το βάφτιζε με το όνομα του πρώτου νεκρού της ΕΟΚΑ.
Την τιμά το χωριό της
Η ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Μόδεστου Παντελή ζει τις περισσότερες μέρες στο Μέλαθρο Αγωνιστών ΕΟΚΑ. Λίγες μέρες πάντα πριν το μνημόσυνο και τη θυσία του άντρα της, επιστρέφει στο χωριό και το σπίτι της, που θυμίζει πιο πολύ μουσείο του αγώνα. Εκεί, την επισκέπτονται σχολεία της περιοχής, καθώς η μπάντα και η χορωδία του «Αχυρώνα» Λιοπετρίου. Της αφιερώνουν κάθε χρόνο τα τραγούδια του αγώνα, ενώ μικροί και μεγάλοι φιλούν το χέρι της γυναίκας του πρώτου νεκρού της ΕΟΚΑ.
Η ομολογία της
«Την ημέραν που εγίνην η μάχη του αχυρώνα και το Λιοπέτρι εσούζετουν που τις πόμπες και εππέφταν οι σφαίρες σιονωτές, τα μωρά μου ετρέμαν. Μα εγώ που μέσα μου σκεφτόμουνα τον Μόδεστον και έλεγα πως ο σπόρος που έριξε στον αγώνα ήτουν καλός. Τζιαι με τέτοια παλικάρια, θα ερχόταν η ώρα να φύουν οι Εγγλέζοι».
Η κηδεία
ΤΟΝ ΜΟΔΕΣΤΟ τον είδε πεθαμένο την ημέρα της κηδείας. Ο μικρός ο Παναγιώτης, δυο χρονών ήταν, «έπεσε από πάνω του μέσα στο φέρετρο κλαίγοντας και φωνάζοντας “παπούλη μου παπούλη μου”». Έκλαιγε και ο Παντελής, που ήταν λίγο μεγαλύτερος. Στην κηδεία «συνάχτηκε κόσμος που ούλλα τα Κοκκινοχώρια. Οι γυναίκες έκλαιγαν. Που τον έπαιρναν στο κοιμητήριο για την ταφή, κάποιοι άντρες έκλαιγαν, μα πολλοί χειροκροτούσαν. Εφόρεσεν ο κόσμος τα καλά του, ως να ήταν σε γάμο που θα πήγαινε. Και στους καφενέδες με καμάρι εξιστορούσαν “πως ο πρώτος σκοτωμένος του αγώνα ήταν ο Μόδεστος του Παντελή, ο Μόδεστός τους που το Λιοπέτρι. Άμαν τον έβαλαν στο χώμα, κανένας δεν εδείλιασε. Ο μακαρίτης ο Μόδεστος λίγο καιρό πριν τον αγώνα, επειδή ήξερε, έλεγε πως προαισθανόταν πως θα πάει πρώτος. Και αν γινόταν αυτό, ήθελε που πάνω που το μνήμα του “μια σημαία ελληνική μεγάλη, το χώμα να δροσίζει”». Και την έβαλαν τη σημαία που ήθελε ο πρώτος νεκρός της ΕΟΚΑ και χέρι αγγλικό δεν τόλμησε να την κατεβάσει, «γιατί ήταν ο θυμός του κόσμου μεγάλος και έβραζε το γιαίμαν στες φλέβες του…».