Απουσιάζουν αδικαιολογήτως από τις σεμνές και απέριττες τελετές τιμής και μνήμης, προς όλους εκείνους οι οποίοι θυσιάστηκαν για την πατρίδα, την ελευθερία και τη δημοκρατία την περίοδο της ξενοκίνητης κομμουνιστικής ανταρσίας 1946-49, αυτοί που έπρεπε να πηγαίνουν πρώτοι στις κορυφογραμμές του Γράμμου και του Βιτσίου, διότι χάριν της θυσίας εκείνων, όχι μόνο αναπνέουν τον αέρα της ελευθερίας, αλλά και νέμονται τα αγαθά της νομής της εξουσίας. Απουσιάζουν γιατί τάχα οι αθόρυβες, λιτές και χωρίς τυμπανοκρουσίες δικές μας γιορτές «αναμοχλεύουν τα πάθη» και αποτελούν «γιορτές μίσους». Συμμετέχουν όμως χωρίς αιδώ σε όλες τις παρόμοιες εκδηλώσεις όσων
σήκωσαν τα όπλα κατά της πατρίδος και επεδίωξαν λυσσαλέα να την μετατρέψουν σε Λαϊκή Δημοκρατία, γιατί οι γιορτές τους είναι «γιορτές μνήμης».
Απουσιάζει αδικαιολογήτως, ως μη όφειλε, από τον ιερό χώρο του θυσιαστηρίου χιλιάδων Ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών ο εκάστοτε πρωθυπουργός της χώρας. Δεν απουσίασε όμως από την κηδεία του πλέον αιμοσταγούς Έλληνα της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας Καπετάν Γιώτη τον Μάιο του 2005, κι ούτε ντράπηκε να δηλώσει, ότι ο εκλιπών κομμουνιστοσυμμορίτης «συνέβαλε προσωπικά και καθοριστικά στην υπέρβαση των λαθών του παρελθόντος, στην εμπέδωση της δημοκρατίας και τη σταθερότητα της χώρας». Δεν ντράπηκε ακόμα να στείλει εκπρόσωπό του αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας στα εγκαίνια του μνημείου των φονευθέντων κομμουνιστοσυμμοριτών στον Γράμμο, τον Ιούλιο του 2006. Αν τα ανωτέρω δεν αποτελούν πολιτική ευήθεια, τότε αγγίζουν τα όρια ενός αδίστακτου και κυνικού πολιτικού αμοραλισμού. Ας έλθουμε όμως στο θέμα που για πρώτη φορά αναπτύσσεται από αυτό το βήμα και που είναι η συμβολή της Πολεμικής Αεροπορίας στη νίκη των Εθνικών Ενόπλων Δυνάμεων επί των κομμουνιστοσυμμοριτών, την περίοδο 1946-49.
Η έναρξη του Γ’ Γύρου της κομμουνιστικής ανταρσίας βρίσκει την Πολεμική Αεροπορία σε πολύ χαμηλό επίπεδο επιχειρησιακής ετοιμότητος. Το μεν ιπτάμενο προσωπικό είναι αποδεκατισμένο και καταβεβλημένο από τις συνεχείς μετακινήσεις του στην Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο, στην Λιβύη και στην Ιταλία και τις επικίνδυνες πολεμικές αποστολές του στην Κρήτη, στη Μήλο, στην Ιταλία και στην Αδριατική, τα δε πτητικά μέσα καταπονημένα από τις αμμοθύελλες της ερήμου, την αλμύρα της θάλασσας και τις χιλιάδες ώρες πτήσεων που έχουν εκτελέσει.
Έτσι τον πρώτο καιρό των επιχειρήσεων η αποτελεσματικότητα της Αεροπορίας είναι πτωχή, διότι στους παραπάνω λόγους πρέπει να προστεθούν και οι εξής:
α. Η τακτική των συμμοριτών να κτυπούν και να φεύγουν κρυπτόμενοι στις δασώδεις περιοχές.
β. Η έλλειψη πείρας των αεροπόρων σε επιχειρήσεις εγγύς αεροπορικής υποστηρίξεως.
γ. Ο μεγάλος χρόνος καθυστερήσεως μεταβιβάσεως των πληροφοριών από τον Στρατό στην Αεροπορία, με αποτέλεσμα να χάνουν την εγκαιρότητά τους.
δ. Η στάθμευση των τριών Πολεμικών Μοιρών στα αεροδρόμια Ελληνικού, Ελευσίνος και Σέδες, ήτοι πολύ μακράν της ζώνης επιχειρήσεων και
ε. Η ακαταλληλότητα των αεροσκαφών σε ρόλο βομβαρδισμού.
Οι ως άνω αδυναμίες έχουν εκληφθεί από την ηγεσία των συμμοριτών ως εκδήλωση συμπαθείας και συμπαραστάσεως των αεροπόρων στον απεχθή αγώνα τους. Δυστυχώς τα αισθήματα αυτά δεν θα αργήσουν να μεταστραφούν. Συγκεκριμένα όταν την 6η Απριλίου του 1947 δύναμη 450 συμμοριτών περικυκλώνει 150 άνδρες της Χωροφυλακής στο Λεοντάρι Δομοκού, η 335 Μοίρα Διώξεως Βομβαρδισμού, η οποία έχει μόλις μετασταθμεύσει στο αεροδρόμιο Λαρίσης αναλαμβάνει να τους δώσει ένα καλό μάθημα για τα πραγματικά αισθήματα των αεροπόρων.
Η δυσάρεστη αυτή έκπληξη των συμμοριτών θα αλλάξει άρδην τα αισθήματά τους έναντι των αεροπόρων, οι οποίοι παύουν πλέον να χαρακτηρίζονται «παιδιά του λαού», αλλά «φασίστες, εχθροί του λαού και γκάγκστερς του αέρος». Επιφυλάσσουν δε μαρτυρικό θάνατο σε όλους τους αεροπόρους που πέφτουν στα χέρια τους, όπως ο Ταγκαλάκης και ο Νεοχωρίτης στο Καϊμακτσαλάν, ο Τσούκας στο Καρπενήσι και άλλοι.
Το μίσος εναντίον των αεροπόρων είναι τόσο αμείλικτο, ώστε πέραν του πάθους με το οποίο κτυπούν κάθε αεροπλάνο που πετά πάνω από τις θέσεις τους και οργανώνουν σαμποτάζ εναντίον τους μέσα στις πόλεις για να τους εξοντώσουν. Δεν έχει συμπληρωθεί μήνας από το Βατερλό τους στο Λεοντάρι Δομοκού, όταν επιχειρούν δολοφονική επίθεση εναντίον λεωφορείου, το οποίο μεταφέρει Αξιωματικούς της Αεροπορίας από το ξενοδοχείο ΑΣΤΟΡΙΑ της Θεσσαλονίκης στο αεροδρόμιο του Σέδες. Κατά την επίθεση αυτή εναντίον του λεωφορείου με χειροβομβίδες θα βρουν τραγικό θάνατο τρεις σμηναγοί, δύο αεροπόροι και ένας τεχνικός, και ο σμηνίτης οδηγός του λεωφορείου.
Όμως το ηθικό των αεροπόρων δεν κάμπτεται και ο αγώνας τους θα συνεχιστεί μέχρι την τελική νίκη. Με την πάροδο του χρόνου, την απόκτηση πείρας υπό των χειριστών, τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ Αεροπορίας και Στρατού, την μεταστάθμευση των Πολεμικών Μοιρών εγγύς της ζώνης επιχειρήσεων, την παραλαβή των νέων αεροσκαφών SPITFIRES και την ευρεσιτεχνία των τεχνικών της Αεροπορίας να μετατρέψουν τα μεταφορικά αεροσκάφη DACOTA σε βομβαρδιστικά, η Πολεμική Αεροπορία θα αυξήσει την επιχειρησιακή της δύναμη και θα συμβάλλει αποτελεσματικά στον κοινό αγώνα.
Όσο όμως κι αν έχει αυξηθεί η μαχητικότητα του Στρατού, κι όσο κι αν έχει βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της Πολεμικής Αεροπορίας, ο αγώνας εξακολουθεί να είναι άνισος, σκληρός και δύσκολος, διότι οι μεν συμμορίτες αγωνίζονται από θέσεις φύσει οχυρές και εφοδιάζονται με πολεμικό υλικό από όλες σχεδόν τις Λαϊκές Δημοκρατίες, οι δε Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις μάχονται αβοήθητες. Ο λόγος είναι, ότι η μεν Αγγλική Κυβέρνηση αρνείται να μας βοηθήσει επικαλούμενη οικονομικούς λόγους, οι δε Ηνωμένες Πολιτείες με τη γνωστή αφέλειά τους θεωρούν τη σύρραξη «ως εμφύλια εσωτερική υπόθεση». Ευτυχώς όμως για τη χώρα μας ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα Μακ Βέϊν δεν συμμερίζεται την άποψη της Κυβερνήσεώς του. Με ένα συγκλονιστικό και αγωνιώδες τηλεγράφημά του διαμηνύει στο STATE DEPARTMENT, ότι « ο συμμοριτοπόλεμος στην Ελλάδα δεν είναι εμφύλιος, αλλά Σοβιετική επανάσταση, μέρος γενικοτέρου σχεδίου κομμουνιστικής κυριαρχίας στον κόσμο». Το τηλεγράφημα του Μακ Βέϊν θα αφυπνίσει την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία από εκείνη τη στιγμή θα ενισχύσει ποικιλοτρόπως τον αγώνα του Έθνους, μέχρι την τελική νίκη.
Την ίδια εποχή η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος αγωνίζεται λυσσαλέα δια του «Δημοκρατικού Στρατού», να καταλάβει μια επαρχιακή πόλη, να εγκαταστήσει την ψευτοκυβέρνηση του Βουνού και να επιτύχει έτσι τη διεθνή αναγνώρισή της. Όμως η μία μετά την άλλη οι προσπάθειές της αποτυγχάνουν, χάριν της μαχητικότητος του Στρατού και της Αεροπορίας. Έτσι μετά την Άμφισσα έρχεται η σειρά των Γρεβενών, των Ιωαννίνων, του Μετσόβου, της Νάουσας, της Φλώρινας και της Κόνιτσας, η οποία αποτελεί την τελευταία και πιο προετοιμασμένη προσπάθειά της και η οποία σώζεται, χάρη στην αυταπάρνηση των 406 μαχητών υπό τον γενναίο Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δόβα, αλλά και την αποφασιστική υποστήριξη της 335 Μοίρας Διώξεως Βομβαρδισμού της Πολεμικής Αεροπορίας, η οποία εγκαίρως μετασταθμεύει από τη Λάρισα στα Γιάννενα. Το διαρκές σφυροκόπημα των θέσεων των συμμοριτών με τα νέα αεροσκάφη SPITFIRES και ο διαρκής εφοδιασμός των ηρωικών υπερασπιστών της πόλεως με τα θρυλικά DACOTA έσωσαν κυριολεκτικά την πόλη μετά από μια εβδομαδιαία, μέχρι τελικής πτώσεως, πολιορκία.
Αν όμως η συμμετοχή της Πολεμικής Αεροπορίας καθ’ όλη τη διάρκεια του Συμμοριτοπολέμου συνέβαλε στην επιτυχία του αγώνος, η συμβολή της στην τελική νίκη, μετά την εφαρμογή του σχεδίου «Πυρσός», ήταν καθοριστική. Οι δυνατότητες των νεοπαραληφθέντων τότε, αμιγώς βομβαρδιστικών, αεροσκαφών HELDIVERS, τα οποία παρά την πεισματική αντίδραση των Άγγλων παραχωρήθηκαν στην Πολεμική μας Αεροπορία υπό των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και η γενναιότητα, ο ηρωισμός, η αυτοθυσία, η αποφασιστικότητα και η πίστη των αεροπόρων στον αγώνα, κατέστησαν το νέο οπλικό αυτό σύστημα φόβο και τρόμο των κομμουνιστοσυμμοριτών.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, ότι η εντός εικοσαημέρου συντριβή και ήττα των σκληροτράχηλων συμμοριτών, πέραν των αδιαμφισβητήτων ικανοτήτων του Στρατάρχου Παπάγου και της μαχητικότητας του Στρατού Ξηράς, φέρει και τη σφραγίδα της αγωνιστικότητος, της γενναιότητος και του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων Αεροπόρων. Τούτο εξ’ άλλου έχει αναγνωρισθεί δημοσίως από τους τότε στρατιωτικούς ηγέτες Στρατηγούς Κιτριλάκη, Μανιδάκη, Τσακαλώτο, Παπαδόπουλο κ.α.
Η προσφορά της Πολεμικής Αεροπορίας στο Συμμοριτοπόλεμο δεν είναι για τους περισσότερους Έλληνες πολύ γνωστή. Για να γίνει κατανοητή αναφέρουμε, ότι οι τρεις Πολεμικές Μοίρες SPITFIRES, τα τρία Σμήνη Αναγνωρίσεως με α/φ HARVARD'S και η Μοίρα Μεταφορών με τα θρυλικά DACOTA κατά τη διάρκεια του Συμμοριτοπολέμου εξετέλεσαν 27.793 αποστολές και συνεπλήρωσαν 46.398 ώρες πτήσεως. Η προσφορά αυτή γίνεται ακόμη πιο κατανοητή αν προστεθεί, ότι η Πολεμική Αεροπορία κατά την την ίδια περίοδο απώλεσε 49 χειριστάς, οι οποίοι αποτελούσαν το 25% περίπου της συνολικής της δυνάμεως την εποχή εκείνη.
Περαίνοντες οφείλουμε να ομολογήσουμε, ότι χάριν του αγώνος, αλλά και της θυσίας των αξιωματικών και οπλιτών του Στρατού Ξηράς και της Αεροπορίας, που άφησαν την τελευταία τους πνοή στις κορυφές των κακοτράχαλων και αφιλόξενων ακριτικών βουνών, αναπνέομε όλοι εμείς σήμερα τον αέρα της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Όσοι αγαπούμε την Ελλάδα και σεβόμαστε την ιστορία της τιμούμε τη θυσία τους και τους ευγνωμονούμε.
Όσο, για την φαρισαϊκή υποκρισία όσων αρνούνται να προσέλθουν στις λιτές αυτές τελετές μνήμης με το πρόσχημα, ότι δήθεν αποτελούν «γιορτές μίσους» τους απαντούμε: Όλοι εμείς που θρηνήσαμε θύματα κατά τη διάρκεια της αποτρόπαιας και εγκληματικής κομμουνιστικής ανταρσίας, έχομε πρώτοι εμπράκτως ενστερνισθεί τη λήθη και τους έχομε συγχωρήσει. Εκείνο όμως που αρνούμαστε πεισματικά να δεχθούμε, είναι η παραχάραξη της ιστορίας. Διότι αυτή περνάει πάνω από τους τάφους των χιλιάδων θυμάτων μας, η ιστορική σκύλευση των οποίων ισοδυναμεί με επαίσχυντη προδοσία.