15 Αυγούστου είμαστε καλεσμένοι όλοι σε μια κηδεία. Η Παναγία μητέρα αφήνει το πνεύμα της στα χέρια του Υιού και Θεού της. Απόστολοι εκ περάτων, μαθητές, φίλοι και πιστοί έχουν μαζευτεί γύρω από το πανάχραντο σκήνωμα της. Μια κηδεία γίνεται γιορτή. Παράδοξο και θαυμαστό το φαινόμενο. Κι όμως
πραγματικό. Όχι μονάχα τότε μα αιώνες τώρα η ημέρα αυτή αποτελεί αιτία χαράς και ευφροσύνης. Σε κηδεία πάμε κι όμως γελάμε. Σε κηδεία πάμε κι όμως τα πρόσωπα και οι ψυχές μας γεμίζουν φως.
Το έχουμε συνειδητοποιήσει; Έχουμε αντιληφθεί ότι θα πάμε στους ναούς να εορτάσουμε έναν θάνατο; Κι εδώ ξεκινάει το μέγα ερώτημα. Πως είναι δυνατόν να είμαστε καλεσμένοι σε μια κηδεία και πάντες να είναι χαρούμενοι; Από που πηγάζει αυτή η παράδοξη χαρά, η υπέρλογη και όχι παράλογη, να πηγαίνεις σε μια κηδεία κι αντί δακρύων και οδυρμών, να γελάς, να χαίρεσαι, να συγκινείσαι και να ξεσπάς σε ευχαριστίες;
Κι όμως δεν μπορείς σε αυτή την κηδεία να πενθήσεις ή να κλάψεις, δεν σου πάει δεν σου βγαίνει, δεν αισθάνεσαι λύπη και θλίψη. Γιατί; Μα γιατί ο θάνατος καταργείται. Δεν υπάρχει ο θάνατος ως μηδέν, ως χωρισμός, μοναξιά και φόβος. Αλλά ως ένωση, φως και Συνάντηση.
Τι ήταν η ζωή της Παναγίας; Μια διαρκής συνάντηση με τον Θεό. Μια υποταγή στο δικό Του θέλημα. Εκείνη είχε σβήσει, είχε χαθεί, ζούσε μόνο για Εκείνον. Δεν είχε τίποτε δικό της, γι’ αυτό τα είχε όλα. Δεν είχε θέλημα γι’ αυτό ήταν απολύτως ελεύθερη. Ζούσε σε διαρκή και αδιάλειπτο κοινωνία μαζί Του, γι’ αυτό ο θάνατος δε μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Όταν ο άνθρωπος έχει φτάσει στην κατά χάριν Θέωσιν, είναι θεούμενος, τότε ο θάνατος παύει να έχει τα στοιχεία του φόβου και της απειλής. Μεταμορφώνεται σε κοινωνία, σχέση, συνάντηση μετα του Ανεσπέρου και γλυκυτάτου Φωτός.
Η Παναγία δεν φοβάται τον θάνατο διότι όλη η ζωή της είναι μια σχέση και κοινωνία με τον Θεό. Πως να φοβηθείς τον θάνατο όταν έχεις ζήσει ως αθάνατος; Εδώ είναι και το μυστικό. Στο ποσοστό που στην ζωή μας ζούμε σε κοινωνία με τον Θεό ο θάνατος χάνει το φρικώδες πρόσωπο του. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι ποθούμε τον θάνατο ή τον θεωρούμε φυσική πραγματικότητα του ανθρώπου. Παρα ταύτα όμως όταν η ζωή μας έχει φως, χαρά, πνεύμα Άγιον, αυτό θα αποτυπωθεί και την ημέρα που ο Θεός θα διαλέξει να φύγουμε για τα αιώνια, εκεί που η Παναγία μας περιμένει για πάντα.
H Παναγία κοιμήθηκε σε ηλικία 59 ετών το 44 μ.Χ.
Όταν κοιμήθηκε η Παναγία, την ψυχή της την παρέλαβε ο Ίδιος ο Χριστός και την πήγε στον ουρανό! Ήταν η μόνη φορά, που έκανε κάτι τέτοιο ο Χριστός.
Όταν εισήλθε η Παναγία στον Παράδεισο, από μπροστά της παρεύλασαν όλοι οι Άγιοι και τους ευλόγησε. Όταν όμως πέρασαν από μπροστά της, οι γονείς της, ο Ιωακείμ και η Άννα, τότε σηκώθηκε από τον θρόνο της και τους ασπάστηκε!
Βλέπετε, ότι η εντολή του Θεού: ''τίμα τον πατέρα και την μητέρα σου'', έχει ισχύ και στον παράδεισο!!!
Η Παναγία όταν ενθρονίστηκε στα δεξιά του Υιού Της, οι άγγελοι έψελναν το ''Άξιον εστί'', ένας αγγελοσύνθετος ύμνος. Από τότε συνεχώς το ψάλλουν οι άγγελοι και αρέσει πολύ της Παναγίας μας. Η Παναγία ευλόγησε όλους τους αγγέλους, με πρωτεργάτες τον αρχάγγελο Μιχαήλ και Γαβριήλ.
Συνηθίζει η Παναγία την ημέρα της Κοιμήσεώς Της, στις 15 Αυγούστου, να δίνει κάποια δώρα στους πιστούς. Το καλύτερο δώρο που μπορεί κάποιος να ζητήσει από την Παναγία τον Δεκαπενταύγουστο, είναι η κοίμηση των παθών του.
Χρόνια πολλά και ευλογημένα από την Παναγία μας.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα
(από τοίχο στο facebook)
ΠΗΓΗ
*** * ***
Βιογραφία
Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.
Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχες.
Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου.
Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ώ Μήτερ τής ζωής».
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Ὁ Οἶκος
Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου· τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με· σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν. Σὺ οὖν μοι δώρησαι γλῶτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον· πᾶσα γὰρ δόσις ἐλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Μεγαλυνάριον
Παρέστης Παρθένε ἐκ δεξιῶν, τοῦ Παμβασιλέως, ὡς Βασίλισσα τοῦ παντός, περιβεβλημένη, ἀθανασίας αἴγλην, ἀρθεῖσα μετὰ δόξης, πρὸς τὰ οὐράνια.
ΠΗΓΗ
*** * ***
Οὐ θαῦμα θνῄσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην,
Τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος.
Ζῇ ἀεὶ Θεομήτωρ, κἂν δεκάτῃ θάνε πέμπτῃ.
Βιογραφία
Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.
Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχες.
Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου.
Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ώ Μήτερ τής ζωής».
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Ὁ Οἶκος
Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου· τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με· σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν. Σὺ οὖν μοι δώρησαι γλῶτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον· πᾶσα γὰρ δόσις ἐλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Μεγαλυνάριον
Παρέστης Παρθένε ἐκ δεξιῶν, τοῦ Παμβασιλέως, ὡς Βασίλισσα τοῦ παντός, περιβεβλημένη, ἀθανασίας αἴγλην, ἀρθεῖσα μετὰ δόξης, πρὸς τὰ οὐράνια.
ΠΗΓΗ
ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ ΠΑΤΩΝΤΑΣ LIKE "ΕΔΩ"