ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΠΛΕΟΝ 22-ΧΡΟΝΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ , ΓΙΟΥ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΥΠΟΠΛΟΙΑΡΧΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ [...]
Ιωάννης Καραθανάσης: Ποιος τελικά θα μας εξηγήσει γιατί η στολή που φόραγε ο πατέρας μου έχει
τρύπες και κηλίδες αίματος;
Ιωάννης Καραθανάσης: Ποιος τελικά θα μας εξηγήσει γιατί η στολή που φόραγε ο πατέρας μου έχει
τρύπες και κηλίδες αίματος;
Συγκλονίζει η πρώτη (2016) συνέντευξη του τότε
21χρονου γιου του ήρωα Χριστόδουλου Καραθανάση, κυβερνήτη του ελικοπτέρου που κατέπεσε το βράδυ των Ιμίων. Τα συνταρακτικά λόγια για τον πατέρα του και την ιατροδικαστική εξέταση. Τι απαντά σε όσους επιχείρησαν να καπηλευθούν τη μνήμη του. Το μήνυμα που στέλνει στην πολιτεία.
21χρονου γιου του ήρωα Χριστόδουλου Καραθανάση, κυβερνήτη του ελικοπτέρου που κατέπεσε το βράδυ των Ιμίων. Τα συνταρακτικά λόγια για τον πατέρα του και την ιατροδικαστική εξέταση. Τι απαντά σε όσους επιχείρησαν να καπηλευθούν τη μνήμη του. Το μήνυμα που στέλνει στην πολιτεία.
Ξημερώματα 31ης Ιανουαρίου 1996. Η κρίση μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είναι στο αποκορύφωμά της και το ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού ίπταται πάνω από τα Ίμια αναγνωρίζοντας με τον προβολέα του, μέσα σε ακραία καιρικά φαινόμενα, τους Τούρκους κομάντος οι οποίοι έχουν καταλάβει την Δυτική Ίμια. Ακολουθούν τα δραματικά λεπτά που συγκλονίζουν ακόμη και σήμερα το πανελλήνιο.
5.04 ΓΕΝ: Το ελικόπτερο να επιστρέψει.
5.05 ΝΑΥΑΡΙΝΟ: Έχω απώλεια επαφής με το ελικόπτερο. Τελευταία του αναφορά EMERGENCY βόρεια από το σημείο του ενδιαφέροντος.
Ωρα 5.13 ΓΕΝ: Έχετε επικοινωνίες;
Ωρα 5.14 ΝΑΥΑΡΙΝΟ: Αρνητικό
Η Ελλάδα θρηνεί. Τα ελληνικά πολεμικά σκάφη και το αρχηγείο στην Αθήνα γνωρίζουν ότι το ελικόπτερο κατέπεσε και πλέον όλοι προσεύχονται να έχει σωθεί το πλήρωμα. Όμως οι προσευχές δεν εισακούστηκαν. Τρία παλικάρια, τρεις ήρωες, εκτελώντας το καθήκον τους, άφησαν την τελευταία τους πνοή και ξεκινά ένας αγώνας δρόμου για τον εντοπισμού του υποπλοιάρχου Χριστόδουλου Καραθανάση, του υποπλοιάρχου Παναγιώτη Βλαχάκου και του αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψού.
Πρώτος εντοπίζεται -σε μακρινή απόσταση- από το σημείο συντριβής ο κυβερνήτης Χριστόδουλος Καραθανάσης, βυθίζοντας στην θλίψη την οικογένειά του. Τους γονείς του και την γυναίκα του η οποία μόλις πριν από ένα χρόνο έχει φέρει στη ζωή το παιδί τους. Τον Ιωάννη, που η μοίρα θέλει να μεγαλώνει χωρίς πατέρα αλλά ταυτόχρονα με έναν πατέρα ήρωα που ολόκληρη η Ελλάδα μιλά ακόμη και σήμερα για εκείνον και την αυτοθυσία που έκανε.
Είκοσι χρόνια μετά ο Ιωάννης Καραθανάσης, ένα παιδί γεμάτο όνειρα, με μάτια γαλανά που αντανακλούν το μπλε της θάλασσας, τον τόπο που «αγκάλιασε» τον πατέρα του δίνει την πρώτη του συνέντευξη στο News247.
Ο 21χρονος Ιωάννης μιλά, στο News247, για την αποστολή θανάτου του πατέρα του, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θυσιάστηκε ο Χριστόδουλος Καραθανάσης και για την λατρεμένη του μητέρα, στέλνοντας παράλληλα ηχηρό μήνυμα στην πολιτεία.
«Όταν σκοτώθηκε ο πατέρας μου ήμουν μόλις ενός έτους. Από τα πρώτα κιόλας βήματά μου έμαθα να ζω χωρίς πατέρα. Ήταν το δεδομένο της ζωής μου και ουσιαστικά μεγάλωσα με την μητέρα μου η οποία είχε και τον ρόλο του πατέρα. Ζούσα όμως και με έναν ήρωα πατέρα και το βαρύ φορτίο που συνεπάγεται η απώλειά του. Όμως από ένα σημείο και μετά λειτουργούσα με απόλυτη συνείδηση. Θυμάμαι, για παράδειγμα στο δημοτικό να με ρωτούν οι συμμαθητές μου για τον πατέρα μου και εγώ να τους εξηγώ με ηρεμία όσα ήξερα για το ποιος ήταν και πως σκοτώθηκε”, αναφέρει στο News247 ο Ιωάννης που πλέον σήμερα σπουδάζει Αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο.
“Αγαπούσα από μωρό την Αρχιτεκτονική και δεν ήθελα να χτίσω μια καριέρα στο Πολεμικό Ναυτικό. Νομίζω -λέει με χαμόγελο- ότι ο κύκλος στις Ένοπλες Δυνάμεις έκλεισε με τον πατέρα μου, ενώ και ο παππούς μου έφτασε στον βαθμό του Ναυάρχου. Ήμουν όμως πολύ συνειδητοποιημένος από μικρός. Μου άρεσαν τα αρχαία ελληνικά και όσο θυμάμαι τον εαυτό μου έλεγα πως θέλω να γίνω αρχιτέκτονας. Ζωγράφιζα σπίτια, φωτογράφιζα σπίτια. Και να ζούσε, λοιπόν, ο πατέρας μου πάλι θα επέλεγα την Αρχιτεκτονική. Έχω μεγάλη λατρεία. Άλλωστε, έτσι μεγάλωσα. 'Ετσι με έμαθαν, να ακολουθώ αυτό που αγαπάω. Ο πατέρας μου, για παράδειγμα, λάτρευε τα ελικόπτερα και δεν κατατάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό επειδή ήταν ο παππούς μου. Άρα η συνέχεια στο Ναυτικό θα είναι λογικά, ως απλός ναύτης μόλις πάρω το πτυχίο μου” μας εξηγεί με χαρά, ενώ ρωτώντας τον για τον πατέρα του και πως τον έχει στο μυαλό του αρκεί ένα ακόμη χαμόγελο και η εξιστόρησή του:
“Η μητέρα μου τα κατάφερε. Στάθηκε, κράτησε. Αλλά, πρέπει να ακούσει την αλήθεια”
«Μια από τις πρώτες μου ερωτήσεις προς την μητέρα μου ήταν που είναι ο πατέρας μου και έπρεπε με κάποιον τρόπο να μου απαντήσει. Ευτυχώς ούτε η ίδια ούτε οι παππούδες μου, μου είπαν κάποια ανούσια δικαιολογία. Δεν μου είπαν, δηλαδή, ένα απλό και ξερό «λείπει ταξίδι». Μου εξήγησαν από την πρώτη στιγμή τι έχει γίνει, ενώ μεγαλώνοντας έψαξα, έμαθα και διάβασα τι ακριβώς έγινε και πως σκοτώθηκε.
Η μητέρα μου σπούδασε στη Γαλλία και παντρεύτηκε σε μικρή ηλικία τον πατέρα μου. Εγώ γεννήθηκα όταν ήταν 26 και στα 27 της χάνει τον πατέρα μου. Πέρασε πολύ δύσκολα. Από τη μια είχε να αντιμετωπίσει τα όσα ακούστηκαν για τον πατέρα μου και από την άλλη να αντιμετωπίσει το προσωπική της δράμα.
Στάθηκε όμως, κράτησε. Είχε τεράστια υποστήριξη από τους παππούδες μου και μεγάλη ψυχική δύναμη. Τα κατάφερε. Δεν αντέχει όμως την υποκρισία και το ψέμα και έχει μέσα της μια μεγάλη πικρία. Πρέπει να ακούσει μια συγγνώμη και να μάθει την αλήθεια. Η μόνη της απαίτηση είναι αυτή. Να της πουν την αλήθεια.
Θα σας έλεγα όμως ότι τελικά ο χαμός του πατέρα μου και ο τρόπος που με μεγάλωσε η μητέρα μου με έκαναν πιο δυνατό. Και εύχομαι να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες της ζωής με τη δύναμη και το θάρρος του πατέρα μου. Σε μια Ελλάδα, με αξίες, με σεβασμό”.
"Μου έλεγαν πως για να διαιωνιστεί η μνήμη του πατέρα μου θα έπρεπε να ανήκω στον χώρο τους και να ακολουθώ την δική τους πολιτική άποψη, με την οποία δεν είμαι σύμφωνος"
«Τις λεπτομέρειες τις μάθαινα σταδιακά από την μητέρα μου, ενώ τελειώνοντας το σχολείο άρχισα να ασχολούμαι εντατικά καθώς είχε ξεκινήσει η υπερεκμετάλλευση του θέματος. Ενώ, λοιπόν, είχα διαβάσει και ήξερα την βασική ιστορία γύρω από το θέμα, ρώτησα φίλους και συμμαθητές του πατέρα μου που ήξεραν πολλές λεπτομέρειες και προσπάθησα να μάθω περισσότερα, πιέζοντας την μητέρα μου να θυμηθεί όσα περισσότερα μπορούσε. Προσπάθησα επίσης να μάθω πως ήταν. Τι του άρεσε να κάνει, ποιες διακοπές του άρεσαν και πως έπινε τον καφέ του. Τις συνήθειες ενός ανθρώπου, του πατέρα που δεν έζησα ποτέ.
Άρα για ένα παιδί με έναν πατέρα νεκρό σε περίοδο οριακά πριν από τον πόλεμο το βάρος και η ευθύνη είναι τεράστια. Και όταν λέω ευθύνη, εννοώ το πώς θα διαχειριστώ εκτός των άλλων όλη αυτή την υπερπροβολή που έχει γίνει και την οποία εκμεταλλεύτηκαν διάφορες ομάδες. Και αναφέρομαι σε πολιτικές ομάδες οι οποίες είτε έλεγαν τρομερά αρνητικά για τον πατέρα μου, αμαυρώνοντας τον άνθρωπο Χριστόδουλο Καραθανάση είτε ισοπεδώνοντας την αξία του ως αξιωματικό. Ερχόμουν σε πολύ δύσκολη θέση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα κάποιους γνωστούς μου ακραίων οργανώσεων οι οποίοι μου μίλαγαν απαξιωτικά επειδή δεν τους υποστηρίζω. «Μου έλεγαν πως για να διαιωνιστεί η μνήμη του πατέρα μου θα έπρεπε να ανήκω στον χώρο τους και να ακολουθώ την δική τους πολιτική άποψη, με την οποία δεν είμαι σύμφωνος. Αυτοί οι άνθρωποι και αυτές οι ομάδες πρέπει να ξέρουν πως ούτε ο πατέρας μου ήταν ή θα γινόταν, ούτε εγώ ήμουν ή θα γίνω «φαν» της Χρυσής Αυγής»
Και από την άλλη πλευρά ένιωθα την πίεση της κοινωνίας, επειδή τολμάμε να έχουμε στο σπίτι μας την ελληνική σημαία. Μέχρι και φασίστα με έχουν αποκαλέσει μόνο και μόνο για την σημαία που κυματίζει στο μπαλκόνι μας”.
"Για ένα πράγμα, όμως, είμαστε σίγουροι. Το ελικόπτερο δεν έπεσε ούτε λόγω καιρού, ούτε μόνο του"
«Για εμάς δεν υπάρχουν σοβαρά ή μη ερωτήματα, τι έγινε και πως άφησε την τελευταία του πνοή ο πατέρας μου. Το θέμα είναι πότε θα υπάρξει μια σοβαρή αναγνώριση από το κράτος. Θα υπάρξει; Δυστυχώς είμαι πια αρκετά ώριμος να καταλάβω πως δεν πρόκειται να μας πουν τι ακριβώς έγινε. Πως σκοτώθηκε και γιατί τελικά όλα αυτά τα χρόνια κυριαρχεί το ψέμα.
Η οικογένειά μου, όλοι μας ξέρουμε τι έγινε, ακόμη και για τον τρόπο που διενήργησαν την ιατροδικαστική εξέταση, η οποία έχει πολλά κενά. Και αναφέρομαι στα συμπεράσματα που προέκυψαν.
Για ένα πράγμα, όμως, είμαστε σίγουροι. Το ελικόπτερο δεν έπεσε ούτε λόγω καιρού, ούτε μόνο του. Μάλιστα πριν χρόνια είχαν δημοσιευθεί και κάποιες φωτογραφίες που έδειχναν την κατάσταση του ελικοπτέρου. Δεν χρειαζόταν να γίνουν στόχοι, δεν έπρεπε να δοθεί εντολή να κατέβουν τόσο χαμηλά στο νησί, ούτε να μετρήσουν τους Τούρκους κομάντος έναν προς έναν.
Την αλήθεια την ξέρουμε και δεν θα μας την στερήσουν όσο και αν προσπαθούν. Το άψυχο σώμα του πατέρα μου βρέθηκε εκτός του ελικοπτέρου, ενώ ο Παναγιώτης Βλαχάκος και ο Έκτορας Γιαλοψός βρέθηκαν δεμένοι με τις ζώνες τους μέσα στο ελικόπτερο.
Ο πατέρας μου ζούσε την ώρα της πρόσκρουσης του ελικοπτέρου. Λύθηκε, πάλεψε αλλά δεν τα κατάφερε. Άρα δεν έπαθε ούτε ανακοπή, ούτε είχε κάποιο πρόβλημα με την καρδιά του. Πρέπει να σταματήσει αυτή η καραμέλα ότι και οι τρεις έπασχαν από κάτι».
“Ποιος τελικά θα μας εξηγήσει γιατί η στολή που φόραγε -την οποία έχουμε στο σπίτι μας- έχει τρύπες και κηλίδες αίματος"
«Ήταν πρώτοι στις σχολές τους, νέοι άνθρωποι, μάχιμοι και άρτια εκπαιδευμένοι. Άρα το πόρισμα που αναφέρει ότι είχε πρόβλημα με την καρδιά του και έριξε το ελικόπτερο, δεν ισχύει. Πως βγήκε και κολύμπησε. Θα ήθελα να τους παρακαλέσω να μας πουν.
Γιατί όμως συγκάλυψαν και την διενέργεια της νεκροψίας – νεκροτομής; Γιατί δεν άφησαν εκπρόσωπό μας να είναι μέσα;. Γιατί ο παππούς μου πιάστηκε στα χέρια με τον ιατροδικαστή; Και γιατί ουσιαστικά η ιατροδικαστική έκθεση βασίστηκε σε ένα πρόβλημα της καρδιάς που είχε η μητέρα του πατέρα μου και όχι ο ίδιος. Τι σχέση μπορεί να έχει το εκ γενετής πρόβλημα της γιαγιάς μου που δεν είναι κληρονομικό με τον πατέρα μου. Εκεί “πάτησαν” και προέκυψε ξαφνικά ότι ο πατέρας μου είχε πρόβλημα με την καρδιά του.
Γιατί η μητέρα μου και ο παππούς μου είδαν μόνο το κεφάλι του και δεν τους άφησαν να δουν το σώμα του; Γιατί ήταν καλυμμένο και γιατί φώναζε ο παππούς μου ότι το παιδί του δεν πνίγηκε;
Και ποιος τελικά θα μας εξηγήσει γιατί η στολή που φόραγε -την οποία έχουμε στο σπίτι μας- έχει τρύπες και κηλίδες αίματος, σημάδια που φανερώνουν πως ο θάνατός του δεν επήλθε από καρδιακό επεισόδιο.
Η υπόθεση συγκαλύφθηκε και το μόνο που ζητάω είναι να μάθουμε την αλήθεια».
“Ο πατέρας μου ήξερε ότι πάει για να πεθάνει. Άφησε το ρολόι του, δίπλωσε τα ρούχα του και είπε αυτά να δοθούν στην γυναίκα μου. Δεν δείλιασε ούτε λεπτό”
«Ο πατέρας μου ήξερε ότι θα πεθάνει. Ήξερε ότι θα ήταν η τελευταία του πτήση και για αυτό άλλωστε άφησε το ρολόι του, δίπλωσε τα ρούχα του και είπε αυτά να δοθούν στην γυναίκα μου.
Δεν ήταν η σειρά του να πάει και ο συνάδελφός του που είχε σειρά να πετάξει – που μου είναι και ιδιαίτερα συμπαθής- μου είπε ότι την ώρα που τον καλούσαν μίλαγε στο τηλέφωνο και στην ανάγκη να βρουν πλήρωμα πήραν τον πατέρα και πήγε εκείνος στην φρεγάτα «Ναυαρίνο». Αυτή είναι η μοίρα. Σας λέω και πάλι ήξερε ότι θα πεθάνει. Και πριν φύγει από το σπίτι, χαιρέτησε τον παππού μου, την μητέρα μου κάτι που δεν συνήθιζε κάθε φορά πριν φύγει για μια αποστολή. Τους αγκάλιασε, τους φίλησε και ζήτησε από τη στρατιωτική βάση να επιστραφεί το αυτοκίνητο στο σπίτι. Και όχι μόνο πήγε αλλά δεν δείλιασε ούτε στιγμή. Και μια λεπτομέρεια. Κάθε φορά πριν πετάξουν υπογράφουν ότι είναι σύμφωνοι για την πτήση που θα κάνουν. Εκείνος δεν υπέγραψε. Τους είπε με άλλα λόγια ότι ήταν κατά αυτής της πτήσης όμως πήγε εκτελώντας το καθήκον του».
“Μας προσβάλουν όταν λένε πως η Ελλάδα δεν έχει θαλάσσια σύνορα”
«Όμως αυτό που έχει αξία είναι η αυτοθυσία τους. Είτε έπεσαν από τις άσχημες καιρικές συνθήκες, είτε από βολές για εμάς είναι το ίδιο. Η υπέρτατη αξία είναι ότι γνωρίζανε ότι πάνε σε αποστολή αυτοκτονίας και πήγανε. Αυτό πρέπει πάση θυσία να είναι το σημερινό δίδαγμα. Από αυτή την μοιραία νύχτα πρέπει να κρατήσουμε το φωτεινό παράδειγμα αυτοθυσίας αυτών των ανθρώπων.
Γιατί πρέπει να βρούμε ξανά την αξιοπρέπειά μας. Να επανέλθει στο λεξιλόγιό μας και στις πράξεις μας. Η ατίμωση της πατρίδας πρέπει να σταματήσει και να μην ξεχνάμε ούτε τον Ηλιάκη ούτε κανέναν από τους νεκρούς μας.
Δεν μπορώ να ακούω, για παράδειγμα, από τον πρωθυπουργό ότι η Ελλάδα δεν έχει θαλάσσια σύνορα. Μας προσβάλει εμάς και τους προγόνους μας. Δεν μπορεί να λέει ο κ. Τσίπρας ότι ουσιαστικά η Ελλάδα είναι υπό των άλλων. Υπό των γειτόνων. Ζούμε σε μια ευαίσθητη περιοχή και δεν πρέπει να ακούγονται αυτά από το στόμα του εκάστοτε πρωθυπουργού. Όταν απευθύνονται στην πατρίδα πρέπει να είναι προσεκτικοί».
"Πέρασε η εποχή των δεξιών και των αριστερών. Η αυτοθυσία του πατέρα μου πρέπει να γίνει παράδειγμα για όλους"
«Έχουμε μια πανέμορφη χώρα. Την ομορφότερη και την αγαπάω ιδιαίτερα. Θέλω να μείνω στην Ελλάδα, γιατί η χώρα μας έχει τεράστιες δυνατότητες. Πρέπει να παλέψουμε για να μην μας απογοητεύει τόσο συχνά. Πρέπει να φτιάξουμε τα Πανεπιστήμια μας, τα νοσοκομεία μας, τις δημόσιες υπηρεσίες μας. Δεν γίνεται, για παράδειγμα, να κλείνουν οι σχολές μας για 5-6 μήνες και εμείς απλά να καθόμαστε. Αν όλοι κάναμε τη δουλειά μας σωστά τότε η Ελλάδα σήμερα θα ήταν διαφορετική. Ο πατέρας μου έκανε την δουλειά του και μάλιστα καλά. Αυτό πρέπει να ξαναβρούμε. Πρέπει πρώτα εμείς να δίνουμε το καλό παράδειγμα και να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας.
Πέρασε η εποχή των δεξιών και των αριστερών. Η αυτοθυσία του πατέρα μου πρέπει να γίνει παράδειγμα για όλους. Να υποστηρίζουμε τα εθνικά και ατομικά μας δικαιώματά και να μην ζούμε εις βάρος των διπλανών μας.
Η μητέρα μου και οι παππούδες μου με μεγάλωσαν να τιμώ την αυτοθυσία του πατέρα μου. Είναι άλλο να τιμάς την ιστορία σου και άλλο να φανατίζεσαι και στο κάτω – κάτω ας πάψουμε να ψάχνουμε τις εύκολες λύσεις. Ακόμη και ο πατέρας μου δεν επέλεξε την εύκολη λύση και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε”.
Ο Ιωάννης είναι ένα παιδί με πολλά χαρίσματα. Μιλάς μαζί του και νιώθεις όμορφα. Έχει την δύναμη να σε εμψυχώνει, να σε πηγαίνει παρακάτω και να σου μεταφέρει χωρίς κακία, ψευτοεγωισμούς και άλλα νεοελληνικά δήθεν κλισέ μια πραγματικότητα που την ώρα που δακρύζεις σε κάνει να χαμογελάς.
Το μόνο που ζητά είκοσι χρόνια από την θυσία του πατέρα του είναι να μάθει την αλήθεια πέρα και έξω από τα φώτα της δημοσιότητας. Και πρέπει να την μάθει.
ΠΗΓΗ
*** * ***
Νίκος Βλαχάκος: 22 χρόνια ντροπής. 22 χρόνια αναπάντητα ερωτήματα. Πείτε μας την αλήθεια..
Ο Νίκος Βλαχάκος ο αδελφός του συγκυβερνήτη του μοιραίου ελικοπτέρου το βράδυ των Ιμίων, μιλά στο News247 για την ανδρεία και την γενναιότητα του αδελφού του. Στέλνει μήνυμα στην πολιτεία ζητώντας να τον κοιτάξουν στα μάτια, να σταθούν στο ύψος της αυτοθυσίας των τριών αξιωματικών και να πουν την αλήθεια. Τι λέει για τα πληρώματα άλλων ελικοπτέρων που αρνήθηκαν να πετάξουν και για το «κατάπτυστο πόρισμα» όπως το χαρακτηρίζει
“«Να προσέχεις σε παρακαλώ» και ο Τάκης μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ»”. Αυτός είναι ο τελευταίος διάλογος που είχε ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος με τον αδελφό του Νίκο, λίγα εικοσιτετράωρα πριν καταπέσει το ελικόπτερο που επέβαινε ο αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου κατά την κορύφωση της κρίσης των Ιμίων.
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά της συνάντησής μας με τον αδελφό του Παναγιώτη Βλαχάκου ήξερες ότι η συζήτηση θα είναι συναισθηματικά φορτισμένη. Η γλώσσα του σώματος, η παρατεταμένη σιωπή, που λειτουργούσε ως φόρο τιμής στους νεκρούς αλλά και η μεταλαμπάδευση εθνικής υπερηφάνειας ήταν κάποια από τα στοιχεία που κυριάρχησαν σε αυτήν την τόσο ξεχωριστή συζήτηση. Και πώς να μην είναι ξεχωριστή όταν ο γιατρός Νίκος Βλαχάκος δεν έχασε απλά τον αγαπημένο του αδελφό. Έχασε ένα κομμάτι από τον ίδιο του τον εαυτού καθώς μετά τον θάνατο της μητέρας τους ο Νίκος και ο Τάκης, έγιναν κυριολεκτικά ένα.
Το δέσιμο που είχαν, όπως ο ίδιος εξηγεί στο News247, ήταν πολύ ισχυρό, ενώ ο μόλις ένας χρόνος διαφοράς ηλικίας, τους έκανε να βιώνουν με έναν μοναδικό τρόπο τις χαρές και τις λύπες. Μαζί περνούσαν ατελείωτες ώρες, έπαιζαν και γλένταγαν, ενώ μεγαλώνοντας ο ένας θαύμαζε τον άλλο για τα προτερήματά του. Όπως θυμάται ο Νίκος «μετά τον χαμό της μητέρας μας, μείναμε οι δυο μας με τον πατέρα μας στο σπίτι. Ο Τάκης εκείνη την περίοδο ήταν στην σχολή, εγώ σπούδαζα στην ιατρική και αντιμετωπίσαμε πολλά προβλήματα. Μαζί όμως τα ξεπεράσαμε, γιατί ο ένας έδινε και βοηθούσε τον άλλο».
Ο ξεχωριστός χαρακτήρας του Τάκη, φάνηκε στην Σχολή. «Ήταν ένα εξαιρετικό παιδί, καλός δόκιμος και έγινε ένας πολύ καλός αξιωματικός. Ήταν από εκείνους στον στρατό που δεν συμπεριφερόταν άσχημα στους κατώτερούς του. Δεν έριχνε ποινές και ήταν πολύ αγαπητός» θυμάται ο Νίκος, ενώ για το τραγικό συμβάν υπογράμμισε: «Είχε τεράστια εμπειρία ακόμη και στις νυχτερινές πτήσεις και γι’ αυτό επιλέχθηκε μαζί με τον Χριστόδουλο Καραθανάση να μετεκπαιδευτούν προκειμένου να παραλάβουν τα καινούρια ελικόπτερα C -Hawk εκείνης της εποχή. Εκπαιδευόντουσαν συνεχώς και ήταν πάντοτε η πρώτη επιλογή των ανωτέρων τους. Άρα – συμπληρώνει ο Νίκος Βλαχάκος- πως ξαφνικά προκύπτουν προβλήματα υγείας και τους επιρρίπτουν ανθρώπινο λάθος που οδήγησε στην πτώση του ελικοπτέρου;».
Τα ερωτήματα όμως για την θυσία του Παναγιώτη και των υπολοίπων δύο αξιωματικών παραμένουν αναπάντητα στο μυαλό του Νίκου. Είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά δεν γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη και στέλνει μια ύστατη κραυγή αγωνίας: «Να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών και να σταματήσουν να σπιλώνουν την μνήμη τους. Δεν θα κηρύξουμε πόλεμο, αλλά πρέπει με κάποιον τρόπο να ηρεμήσουμε. Ο πατέρας μου όπως και ο Ναύαρχος Καραθανάσης έφυγαν από αυτή τη ζωή με ένα γιατί και πως στο μυαλό τους. Γιατί και πώς έχασαν τα παιδιά τους. Ας το σεβαστούν».
“Ο Τάκης και το υπόλοιπο πλήρωμα είχαν τεράστια εμπειρία σε νυχτερινές πτήσεις. Είχαν πάνω από 600ώρες αντίστοιχων πτήσεων”
«Αποφοίτησε στους τρεις πρώτους στην Σχολή Δοκίμων και κάποια στιγμή ήταν αρχηγός τάξης και έγινε ένας αξιωματικός ο οποίους τηρούσε με ευλάβεια τα ιδανικά, που είχαμε πάρει από την οικογένειά μας. Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια και να μην θεωρηθεί σας παρακαλώ εθνικισμός. Έτσι μεγαλώσαμε. Ο πατέρας μας ήταν έφεδρος αξιωματικός, η μητέρα μας προερχόταν από στρατιωτική οικογένεια με καταγωγή από την Μάνη.
Μεγαλώσαμε με όλες τις αρχές και τις αξίες της εποχής του 1960. Εποχές σκληρές και όχι τόσο απελευθερωμένες όσο σήμερα. Μάθαμε να σεβόμαστε τον πατέρα μας, να τιμούμε την μητέρα μας και την οικογένειά μας. Να τιμούμε την πατρίδα και να έχουμε στην καρδιά μας τα ιδανικά και ιδεώδη του έθνους μας.
Πάντα το όνειρο του Τάκη ήταν να γίνει πιλότος. Μετά από μεγάλες θητείες σε πυραυλακάτους και αντιτορπιλικά του στόλου αποφάσισε να γίνει πιλότος στα ελικόπτερα και αυτό γιατί δεν υπέγραφε ο πατέρας μου να καταταχθεί στην Σχολή Ικάρων, που θα μπορούσε πολύ εύκολα με τους βαθμούς που είχε. Έδωσε λοιπόν, τις εξετάσεις του στα τέλη της δεκαετίας του ’80 αρχές του ’90 μπήκε πρώτος και τελείωσε πρώτος. Και έγινε συγκυβερνήτης στα Αγκούστα Μπελ.
Οι αποστολές που έκανε ήταν έρευνας και διάσωσης και πρόσφερε τις υπηρεσίες του σε δύσκολες στιγμές για την χώρα. Πέταγε σε απομακρυσμένα νησιά, σε απομονωμένα σημεία της χώρας όπου την χειμερινή περίοδο δεν υπήρχε άλλος τρόπος προσέγγισης. Μοίραζε τρόφιμα και φάρμακα σε ορεινές περιοχές, σε κατοίκους νησιών και έκανε διακομιδές, ενώ είχε αμέτρητες ώρες νυχτερινών πτήσεων. Σημειώστε πως μόνο το Πολεμικό Ναυτικό πετούσε νύχτα εκείνη την περίοδο και ειδικά για τις αεροδιακομηδές. Η εμπειρία, λοιπόν, σε νυχτερινές πτήσεις, του συγκεκριμένου πληρώματος και κάποιων άλλων πληρωμάτων ήταν τεράστια. Είχαν πάνω από 600ώρες αντίστοιχων πτήσεων.
Μάλιστα ο Χριστόδουλος και ο Τάκης είχαν επιλεγεί να μετεκπαιδευτούν προκειμένου να παραλάβουν τα καινούρια ελικόπτερα C -Hawk ανθυποβρυχιακού πολέμου. Εκπαιδευόντουσαν συνεχώς και ήταν πάντοτε η πρώτη επιλογή. Άρα πως την μια στιγμή είναι ικανοί πιλότοι, τους στέλνουν να μετεκπαιδευτούν και να παραλάβουν τα νέα διαμάντια του Πολεμικού Ναυτικού, και στην συνέχεια τους θεωρούν ανίκανους να πετάξουν νύχτα σε άσχημες καιρικές συνθήκες».
“Του είπα «να προσέχεις σε παρακαλώ» και εκείνος μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ». Ήταν η τελευταία φορά που του μίλησα…”
«Ο Τάκης δεν φοβόταν. Θυμάμαι όταν είχα τελειώσει το Πανεπιστήμιο έκανα το αγροτικό μου στις Σχοινούσες και μου είχε πει ο Τάκης: «Ξέρεις ότι τον χειμώνα ρίχνω ψωμί από το ελικόπτερο στους ανθρώπους του νησιού; Πως θα τα βγάλεις πέρα ως αγροτικός γιατρός;».
Μια μέρα πριν αναχωρήσει για την φρεγάτα Ναυαρίνο και ενώ ήμουν πλέον αγροτικός γιατρός στη Μάνη, έβλεπα την αναστάτωση στο Αιγαίο και ανησυχούσα. Τον πήρα τηλέφωνο -Κυριακή απόγευμα, θυμάμαι, 28 Ιανουαρίου 1996- και είπα στην γυναίκα του «ξύπνησέ τον θέλω να του μιλήσω». Εκείνο το Σαββατοκύριακο είχα εφημερία και θα επέστρεφα στο σπίτι το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Μετά από λίγη ώρα ήρθε στο τηλέφωνο και του λέω: «Είναι λίγο περίεργα τα πράγματα στο Αιγαίο και θέλω να προσέχεις. Να προσέχεις σε παρακαλώ» και εκείνος μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ».
Έκτοτε δεν ξαναμίλησα μαζί του. Ήταν η τελευταία φορά που τον άκουσα.
Ο Τάκης ήξερε τις δυνατότητες των συναδέλφων του, ήξερε τις δικές του και δεν φοβόταν. Δεν έκανε πίσω σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές. Κάποιοι άλλοι έκαναν, αλλά όχι ο στρατός. Δεν έκαναν πίσω αυτοί που ήταν στην πρώτη γραμμή και οι πραγματικοί Έλληνες το έχουν αποδείξει. Δεν κάνουν πίσω. Είχε, δηλαδή, μέχρι και την τελευταία στιγμή μεγάλο ενθουσιασμό και αυτοπεποίθηση που με γέμιζε περηφάνια. Φτάνοντας την επόμενη μέρα, Δευτέρα πλέον, στην φρεγάτα Ναυαρίνο, ήταν μαζί με τον Χριστόδουλο και τον Έκτορα που ήταν συμπαγές σαν πλήρωμα».
“Σε παραπλέοντα πολεμικά σκάφη υπήρχαν πληρώματα τα οποία ενώ κλήθηκαν να πετάξουν αρνήθηκαν. Ο Χριστόδουλος, ο Παναγιώτης και ο Έκτορας όμως δεν είπαν ποτέ όχι”..
«Τα όσα εκτυλίχθηκαν στην συνέχεια είναι πραγματικά συγκλονιστικά.
Την τραγική εκείνη νύχτα, γνωρίζουμε την στάση της πολιτικής ηγεσίας και ιδιαίτερα του Κώστα Σημίτη να προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση και να αναγκάζει τον Ναύαρχο Λυμπέρη να εγκαταλείψει το θάλαμο επιχειρήσεων. Την ίδια στιγμή τα τουρκικά μέσα επικοινωνίας έδειχναν την απόβαση των Τούρκων στη Δυτικά Ίμια, ενώ υπήρχε σε πλήρη εξέλιξη –όπως εκ των υστέρων μάθαμε- η εμπλοκή της Αμερικής να διατάζει την Ελλάδα να αποχωρεί από τα Ίμια παίρνοντας μαζί της και το ιερό της σύμβολο. Ο Σημίτης, όμως, σε συνεννόηση με τους τότε υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας, ήθελαν να διαπιστώσουν την ύπαρξη των Τούρκων κομάντος στο νησί. Έτσι δόθηκε εντολή να απονηωθεί το ελληνικό ελικόπτερο και να φωτίσει τους Τούρκους στρατιώτες.
Ο Χριστόδουλος, ο Τάκης και ο Έκτορας πράγματι έκαναν τέσσερις διελεύσεις πάνω από το νησί και τους διέταξαν να κάνουν μια ακόμη. Όλα αυτά την ώρα που σε πολιτικό επίπεδο οι Έλληνες ήταν έτοιμοι να δεχθούν το Αμερικανικό σχέδιο ώστε να οδηγηθούμε στην εκτόνωση της κρίσης και σε μια άνευ προηγουμένου ήττα. Εκεί, λοιπόν, ξεκινάνε τα μεγάλα ερωτήματα. Πως μπορούσαν να γνωρίζουν οι Τούρκοι κομάντος ότι το ελικόπτερο που πετά από πάνω τους, μέσα σε φοβερή κακοκαιρία, είναι φιλικό ή εχθρικό; Πως μπορούσαν να ξέρουν αν είναι ένα επιθετικό ελικόπτερο με βαρύ οπλισμό; Τι τους λέει το ένστικτο της επιβίωσης, όταν τους φωτίζει ένα ελικόπτερο σε απόσταση μόλις 18 μέτρων; Τι έκαναν τελικά; Έριξαν ή όχι;
Και όποιος αμφισβητεί την γενναιότητα του αδελφού μου και των υπολοίπων ας μάθουν και αυτό: στην ίδια φρεγάτα υπήρχε και ένα δεύτερο πλήρωμα που δεν είχε τόσο μεγάλη εμπειρία, ενώ σε παραπλέοντα πολεμικά σκάφη υπήρχαν πληρώματα τα οποία ενώ κλήθηκαν να πετάξουν αρνήθηκαν. Ο Χριστόδουλος, ο Παναγιώτης και ο Έκτορας όμως δεν είπαν ποτέ όχι. Είπαν θα πετάξουμε εμείς και όταν κάποιος που θέλησε να πετάξει με τον Χριστόδουλο, ο αδελφός μου τον σταμάτησε γιατί με τον Καραθανάση ήταν δίδυμο στις πτήσεις.
Όλη η επιχείρηση, λοιπόν, ήταν λάθος στημένη εξ αρχής ή αν θέλετε την κατεύθυναν άσχετοι άνθρωποι. Έστειλαν ένα ελικόπτερο μη οπλισμένο να αντιμετωπίσει μια κορυφαία εχθρική ομάδα, με τεράστια εμπειρία. Τελικά η επιμονή και εμμονή του τότε πρωθυπουργού τι νόημα είχε;
Όμως τα παιδιά ρίχτηκαν στη φωτιά, δεν φοβήθηκαν και είμαι σίγουρος ότι ο Τάκης, όπως και οι υπόλοιποι, πάλι το ίδιο θα έκαναν. Και σήμερα να ζούσε ο αδελφός μου το ίδιο θα έκανε. Με όσο άσχημες καιρικές συνθήκες και αν επικρατούσαν. Δεν έκανε πίσω ποτέ. Μα ποτέ».
“Να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών”
«Μέχρι στιγμής έχουμε μόνο ενδείξεις. Δεν έχουμε αποδείξεις. Ή τουλάχιστον υπάρχουν και δεν τις έχουμε μάθει. Τις κρατάνε επτασφράγιστο μυστικό. Σίγουρα συνέβη κάτι που δεν μας λένε. Πως έπεσε το ελικόπτερο; Όπως ανέφερε το κατάπτυστο πόρισμα των 13 σελίδων; Ότι ίσως έφταιγαν οι καιρικές συνθήκες, ότι αποκλείεται μηχανικό πρόβλημα, ότι αποκλείονται οι ριπές και έφτασαν στο τέλος να μιλάνε για ανθρώπινο λάθος και πως έχασε τον προσανατολισμό του ο πιλότος κάτι που είναι εξ ολοκλήρου αστείο.
Όταν βγήκε ο Αρσένης στην πρώτη του συνέντευξη κοντά στις 9 το πρωί, χωρίς να έχει βρεθεί το ελικόπτερο, χωρίς να έχουν βρεθεί οι αξιωματικοί, είπε ότι έπαθε βέρτιγκο ο πιλότος. Αυτά είναι αστεία και αυτοί που τον συμβούλεψαν να πει κάτι τέτοιο είναι αδαείς και δεν γνωρίζουν από στρατιωτικά θέματα. Δεν παθαίνεις βέρτιγκο με μικρή ταχύτητα. Δεν παθαίνεις βέρτιγκο από τις αντανακλάσεις του προβολέα. Εκτός εάν θέλησε να προκαταλάβει την εξέλιξη του πορίσματος και να κατευθύνει τελικά τα συμπεράσματα της πτώσης του ελικοπτέρου. Στην ουσία το πόρισμα δεν είπε ποτέ τίποτα.
Δυστυχώς, είκοσι χρόνια μετά παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί έπεσε το ελικόπτερο. Και είμαι σίγουρος ότι δεν έπεσε ούτε από ανθρώπινο λάθος, ούτε από τις καιρικές συνθήκες. Από κάτι άλλο ναι. Και αυτό που έχω ζητήσει είναι να βρεθεί κάποιος από την τότε πολιτική ηγεσία ή και από την σημερινή, να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών και να σταματήσουν να σπιλώνουν την μνήμη τους. Δεν θα κηρύξουμε κανέναν πόλεμο, αλλά πρέπει με κάποιον τρόπο να ηρεμήσουμε. Ο πατέρας μου όπως και ο Ναύαρχος Καραθανάσης έφυγαν από την ζωή με ένα γιατί και πως στο μυαλό τους. Γιατί και πώς έχασαν τα παιδιά τους. Έφυγαν όμως εθνικά υπερήφανοι που τα παιδιά τους πέθαναν για την πατρίδα».
“Φύλαξαν θερμοπύλες και είναι οι συνεχιστές της ιστορίας των προγόνων μας. Τα τρία αυτά παιδιά κράτησαν ψηλά το γόητρο του έθνους με τους πολιτικούς να τους μαστιγώνουν”
«Κάποτε είχα πει ότι η θυσία του αδελφού μου πήγε χαμένη γιατί η χώρα σιγά - σιγά πήρε μια φθίνουσα πορεία στα εθνικά της θέματα, ενώ ακόμη και σήμερα δηλώσεις όπως “η θάλασσα δεν έχει σύνορα” δείχνει τον εθνικό κατήφορο της πατρίδας μας.
Κατά μια έννοια, λοιπόν, ναι η θυσία του αδελφού μου πήγε χαμένη. Πήγε χαμένη γιατί υπερασπίστηκε δυο ελληνικούς βράχους στη μέση του πουθενά, οι οποίοι σήμερα χαρακτηρίζονται ως «αδέσποτα εδάφη». Και είναι αυτό για το οποίο είχε ορκιστεί ότι δεν θα παραχωρήσει σπιθαμή προς σπιθαμή ελληνικού εδάφους. Ο αδελφός μου και οι συνάδερφοί του το τήρησαν. Φύλαξαν θερμοπύλες και είναι οι συνεχιστές της ιστορίας των προγόνων μας. Και για αυτό γίνανε ήρωας. Δεν ήταν ήρωες. Ξεκίνησαν και έγιναν ήρωες. Όμως με την θυσία τους χάθηκαν και τα Ίμια και ας αρνούμαστε να το παραδεχθούμε.
Δεν πήγε χαμένη όμως για τις νέες γενιές. Εκεί έχω τις ελπίδες μου. Σε αυτούς πιστεύω και στα διδάγματα που θα αντλούν από τους τρεις σύγχρονους ήρωες της ιστορίας μας.
Όλα αυτά τα χρόνια ο απλός κόσμος, οι απλοί Έλληνες τους έχουν κάνει δικά τους παιδιά. Εκείνη την νύχτα η Ελλάδα ντροπιάστηκε. Την μια στιγμή ήμασταν υπερήφανοι βλέποντας ότι πάμε με τα καράβια μας και τον στρατό μας να δώσουμε μια μάχη και μονομιάς γίναμε ταπεινωμένοι σύμμαχοι. Και βρέθηκαν τρία παιδιά να κρατήσουν ψηλά το γόητρο όλου του έθνους με τους πολιτικούς να τους μαστιγώνουν».
“Ας αντλήσουμε δύναμη από τους νεκρούς αδελφούς μας ώστε να μην τσαλακωθεί για ακόμη μια φορά το γόητρό μας”
«Ήταν έτοιμοι να πεθάνουν. Γι αυτό άλλωστε πριν μπουν στο ελικόπτερο δίπλωσαν τα ρούχα τους και είπαν να τα δώσουν στις γυναίκες τους.
Στη διάρκεια αυτών των είκοσι ετών έχω συναντήσει μικρά παιδιά που αν και γεννήθηκαν εκείνη την εποχή νιώθουν μεγάλη συγκίνηση. Θέλουν να θυμούνται και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να θυσιαστούν για την πατρίδα μας.
Αυτή η θυσία πρέπει να μας δίνει δύναμη, ώστε να μαχόμαστε απέναντι σε όσους επιζητούν να υπονομεύουν την εθνική μας κυριαρχία. Ας αντλήσουμε δύναμη από τους νεκρούς αδελφούς μας ώστε να μην τσαλακωθεί για ακόμη μια φορά το γόητρό μας. Ας αποτελούν το φωτεινό παράδειγμα για να αγωνιζόμαστε και να είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε και να θυσιαστούμε για τα ιδανικά μας. Ας αποκτήσουμε επιτέλους συνείδηση για αυτήν την πατρίδα. Το αξίζει… »
Τελειώνοντας την δίωρη συζήτησή μας με τον ξεχωριστό άνθρωπο και επιστήμονα Νίκο Βλαχάκο δώσαμε ένα ακόμη ραντεβού, ελπίζοντας, τόσο ο ίδιος όσο και οι συγγενείς του Χριστόδουλου Καραθανάση και του Έκτορα Γιαλοψού να μάθουν την αλήθεια γύρω από τον χαμό των ανθρώπων τους και αναρωτηθήκαμε. Ένας Πατριώτης δεν θα βρεθεί στην μνήμη αυτών των Ηρώων;
ΠΗΓΗ
*** * ***
Μαρτυρία για τα Ίμια, 20 χρόνια μετά: 'Είδαμε την απόβαση των Τούρκων κομάντος'
Ιανουάριος 1996. Για την κρίση των Ιμίων, τα λάθη και τις παραλείψεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας εκείνης της εποχής έχουν χυθεί αμέτρητοι τόνοι μελανιού. Το τι έπρεπε να κάνουμε, γιατί τελικά πιαστήκαμε στον ύπνο, ενώ είχαμε το πλεονέκτημα και γιατί τελικά βγήκαμε βαριά πληγωμένοι και ηττημένοι από την Τουρκία είναι λίγο πολύ γνωστά.
Οι αποκαλύψεις που έχουν παρουσιαστεί τα προηγούμενα χρόνια για τον τρόπο που η Ελλάδα αντιμετώπισε την κρίση των Ιμίων είναι δεκάδες. Χαρακτηριστικά είναι άλλωστε τα επίσημα έγγραφα εξαίρετων δημοσιογράφων, όπως του Μιχάλη Ιγνατίου και του Αθανάσιου Έλλις, οι οποίοι αποκάλυψαν την πλήρη ανικανότητα διαχείρισης μιας τόσο σοβαρής κρίσης από ελληνικής πλευράς. Αποτέλεσμα όλων αυτών ο χαμός τριών ανθρώπων, τριών αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, του υποπλοίαρχου Χριστόδουλου Καραθανάση, του υποπλοίαρχου Παναγιώτη Βλαχάκου και του αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψού, οι οποίοι σκοτώθηκαν όταν το ελικόπτερο στο οποίο επέβαιναν κατέπεσε λίγα μέτρα ανοιχτά των Ιμίων τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου.
Οι άνθρωποι εκείνη την περίοδο που βρέθηκαν αγκαλιά με τον θάνατο ήταν πραγματικά ελάχιστοι. Από τη μια πλευρά οι δεκατέσσερις Έλληνες βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού που βρέθηκαν στην Ανατολική Ίμια, οι αξιωματικοί και οι ναύτες των πολεμικών πλοίων και από την άλλη μια ομάδα 30 βατραχανθρώπων του Λιμενικού Σώματος οι οποίοι μέσα στο σκοτάδι και παλεύοντας με τα κύματα του Αιγαίου περιπολούσαν την Μικρή και Μεγάλη Ίμια.
Τι έζησαν όμως οι πραγματικοί πρωταγωνιστές εκείνο το βράδυ. Τι είδαν και τι πιστεύουν ότι δεν πήγε καλά είκοσι χρόνια μετά. Το News247 συνομίλησε με έναν εκ των βατραχανθρώπων του Λ.Σ. ο οποίος αφηγείται όσα έζησε και μας μεταφέρει στην παγωμένη εκείνη κρίσιμη νύχτα που ο χρόνος σταμάτησε για το στάτους κβο στο Αιγαίο.
Στην καθιέρωση των «γκρίζων» ή και «παγωμένων», όσο και αν δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε, ζωνών.
Ακολουθούν όσα μας είπε πριν από λίγες μέρες ο ε.α. αξιωματικός του Λ.Σ. που εκείνη την περίοδο περιπολούσε στα Ίμια. Εμείς κρατήσαμε την ανωνυμία του, όπως μας το ζήτησε, ώστε να προστατεύσουμε την ταυτότητά του για προφανείς λόγους.
Σε επιφυλακή για 12 μέρες
«Στην κρίση των Ιμίων όπως καλά γνωρίζουμε υπήρξε μια κλιμάκωση από γεγονότα. Εμείς ήμασταν σε συνεχή επιφυλακή στην μονάδα μας και παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις σχετικά με τα όσα συνέβαιναν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η επιφυλακή κράτησε περίπου 12μέρες, περιμένοντας να μπούμε σε ένα C-130 και να μας μεταφέρει σε κάποιο κοντινό νησί, ώστε στη συνέχεια να μεταβούμε στα Ίμια. Σκοπός μας ήταν να βοηθήσουμε το έργο των βατραχανθρώπων του Πολεμικού Ναυτικού που βρίσκονταν στα Ίμια και να περιπολούμε την περιοχή. Από την πρώτη στιγμή ήμασταν έτοιμοι. Άλλωστε το γεγονός ότι ήμασταν τόσο καλά εκπαιδευμένοι μας έκανε ακόμη πιο δυνατούς. Δεν μας φόβιζε το παραμικρό και ήμασταν έτοιμοι για πόλεμο. Αυτό σκεφτόντουσαν όλα τα παιδιά. Ότι θα πάμε με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ακόμη και μιας σύρραξης με τους γείτονες. Μέρα με τη μέρα, λοιπόν, περιμέναμε την μεταφορά μας, ώστε να ξεκινήσουμε να περιπολούμε»
"Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο"
«Τελικά η διαταγή βγήκε. Το ΓΕΕΘΑ μας ενημέρωσε ότι θα μεταβούμε στην Κω και η μισή μονάδα περίπου 30 άτομα πήρε τον εξοπλισμό της και αποχώρησε. Θυμάμαι εκείνα τα λεπτά πριν μπούμε στο αεροπλάνο πόσο πειθαρχημένοι και γαλήνιοι ήμασταν. Υπήρχε μια εκπληκτική δύναμη σε όλη την ομάδα, στις ψυχές όλων των παιδιών. Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο. Γνωρίζαμε ότι πάμε στα Ίμια και ήμασταν έτοιμοι και δεν σας κρύβω πως όσοι έμειναν στην Μονάδα στεναχωρήθηκαν που δεν ήρθαν μαζί μας και μας εμψύχωναν όπως μπορούσαν.
Φτάνοντας στην Κω το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν τα τσάρτερ γεμάτα με κόσμο να αναχωρούν και αμέσως μετά βρεθήκαμε σε μια φιλική ταβέρνα, περιμένοντας ένα ψαράδικο να μας πάει στην Κάλυμνο. Θυμάμαι τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας να μας ρωτά και να απορεί για την κλιμάκωση της κατάστασης. «Ρε παιδιά γιατί σας έστειλαν εδώ; Εμείς είμαστε καλά με τους Τούρκους, έχω κουμπάρο Τούρκο, δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα» μας έλεγε.
Φτάσαμε στη Λέρο και αμέσως κατευθυνθήκαμε στο τοπικό λιμεναρχείο όπου αναμέναμε οδηγίες από τη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου. Οι οδηγίες όμως που είχαμε ήταν συγκεχυμένες και ξεκινήσαμε να περιπολούμε με ένα 11μετρο φουσκωτό στα Ίμια. Μια από εκείνες τις μέρες - λίγο πριν την κορύφωση της κρίσης-, μας πλησίασε ένα σκάφος με βατραχανθρώπους του Λ.Σ οι οποίοι φόραγαν ναυτικές φόρμες. Κόκκινες και μπλε. Μας είπαν ότι ύστερα από διαταγή πρέπει να τις βάλουμε και εμείς ώστε να μην μας αναγνωρίσουν οι Τούρκοι, όμως με ένα 11μετρο φουσκωτό του Λιμενικού τι νόημα είχε τελικά; Δεν τις φορέσαμε και μείναμε με τις φόρμες παραλλαγής μας».
"Όλοι μας πιστέψαμε ότι η εξέλιξη είναι τελικά προσχεδιασμένη"
«Φθάνοντας προς την κορύφωση των Ιμίων, το ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου, έβλεπες την ένταση να κορυφώνεται. Από τα πολεμικά πλοία που έφταναν στην περιοχή μέχρι και τις δεκάδες πτήσεις Ελληνικών και Τουρκικών μαχητικών στην ευρύτερη περιοχή.
Η διαταγή μας ήταν να περιπολούμε τα Ίμια και το βράδυ της κρίσης, ζήσαμε όλοι μας μια από τις χειρότερες καιρικές συνθήκες που βιώσαμε όσα χρόνια βρεθήκαμε στη θάλασσα. Θυμάμαι έκανα συνέχεια μανούβρες για να μην χτυπήσουμε στα βράχια των Ιμίων και όταν άστραφτε βλέπαμε τις φιγούρες των πολεμικών πλοίων, με μοναδικό βοήθημα μια πυξίδα και τους ασυρμάτους μας. Χωρίς ραντάρ ή άλλα μέσα. Οι ώρες περνούσαν και φτάσαμε σε ένα σημείο να μην αντέχουμε από το κρύο.
Το οξύμωρο όμως είναι πως μιλώντας μέσω ασυρμάτου με άλλο σκάφος μας μετάφεραν ότι το κλίμα από την Αθήνα έβαινε προς εκτόνωση και αναρωτιόμασταν τελικά τι κάνουμε εδώ; Τι θα γίνει; Έφευγε η ιδέα του πολέμου και όλοι μας πιστέψαμε ότι η εξέλιξη είναι τελικά προσχεδιασμένη».
"Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν"
«Όσο περνούσε η ώρα δεν υπήρχαν διαταγές για εμπλοκή. Ήταν ένα σκηνικό “φτιαγμένο – άφτιαχτο” και φθάνοντας πλέον τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου, νιώθαμε μια “θολούρα” διαταγών να κυριεύει την ελληνική πλευρά. Συνεχίσαμε όμως τις περιπολίες μας. Άλλωστε, με τα φουσκωτά μας δεν μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τα εχθρικά πολεμικά πλοία. Δεν είχαμε όργανα. Και δεν υπήρχε εντολή τι να κάνουμε αν οι Τούρκοι έκαναν κατάληψη στο νησί. Οι Τούρκοι όμως λειτούργησαν έξυπνα, κατέλαβαν τα Δυτικά Ίμια. Πέτυχαν γιατί εμείς αργήσαμε.
Την αποβατική ενέργεια των Τούρκων κομάντος την είδαμε. Μέσα σε αυτόν τον χαμό να λυσσομανάει ο αέρας και τα κύματα είδαμε μια τουρκική φρεγάτα να είναι πολύ κοντά στο νησί και να έχει ανοιχτό προβολέα για μικρό χρονικό διάστημα. Ακολούθησε κινητικότητα από μικρότερο σκάφος. Υπήρχε περίεργη κίνηση και καταλάβαμε πως με ένα μικρό σκάφος «έπιασαν» τα Δυτικά Ίμια και κάποια άτομα πάτησαν στο νησί. Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν. Ήταν μια εχθρική κίνηση για την οποία ενημερώσαμε.
Ήταν κοντά μας, δίπλα μας σε μικρή απόσταση ελληνικά πολεμικά πλοία και είμαι σίγουρος ότι και άλλα πληρώματα είδαν και εντόπισαν την απόβαση των Τούρκων. Κυρίως τους είδαν οι βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού.
Το τραγικό σε αυτές τις τόσο κρίσιμες στιγμές είναι ότι εμείς δεν είχαμε καμία ενημέρωση. Καμία διαταγή.
Μέσα στο κρύο και την τρικυμία άστραφτε και έβλεπες στον ορίζοντα πολεμικά πλοία να βρίσκονται παντού. Τι άλλο όμως θα μπορούσαμε να κάνουμε; Πέντε βατραχάνθρωποι πάνω σε ένα φουσκωτό. Να εξαντλήσουμε τα 400 φυσίγγια που είχαμε και να πεθάνουμε».
"Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο"
«Το ελικόπτερο δεν το ακούσαμε. Δυστυχώς, δεν μπορούσες να ακούσεις. Κανείς δεν νομίζω να το άκουσε παρά μόνο οι τούρκοι κομάντος οι οποίοι και το είδαν και το άκουσαν καθώς όλοι μας γνωρίζουμε λίγο πριν πέσει φώτισε με τον προβολέα του, τους δώδεκα τούρκους κομάντος.
Εκείνες τις ώρες ο «Θεός με τον Θεό έβρεχε» και την πτώση του ελικοπτέρου την μάθαμε μετά από λίγη ώρα με την εμπλοκή μας γύρω από το ελικόπτερο να ξεκινά όταν μας δόθηκε εντολή να βοηθήσουμε στην ανέλκυσή του επικουρικά στο βαθυσκάφος.
Κάποια τμήματα του ελικοπτέρου τα βγάλαμε και εμείς όμως το κυρίως έργο για την ανέλκυση πραγματοποίησε ο Κώστας Θωκταρίδης που είχε και τις εξειδικευμένες γνώσεις.
Σημασία έχει ότι τελικά θα μπορούσαμε να μην είχαμε χάσει τα τρία παλικάρια. Δεν θα έπρεπε να σηκωθεί το ελικόπτερο. Άλλωστε τι έκανε; Αναγνώριση με τον προβολέα αν είναι 10 ή 12 Τούρκοι πάνω στο νησάκι. Θα μπορούσε να το κάνει ένα φουσκωτό με ειδικό πλήρωμα. Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο, όπως και δεν μπορώ να πιστέψω ότι ένα τόσο ικανό πλήρωμα έπαθε όπως είπαν απώλεια προσανατολισμού και σκοτώθηκαν».
"Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν χαμένες"
«Από την επόμενη μέρα ξεκίνησε μια άλλη δύσκολη περίοδος. Δεχθήκαμε την απογοήτευση του κόσμου και κάποιες φορές την οργή των κατοίκων της Καλύμνου οι οποίοι μας έλεγαν γιατί υποστείλαμε την σημαία. Το ηθικό μας ήταν πεσμένο. Το ίδιο και το ηθικό των βατραχανθρώπων που ήταν επάνω στα Ίμια. Κάποιοι έκλαιγαν γιατί η ελληνική σημαία αποτελεί το διαρκές μνημόσυνο για όσους έχουν θυσιαστεί για την πατρίδα. Δεν είναι ένα πανί. Είναι η ψυχή των Ελλήνων. Όλων των Ελλήνων.
Όμως τι να έκαναν; Οι εντολές ήταν άλλες. Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν «χαμένες».
"Το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο"
«Πήγαμε αποφασισμένοι ότι θα γίνει σύρραξη. Έτσι είχαμε εκλάβει την αποστολή μας. Ήμασταν έτοιμοι να πολεμήσουμε. Όπως και όλοι όσοι βρεθήκαμε στην περιοχή. Όμως 20 χρόνια μετά αυτά που νιώθω είναι οργή και απογοήτευση. Ήμασταν όλες οι ειδικές δυνάμεις στην περιοχή και νομίζω τελικά πως έπρεπε εξ αρχής να επανδρωθούν και τα δυο νησιά με καταδρομείς. Η εκτίμησή μου είναι αυτή, αλλά οι τότε ανώτατοι αξιωματικοί άργησαν να σκεφτούν τα Δυτικά Ίμια.
Και θέλω να το ακούσει καλά ο κόσμος αυτό. Οι μόνοι που δεν είμαστε πολεμοχαρείς είμαστε εμείς. Ξέρουμε τις οδυνηρές συνέπειες ενός πολέμου. Εμείς ξέρουμε τις ζημιές που κάνουν τα όπλα και τα πυροβόλα. Είμαστε οι πρώτοι που δεν θέλουμε τον πόλεμο, ασχέτως αν η εκπαίδευσή μας είναι τέτοια ώστε να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε απειλή. Από όπου και αν προέρχεται. Γιατί όπως έχει πει και ο Βιργίλιος «αν θέλεις ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο» και το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο».
Η κρίση των Ιμίων ξεκίνησε στις 29 Δεκεμβρίου 1995 όταν το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας με απόρρητη νόταμ επικαλέστηκε ότι τα Ίμια είναι Τουρκικό έδαφος. Η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας ήταν γεγονός και η πρώτη εντολή από την τότε κυβέρνηση στο ΓΕΕΘΑ δόθηκε στις 17 Ιανουαρίου, ζητώντας να ενισχυθεί η επιτήρηση στην περιοχή, με αποκορύφωμα την 28η Ιανουαρίου όπου μετά από αίτημα του ΓΕΕΘΑ για έκτακτη συνάντηση στο ΥΠΕΞ με θέμα τα Ίμια η απάντηση ήταν αρνητική λόγω «φόρτου εργασίας!».
Τα λάθη ακολούθησαν το ένα το άλλο και τελικά έγινε αυτό που επιδίωκε η Τουρκία. Στα Ίμια δεν κυματίζει ελληνική σημαία και ουδείς μπορεί να ανέβει σε αυτή. Ηττηθήκαμε, λοιπόν, χωρίς καμία αμφιβολία, όμως ακόμη και σήμερα εν μέσω κρίσης, παραδείγματα όπως του πληρώματος του ελικοπτέρου και των ανθρώπων που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, λειτουργούν ως φάροι που δεν θα πάψουν να φέγγουν υπερασπιζόμενοι την εθνική μας κυριαρχία. Άλλωστε, όπως υπογράμμισε στο τέλος της συνομιλίας μας ο βατραχάνθρωπος του Λιμενικού και βρέθηκε όπως και οι συνάδερφοί του ένα βήμα πριν τον θάνατο «ότι και αν συμβεί στο μέλλον, οι σημερινοί κομάντος και βατραχάνθρωποι, ναύτες και αξιωματικοί θα είναι παρόντες για να διαφυλάξουν την ακεραιότητα της Ελλάδος» καταλήγοντας με νόημα: «Μπορεί να έχουμε και στον στρατό τεράστιες περικοπές, όμως περικοπές στην ψυχή και στην ανδρεία των ελλήνων δεν μπορεί να καταφέρει κανένα μνημόνιο».
ΠΗΓΗ
*** * ***
Νίκος Βλαχάκος: 22 χρόνια ντροπής. 22 χρόνια αναπάντητα ερωτήματα. Πείτε μας την αλήθεια..
Ο Νίκος Βλαχάκος ο αδελφός του συγκυβερνήτη του μοιραίου ελικοπτέρου το βράδυ των Ιμίων, μιλά στο News247 για την ανδρεία και την γενναιότητα του αδελφού του. Στέλνει μήνυμα στην πολιτεία ζητώντας να τον κοιτάξουν στα μάτια, να σταθούν στο ύψος της αυτοθυσίας των τριών αξιωματικών και να πουν την αλήθεια. Τι λέει για τα πληρώματα άλλων ελικοπτέρων που αρνήθηκαν να πετάξουν και για το «κατάπτυστο πόρισμα» όπως το χαρακτηρίζει
“«Να προσέχεις σε παρακαλώ» και ο Τάκης μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ»”. Αυτός είναι ο τελευταίος διάλογος που είχε ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος με τον αδελφό του Νίκο, λίγα εικοσιτετράωρα πριν καταπέσει το ελικόπτερο που επέβαινε ο αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου κατά την κορύφωση της κρίσης των Ιμίων.
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά της συνάντησής μας με τον αδελφό του Παναγιώτη Βλαχάκου ήξερες ότι η συζήτηση θα είναι συναισθηματικά φορτισμένη. Η γλώσσα του σώματος, η παρατεταμένη σιωπή, που λειτουργούσε ως φόρο τιμής στους νεκρούς αλλά και η μεταλαμπάδευση εθνικής υπερηφάνειας ήταν κάποια από τα στοιχεία που κυριάρχησαν σε αυτήν την τόσο ξεχωριστή συζήτηση. Και πώς να μην είναι ξεχωριστή όταν ο γιατρός Νίκος Βλαχάκος δεν έχασε απλά τον αγαπημένο του αδελφό. Έχασε ένα κομμάτι από τον ίδιο του τον εαυτού καθώς μετά τον θάνατο της μητέρας τους ο Νίκος και ο Τάκης, έγιναν κυριολεκτικά ένα.
Το δέσιμο που είχαν, όπως ο ίδιος εξηγεί στο News247, ήταν πολύ ισχυρό, ενώ ο μόλις ένας χρόνος διαφοράς ηλικίας, τους έκανε να βιώνουν με έναν μοναδικό τρόπο τις χαρές και τις λύπες. Μαζί περνούσαν ατελείωτες ώρες, έπαιζαν και γλένταγαν, ενώ μεγαλώνοντας ο ένας θαύμαζε τον άλλο για τα προτερήματά του. Όπως θυμάται ο Νίκος «μετά τον χαμό της μητέρας μας, μείναμε οι δυο μας με τον πατέρα μας στο σπίτι. Ο Τάκης εκείνη την περίοδο ήταν στην σχολή, εγώ σπούδαζα στην ιατρική και αντιμετωπίσαμε πολλά προβλήματα. Μαζί όμως τα ξεπεράσαμε, γιατί ο ένας έδινε και βοηθούσε τον άλλο».
Ο ξεχωριστός χαρακτήρας του Τάκη, φάνηκε στην Σχολή. «Ήταν ένα εξαιρετικό παιδί, καλός δόκιμος και έγινε ένας πολύ καλός αξιωματικός. Ήταν από εκείνους στον στρατό που δεν συμπεριφερόταν άσχημα στους κατώτερούς του. Δεν έριχνε ποινές και ήταν πολύ αγαπητός» θυμάται ο Νίκος, ενώ για το τραγικό συμβάν υπογράμμισε: «Είχε τεράστια εμπειρία ακόμη και στις νυχτερινές πτήσεις και γι’ αυτό επιλέχθηκε μαζί με τον Χριστόδουλο Καραθανάση να μετεκπαιδευτούν προκειμένου να παραλάβουν τα καινούρια ελικόπτερα C -Hawk εκείνης της εποχή. Εκπαιδευόντουσαν συνεχώς και ήταν πάντοτε η πρώτη επιλογή των ανωτέρων τους. Άρα – συμπληρώνει ο Νίκος Βλαχάκος- πως ξαφνικά προκύπτουν προβλήματα υγείας και τους επιρρίπτουν ανθρώπινο λάθος που οδήγησε στην πτώση του ελικοπτέρου;».
Τα ερωτήματα όμως για την θυσία του Παναγιώτη και των υπολοίπων δύο αξιωματικών παραμένουν αναπάντητα στο μυαλό του Νίκου. Είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά δεν γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη και στέλνει μια ύστατη κραυγή αγωνίας: «Να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών και να σταματήσουν να σπιλώνουν την μνήμη τους. Δεν θα κηρύξουμε πόλεμο, αλλά πρέπει με κάποιον τρόπο να ηρεμήσουμε. Ο πατέρας μου όπως και ο Ναύαρχος Καραθανάσης έφυγαν από αυτή τη ζωή με ένα γιατί και πως στο μυαλό τους. Γιατί και πώς έχασαν τα παιδιά τους. Ας το σεβαστούν».
“Ο Τάκης και το υπόλοιπο πλήρωμα είχαν τεράστια εμπειρία σε νυχτερινές πτήσεις. Είχαν πάνω από 600ώρες αντίστοιχων πτήσεων”
«Αποφοίτησε στους τρεις πρώτους στην Σχολή Δοκίμων και κάποια στιγμή ήταν αρχηγός τάξης και έγινε ένας αξιωματικός ο οποίους τηρούσε με ευλάβεια τα ιδανικά, που είχαμε πάρει από την οικογένειά μας. Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια και να μην θεωρηθεί σας παρακαλώ εθνικισμός. Έτσι μεγαλώσαμε. Ο πατέρας μας ήταν έφεδρος αξιωματικός, η μητέρα μας προερχόταν από στρατιωτική οικογένεια με καταγωγή από την Μάνη.
Μεγαλώσαμε με όλες τις αρχές και τις αξίες της εποχής του 1960. Εποχές σκληρές και όχι τόσο απελευθερωμένες όσο σήμερα. Μάθαμε να σεβόμαστε τον πατέρα μας, να τιμούμε την μητέρα μας και την οικογένειά μας. Να τιμούμε την πατρίδα και να έχουμε στην καρδιά μας τα ιδανικά και ιδεώδη του έθνους μας.
Πάντα το όνειρο του Τάκη ήταν να γίνει πιλότος. Μετά από μεγάλες θητείες σε πυραυλακάτους και αντιτορπιλικά του στόλου αποφάσισε να γίνει πιλότος στα ελικόπτερα και αυτό γιατί δεν υπέγραφε ο πατέρας μου να καταταχθεί στην Σχολή Ικάρων, που θα μπορούσε πολύ εύκολα με τους βαθμούς που είχε. Έδωσε λοιπόν, τις εξετάσεις του στα τέλη της δεκαετίας του ’80 αρχές του ’90 μπήκε πρώτος και τελείωσε πρώτος. Και έγινε συγκυβερνήτης στα Αγκούστα Μπελ.
Οι αποστολές που έκανε ήταν έρευνας και διάσωσης και πρόσφερε τις υπηρεσίες του σε δύσκολες στιγμές για την χώρα. Πέταγε σε απομακρυσμένα νησιά, σε απομονωμένα σημεία της χώρας όπου την χειμερινή περίοδο δεν υπήρχε άλλος τρόπος προσέγγισης. Μοίραζε τρόφιμα και φάρμακα σε ορεινές περιοχές, σε κατοίκους νησιών και έκανε διακομιδές, ενώ είχε αμέτρητες ώρες νυχτερινών πτήσεων. Σημειώστε πως μόνο το Πολεμικό Ναυτικό πετούσε νύχτα εκείνη την περίοδο και ειδικά για τις αεροδιακομηδές. Η εμπειρία, λοιπόν, σε νυχτερινές πτήσεις, του συγκεκριμένου πληρώματος και κάποιων άλλων πληρωμάτων ήταν τεράστια. Είχαν πάνω από 600ώρες αντίστοιχων πτήσεων.
Μάλιστα ο Χριστόδουλος και ο Τάκης είχαν επιλεγεί να μετεκπαιδευτούν προκειμένου να παραλάβουν τα καινούρια ελικόπτερα C -Hawk ανθυποβρυχιακού πολέμου. Εκπαιδευόντουσαν συνεχώς και ήταν πάντοτε η πρώτη επιλογή. Άρα πως την μια στιγμή είναι ικανοί πιλότοι, τους στέλνουν να μετεκπαιδευτούν και να παραλάβουν τα νέα διαμάντια του Πολεμικού Ναυτικού, και στην συνέχεια τους θεωρούν ανίκανους να πετάξουν νύχτα σε άσχημες καιρικές συνθήκες».
“Του είπα «να προσέχεις σε παρακαλώ» και εκείνος μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ». Ήταν η τελευταία φορά που του μίλησα…”
«Ο Τάκης δεν φοβόταν. Θυμάμαι όταν είχα τελειώσει το Πανεπιστήμιο έκανα το αγροτικό μου στις Σχοινούσες και μου είχε πει ο Τάκης: «Ξέρεις ότι τον χειμώνα ρίχνω ψωμί από το ελικόπτερο στους ανθρώπους του νησιού; Πως θα τα βγάλεις πέρα ως αγροτικός γιατρός;».
Μια μέρα πριν αναχωρήσει για την φρεγάτα Ναυαρίνο και ενώ ήμουν πλέον αγροτικός γιατρός στη Μάνη, έβλεπα την αναστάτωση στο Αιγαίο και ανησυχούσα. Τον πήρα τηλέφωνο -Κυριακή απόγευμα, θυμάμαι, 28 Ιανουαρίου 1996- και είπα στην γυναίκα του «ξύπνησέ τον θέλω να του μιλήσω». Εκείνο το Σαββατοκύριακο είχα εφημερία και θα επέστρεφα στο σπίτι το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Μετά από λίγη ώρα ήρθε στο τηλέφωνο και του λέω: «Είναι λίγο περίεργα τα πράγματα στο Αιγαίο και θέλω να προσέχεις. Να προσέχεις σε παρακαλώ» και εκείνος μου απάντησε: «Μην φοβάσαι τίποτα αδελφέ».
Έκτοτε δεν ξαναμίλησα μαζί του. Ήταν η τελευταία φορά που τον άκουσα.
Ο Τάκης ήξερε τις δυνατότητες των συναδέλφων του, ήξερε τις δικές του και δεν φοβόταν. Δεν έκανε πίσω σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές. Κάποιοι άλλοι έκαναν, αλλά όχι ο στρατός. Δεν έκαναν πίσω αυτοί που ήταν στην πρώτη γραμμή και οι πραγματικοί Έλληνες το έχουν αποδείξει. Δεν κάνουν πίσω. Είχε, δηλαδή, μέχρι και την τελευταία στιγμή μεγάλο ενθουσιασμό και αυτοπεποίθηση που με γέμιζε περηφάνια. Φτάνοντας την επόμενη μέρα, Δευτέρα πλέον, στην φρεγάτα Ναυαρίνο, ήταν μαζί με τον Χριστόδουλο και τον Έκτορα που ήταν συμπαγές σαν πλήρωμα».
“Σε παραπλέοντα πολεμικά σκάφη υπήρχαν πληρώματα τα οποία ενώ κλήθηκαν να πετάξουν αρνήθηκαν. Ο Χριστόδουλος, ο Παναγιώτης και ο Έκτορας όμως δεν είπαν ποτέ όχι”..
«Τα όσα εκτυλίχθηκαν στην συνέχεια είναι πραγματικά συγκλονιστικά.
Την τραγική εκείνη νύχτα, γνωρίζουμε την στάση της πολιτικής ηγεσίας και ιδιαίτερα του Κώστα Σημίτη να προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση και να αναγκάζει τον Ναύαρχο Λυμπέρη να εγκαταλείψει το θάλαμο επιχειρήσεων. Την ίδια στιγμή τα τουρκικά μέσα επικοινωνίας έδειχναν την απόβαση των Τούρκων στη Δυτικά Ίμια, ενώ υπήρχε σε πλήρη εξέλιξη –όπως εκ των υστέρων μάθαμε- η εμπλοκή της Αμερικής να διατάζει την Ελλάδα να αποχωρεί από τα Ίμια παίρνοντας μαζί της και το ιερό της σύμβολο. Ο Σημίτης, όμως, σε συνεννόηση με τους τότε υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας, ήθελαν να διαπιστώσουν την ύπαρξη των Τούρκων κομάντος στο νησί. Έτσι δόθηκε εντολή να απονηωθεί το ελληνικό ελικόπτερο και να φωτίσει τους Τούρκους στρατιώτες.
Ο Χριστόδουλος, ο Τάκης και ο Έκτορας πράγματι έκαναν τέσσερις διελεύσεις πάνω από το νησί και τους διέταξαν να κάνουν μια ακόμη. Όλα αυτά την ώρα που σε πολιτικό επίπεδο οι Έλληνες ήταν έτοιμοι να δεχθούν το Αμερικανικό σχέδιο ώστε να οδηγηθούμε στην εκτόνωση της κρίσης και σε μια άνευ προηγουμένου ήττα. Εκεί, λοιπόν, ξεκινάνε τα μεγάλα ερωτήματα. Πως μπορούσαν να γνωρίζουν οι Τούρκοι κομάντος ότι το ελικόπτερο που πετά από πάνω τους, μέσα σε φοβερή κακοκαιρία, είναι φιλικό ή εχθρικό; Πως μπορούσαν να ξέρουν αν είναι ένα επιθετικό ελικόπτερο με βαρύ οπλισμό; Τι τους λέει το ένστικτο της επιβίωσης, όταν τους φωτίζει ένα ελικόπτερο σε απόσταση μόλις 18 μέτρων; Τι έκαναν τελικά; Έριξαν ή όχι;
Και όποιος αμφισβητεί την γενναιότητα του αδελφού μου και των υπολοίπων ας μάθουν και αυτό: στην ίδια φρεγάτα υπήρχε και ένα δεύτερο πλήρωμα που δεν είχε τόσο μεγάλη εμπειρία, ενώ σε παραπλέοντα πολεμικά σκάφη υπήρχαν πληρώματα τα οποία ενώ κλήθηκαν να πετάξουν αρνήθηκαν. Ο Χριστόδουλος, ο Παναγιώτης και ο Έκτορας όμως δεν είπαν ποτέ όχι. Είπαν θα πετάξουμε εμείς και όταν κάποιος που θέλησε να πετάξει με τον Χριστόδουλο, ο αδελφός μου τον σταμάτησε γιατί με τον Καραθανάση ήταν δίδυμο στις πτήσεις.
Όλη η επιχείρηση, λοιπόν, ήταν λάθος στημένη εξ αρχής ή αν θέλετε την κατεύθυναν άσχετοι άνθρωποι. Έστειλαν ένα ελικόπτερο μη οπλισμένο να αντιμετωπίσει μια κορυφαία εχθρική ομάδα, με τεράστια εμπειρία. Τελικά η επιμονή και εμμονή του τότε πρωθυπουργού τι νόημα είχε;
Όμως τα παιδιά ρίχτηκαν στη φωτιά, δεν φοβήθηκαν και είμαι σίγουρος ότι ο Τάκης, όπως και οι υπόλοιποι, πάλι το ίδιο θα έκαναν. Και σήμερα να ζούσε ο αδελφός μου το ίδιο θα έκανε. Με όσο άσχημες καιρικές συνθήκες και αν επικρατούσαν. Δεν έκανε πίσω ποτέ. Μα ποτέ».
“Να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών”
«Μέχρι στιγμής έχουμε μόνο ενδείξεις. Δεν έχουμε αποδείξεις. Ή τουλάχιστον υπάρχουν και δεν τις έχουμε μάθει. Τις κρατάνε επτασφράγιστο μυστικό. Σίγουρα συνέβη κάτι που δεν μας λένε. Πως έπεσε το ελικόπτερο; Όπως ανέφερε το κατάπτυστο πόρισμα των 13 σελίδων; Ότι ίσως έφταιγαν οι καιρικές συνθήκες, ότι αποκλείεται μηχανικό πρόβλημα, ότι αποκλείονται οι ριπές και έφτασαν στο τέλος να μιλάνε για ανθρώπινο λάθος και πως έχασε τον προσανατολισμό του ο πιλότος κάτι που είναι εξ ολοκλήρου αστείο.
Όταν βγήκε ο Αρσένης στην πρώτη του συνέντευξη κοντά στις 9 το πρωί, χωρίς να έχει βρεθεί το ελικόπτερο, χωρίς να έχουν βρεθεί οι αξιωματικοί, είπε ότι έπαθε βέρτιγκο ο πιλότος. Αυτά είναι αστεία και αυτοί που τον συμβούλεψαν να πει κάτι τέτοιο είναι αδαείς και δεν γνωρίζουν από στρατιωτικά θέματα. Δεν παθαίνεις βέρτιγκο με μικρή ταχύτητα. Δεν παθαίνεις βέρτιγκο από τις αντανακλάσεις του προβολέα. Εκτός εάν θέλησε να προκαταλάβει την εξέλιξη του πορίσματος και να κατευθύνει τελικά τα συμπεράσματα της πτώσης του ελικοπτέρου. Στην ουσία το πόρισμα δεν είπε ποτέ τίποτα.
Δυστυχώς, είκοσι χρόνια μετά παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί έπεσε το ελικόπτερο. Και είμαι σίγουρος ότι δεν έπεσε ούτε από ανθρώπινο λάθος, ούτε από τις καιρικές συνθήκες. Από κάτι άλλο ναι. Και αυτό που έχω ζητήσει είναι να βρεθεί κάποιος από την τότε πολιτική ηγεσία ή και από την σημερινή, να κοιτάξουν στα μάτια τα αδέλφια των νεκρών αξιωματικών και να μας πουν την αλήθεια. Πρέπει να σταθούν στο ύψος της θυσίας αυτών των παιδιών και να σταματήσουν να σπιλώνουν την μνήμη τους. Δεν θα κηρύξουμε κανέναν πόλεμο, αλλά πρέπει με κάποιον τρόπο να ηρεμήσουμε. Ο πατέρας μου όπως και ο Ναύαρχος Καραθανάσης έφυγαν από την ζωή με ένα γιατί και πως στο μυαλό τους. Γιατί και πώς έχασαν τα παιδιά τους. Έφυγαν όμως εθνικά υπερήφανοι που τα παιδιά τους πέθαναν για την πατρίδα».
“Φύλαξαν θερμοπύλες και είναι οι συνεχιστές της ιστορίας των προγόνων μας. Τα τρία αυτά παιδιά κράτησαν ψηλά το γόητρο του έθνους με τους πολιτικούς να τους μαστιγώνουν”
«Κάποτε είχα πει ότι η θυσία του αδελφού μου πήγε χαμένη γιατί η χώρα σιγά - σιγά πήρε μια φθίνουσα πορεία στα εθνικά της θέματα, ενώ ακόμη και σήμερα δηλώσεις όπως “η θάλασσα δεν έχει σύνορα” δείχνει τον εθνικό κατήφορο της πατρίδας μας.
Κατά μια έννοια, λοιπόν, ναι η θυσία του αδελφού μου πήγε χαμένη. Πήγε χαμένη γιατί υπερασπίστηκε δυο ελληνικούς βράχους στη μέση του πουθενά, οι οποίοι σήμερα χαρακτηρίζονται ως «αδέσποτα εδάφη». Και είναι αυτό για το οποίο είχε ορκιστεί ότι δεν θα παραχωρήσει σπιθαμή προς σπιθαμή ελληνικού εδάφους. Ο αδελφός μου και οι συνάδερφοί του το τήρησαν. Φύλαξαν θερμοπύλες και είναι οι συνεχιστές της ιστορίας των προγόνων μας. Και για αυτό γίνανε ήρωας. Δεν ήταν ήρωες. Ξεκίνησαν και έγιναν ήρωες. Όμως με την θυσία τους χάθηκαν και τα Ίμια και ας αρνούμαστε να το παραδεχθούμε.
Δεν πήγε χαμένη όμως για τις νέες γενιές. Εκεί έχω τις ελπίδες μου. Σε αυτούς πιστεύω και στα διδάγματα που θα αντλούν από τους τρεις σύγχρονους ήρωες της ιστορίας μας.
Όλα αυτά τα χρόνια ο απλός κόσμος, οι απλοί Έλληνες τους έχουν κάνει δικά τους παιδιά. Εκείνη την νύχτα η Ελλάδα ντροπιάστηκε. Την μια στιγμή ήμασταν υπερήφανοι βλέποντας ότι πάμε με τα καράβια μας και τον στρατό μας να δώσουμε μια μάχη και μονομιάς γίναμε ταπεινωμένοι σύμμαχοι. Και βρέθηκαν τρία παιδιά να κρατήσουν ψηλά το γόητρο όλου του έθνους με τους πολιτικούς να τους μαστιγώνουν».
“Ας αντλήσουμε δύναμη από τους νεκρούς αδελφούς μας ώστε να μην τσαλακωθεί για ακόμη μια φορά το γόητρό μας”
«Ήταν έτοιμοι να πεθάνουν. Γι αυτό άλλωστε πριν μπουν στο ελικόπτερο δίπλωσαν τα ρούχα τους και είπαν να τα δώσουν στις γυναίκες τους.
Στη διάρκεια αυτών των είκοσι ετών έχω συναντήσει μικρά παιδιά που αν και γεννήθηκαν εκείνη την εποχή νιώθουν μεγάλη συγκίνηση. Θέλουν να θυμούνται και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να θυσιαστούν για την πατρίδα μας.
Αυτή η θυσία πρέπει να μας δίνει δύναμη, ώστε να μαχόμαστε απέναντι σε όσους επιζητούν να υπονομεύουν την εθνική μας κυριαρχία. Ας αντλήσουμε δύναμη από τους νεκρούς αδελφούς μας ώστε να μην τσαλακωθεί για ακόμη μια φορά το γόητρό μας. Ας αποτελούν το φωτεινό παράδειγμα για να αγωνιζόμαστε και να είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε και να θυσιαστούμε για τα ιδανικά μας. Ας αποκτήσουμε επιτέλους συνείδηση για αυτήν την πατρίδα. Το αξίζει… »
Τελειώνοντας την δίωρη συζήτησή μας με τον ξεχωριστό άνθρωπο και επιστήμονα Νίκο Βλαχάκο δώσαμε ένα ακόμη ραντεβού, ελπίζοντας, τόσο ο ίδιος όσο και οι συγγενείς του Χριστόδουλου Καραθανάση και του Έκτορα Γιαλοψού να μάθουν την αλήθεια γύρω από τον χαμό των ανθρώπων τους και αναρωτηθήκαμε. Ένας Πατριώτης δεν θα βρεθεί στην μνήμη αυτών των Ηρώων;
ΠΗΓΗ
*** * ***
Μαρτυρία για τα Ίμια, 20 χρόνια μετά: 'Είδαμε την απόβαση των Τούρκων κομάντος'
Ιανουάριος 1996. Για την κρίση των Ιμίων, τα λάθη και τις παραλείψεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας εκείνης της εποχής έχουν χυθεί αμέτρητοι τόνοι μελανιού. Το τι έπρεπε να κάνουμε, γιατί τελικά πιαστήκαμε στον ύπνο, ενώ είχαμε το πλεονέκτημα και γιατί τελικά βγήκαμε βαριά πληγωμένοι και ηττημένοι από την Τουρκία είναι λίγο πολύ γνωστά.
Οι αποκαλύψεις που έχουν παρουσιαστεί τα προηγούμενα χρόνια για τον τρόπο που η Ελλάδα αντιμετώπισε την κρίση των Ιμίων είναι δεκάδες. Χαρακτηριστικά είναι άλλωστε τα επίσημα έγγραφα εξαίρετων δημοσιογράφων, όπως του Μιχάλη Ιγνατίου και του Αθανάσιου Έλλις, οι οποίοι αποκάλυψαν την πλήρη ανικανότητα διαχείρισης μιας τόσο σοβαρής κρίσης από ελληνικής πλευράς. Αποτέλεσμα όλων αυτών ο χαμός τριών ανθρώπων, τριών αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, του υποπλοίαρχου Χριστόδουλου Καραθανάση, του υποπλοίαρχου Παναγιώτη Βλαχάκου και του αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψού, οι οποίοι σκοτώθηκαν όταν το ελικόπτερο στο οποίο επέβαιναν κατέπεσε λίγα μέτρα ανοιχτά των Ιμίων τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου.
Οι άνθρωποι εκείνη την περίοδο που βρέθηκαν αγκαλιά με τον θάνατο ήταν πραγματικά ελάχιστοι. Από τη μια πλευρά οι δεκατέσσερις Έλληνες βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού που βρέθηκαν στην Ανατολική Ίμια, οι αξιωματικοί και οι ναύτες των πολεμικών πλοίων και από την άλλη μια ομάδα 30 βατραχανθρώπων του Λιμενικού Σώματος οι οποίοι μέσα στο σκοτάδι και παλεύοντας με τα κύματα του Αιγαίου περιπολούσαν την Μικρή και Μεγάλη Ίμια.
Τι έζησαν όμως οι πραγματικοί πρωταγωνιστές εκείνο το βράδυ. Τι είδαν και τι πιστεύουν ότι δεν πήγε καλά είκοσι χρόνια μετά. Το News247 συνομίλησε με έναν εκ των βατραχανθρώπων του Λ.Σ. ο οποίος αφηγείται όσα έζησε και μας μεταφέρει στην παγωμένη εκείνη κρίσιμη νύχτα που ο χρόνος σταμάτησε για το στάτους κβο στο Αιγαίο.
Στην καθιέρωση των «γκρίζων» ή και «παγωμένων», όσο και αν δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε, ζωνών.
Ακολουθούν όσα μας είπε πριν από λίγες μέρες ο ε.α. αξιωματικός του Λ.Σ. που εκείνη την περίοδο περιπολούσε στα Ίμια. Εμείς κρατήσαμε την ανωνυμία του, όπως μας το ζήτησε, ώστε να προστατεύσουμε την ταυτότητά του για προφανείς λόγους.
Σε επιφυλακή για 12 μέρες
«Στην κρίση των Ιμίων όπως καλά γνωρίζουμε υπήρξε μια κλιμάκωση από γεγονότα. Εμείς ήμασταν σε συνεχή επιφυλακή στην μονάδα μας και παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις σχετικά με τα όσα συνέβαιναν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η επιφυλακή κράτησε περίπου 12μέρες, περιμένοντας να μπούμε σε ένα C-130 και να μας μεταφέρει σε κάποιο κοντινό νησί, ώστε στη συνέχεια να μεταβούμε στα Ίμια. Σκοπός μας ήταν να βοηθήσουμε το έργο των βατραχανθρώπων του Πολεμικού Ναυτικού που βρίσκονταν στα Ίμια και να περιπολούμε την περιοχή. Από την πρώτη στιγμή ήμασταν έτοιμοι. Άλλωστε το γεγονός ότι ήμασταν τόσο καλά εκπαιδευμένοι μας έκανε ακόμη πιο δυνατούς. Δεν μας φόβιζε το παραμικρό και ήμασταν έτοιμοι για πόλεμο. Αυτό σκεφτόντουσαν όλα τα παιδιά. Ότι θα πάμε με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ακόμη και μιας σύρραξης με τους γείτονες. Μέρα με τη μέρα, λοιπόν, περιμέναμε την μεταφορά μας, ώστε να ξεκινήσουμε να περιπολούμε»
"Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο"
«Τελικά η διαταγή βγήκε. Το ΓΕΕΘΑ μας ενημέρωσε ότι θα μεταβούμε στην Κω και η μισή μονάδα περίπου 30 άτομα πήρε τον εξοπλισμό της και αποχώρησε. Θυμάμαι εκείνα τα λεπτά πριν μπούμε στο αεροπλάνο πόσο πειθαρχημένοι και γαλήνιοι ήμασταν. Υπήρχε μια εκπληκτική δύναμη σε όλη την ομάδα, στις ψυχές όλων των παιδιών. Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο. Γνωρίζαμε ότι πάμε στα Ίμια και ήμασταν έτοιμοι και δεν σας κρύβω πως όσοι έμειναν στην Μονάδα στεναχωρήθηκαν που δεν ήρθαν μαζί μας και μας εμψύχωναν όπως μπορούσαν.
Φτάνοντας στην Κω το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν τα τσάρτερ γεμάτα με κόσμο να αναχωρούν και αμέσως μετά βρεθήκαμε σε μια φιλική ταβέρνα, περιμένοντας ένα ψαράδικο να μας πάει στην Κάλυμνο. Θυμάμαι τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας να μας ρωτά και να απορεί για την κλιμάκωση της κατάστασης. «Ρε παιδιά γιατί σας έστειλαν εδώ; Εμείς είμαστε καλά με τους Τούρκους, έχω κουμπάρο Τούρκο, δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα» μας έλεγε.
Φτάσαμε στη Λέρο και αμέσως κατευθυνθήκαμε στο τοπικό λιμεναρχείο όπου αναμέναμε οδηγίες από τη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου. Οι οδηγίες όμως που είχαμε ήταν συγκεχυμένες και ξεκινήσαμε να περιπολούμε με ένα 11μετρο φουσκωτό στα Ίμια. Μια από εκείνες τις μέρες - λίγο πριν την κορύφωση της κρίσης-, μας πλησίασε ένα σκάφος με βατραχανθρώπους του Λ.Σ οι οποίοι φόραγαν ναυτικές φόρμες. Κόκκινες και μπλε. Μας είπαν ότι ύστερα από διαταγή πρέπει να τις βάλουμε και εμείς ώστε να μην μας αναγνωρίσουν οι Τούρκοι, όμως με ένα 11μετρο φουσκωτό του Λιμενικού τι νόημα είχε τελικά; Δεν τις φορέσαμε και μείναμε με τις φόρμες παραλλαγής μας».
"Όλοι μας πιστέψαμε ότι η εξέλιξη είναι τελικά προσχεδιασμένη"
«Φθάνοντας προς την κορύφωση των Ιμίων, το ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου, έβλεπες την ένταση να κορυφώνεται. Από τα πολεμικά πλοία που έφταναν στην περιοχή μέχρι και τις δεκάδες πτήσεις Ελληνικών και Τουρκικών μαχητικών στην ευρύτερη περιοχή.
Η διαταγή μας ήταν να περιπολούμε τα Ίμια και το βράδυ της κρίσης, ζήσαμε όλοι μας μια από τις χειρότερες καιρικές συνθήκες που βιώσαμε όσα χρόνια βρεθήκαμε στη θάλασσα. Θυμάμαι έκανα συνέχεια μανούβρες για να μην χτυπήσουμε στα βράχια των Ιμίων και όταν άστραφτε βλέπαμε τις φιγούρες των πολεμικών πλοίων, με μοναδικό βοήθημα μια πυξίδα και τους ασυρμάτους μας. Χωρίς ραντάρ ή άλλα μέσα. Οι ώρες περνούσαν και φτάσαμε σε ένα σημείο να μην αντέχουμε από το κρύο.
Το οξύμωρο όμως είναι πως μιλώντας μέσω ασυρμάτου με άλλο σκάφος μας μετάφεραν ότι το κλίμα από την Αθήνα έβαινε προς εκτόνωση και αναρωτιόμασταν τελικά τι κάνουμε εδώ; Τι θα γίνει; Έφευγε η ιδέα του πολέμου και όλοι μας πιστέψαμε ότι η εξέλιξη είναι τελικά προσχεδιασμένη».
"Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν"
«Όσο περνούσε η ώρα δεν υπήρχαν διαταγές για εμπλοκή. Ήταν ένα σκηνικό “φτιαγμένο – άφτιαχτο” και φθάνοντας πλέον τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου, νιώθαμε μια “θολούρα” διαταγών να κυριεύει την ελληνική πλευρά. Συνεχίσαμε όμως τις περιπολίες μας. Άλλωστε, με τα φουσκωτά μας δεν μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τα εχθρικά πολεμικά πλοία. Δεν είχαμε όργανα. Και δεν υπήρχε εντολή τι να κάνουμε αν οι Τούρκοι έκαναν κατάληψη στο νησί. Οι Τούρκοι όμως λειτούργησαν έξυπνα, κατέλαβαν τα Δυτικά Ίμια. Πέτυχαν γιατί εμείς αργήσαμε.
Την αποβατική ενέργεια των Τούρκων κομάντος την είδαμε. Μέσα σε αυτόν τον χαμό να λυσσομανάει ο αέρας και τα κύματα είδαμε μια τουρκική φρεγάτα να είναι πολύ κοντά στο νησί και να έχει ανοιχτό προβολέα για μικρό χρονικό διάστημα. Ακολούθησε κινητικότητα από μικρότερο σκάφος. Υπήρχε περίεργη κίνηση και καταλάβαμε πως με ένα μικρό σκάφος «έπιασαν» τα Δυτικά Ίμια και κάποια άτομα πάτησαν στο νησί. Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν. Ήταν μια εχθρική κίνηση για την οποία ενημερώσαμε.
Ήταν κοντά μας, δίπλα μας σε μικρή απόσταση ελληνικά πολεμικά πλοία και είμαι σίγουρος ότι και άλλα πληρώματα είδαν και εντόπισαν την απόβαση των Τούρκων. Κυρίως τους είδαν οι βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού.
Το τραγικό σε αυτές τις τόσο κρίσιμες στιγμές είναι ότι εμείς δεν είχαμε καμία ενημέρωση. Καμία διαταγή.
Μέσα στο κρύο και την τρικυμία άστραφτε και έβλεπες στον ορίζοντα πολεμικά πλοία να βρίσκονται παντού. Τι άλλο όμως θα μπορούσαμε να κάνουμε; Πέντε βατραχάνθρωποι πάνω σε ένα φουσκωτό. Να εξαντλήσουμε τα 400 φυσίγγια που είχαμε και να πεθάνουμε».
"Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο"
«Το ελικόπτερο δεν το ακούσαμε. Δυστυχώς, δεν μπορούσες να ακούσεις. Κανείς δεν νομίζω να το άκουσε παρά μόνο οι τούρκοι κομάντος οι οποίοι και το είδαν και το άκουσαν καθώς όλοι μας γνωρίζουμε λίγο πριν πέσει φώτισε με τον προβολέα του, τους δώδεκα τούρκους κομάντος.
Εκείνες τις ώρες ο «Θεός με τον Θεό έβρεχε» και την πτώση του ελικοπτέρου την μάθαμε μετά από λίγη ώρα με την εμπλοκή μας γύρω από το ελικόπτερο να ξεκινά όταν μας δόθηκε εντολή να βοηθήσουμε στην ανέλκυσή του επικουρικά στο βαθυσκάφος.
Κάποια τμήματα του ελικοπτέρου τα βγάλαμε και εμείς όμως το κυρίως έργο για την ανέλκυση πραγματοποίησε ο Κώστας Θωκταρίδης που είχε και τις εξειδικευμένες γνώσεις.
Σημασία έχει ότι τελικά θα μπορούσαμε να μην είχαμε χάσει τα τρία παλικάρια. Δεν θα έπρεπε να σηκωθεί το ελικόπτερο. Άλλωστε τι έκανε; Αναγνώριση με τον προβολέα αν είναι 10 ή 12 Τούρκοι πάνω στο νησάκι. Θα μπορούσε να το κάνει ένα φουσκωτό με ειδικό πλήρωμα. Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο, όπως και δεν μπορώ να πιστέψω ότι ένα τόσο ικανό πλήρωμα έπαθε όπως είπαν απώλεια προσανατολισμού και σκοτώθηκαν».
"Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν χαμένες"
«Από την επόμενη μέρα ξεκίνησε μια άλλη δύσκολη περίοδος. Δεχθήκαμε την απογοήτευση του κόσμου και κάποιες φορές την οργή των κατοίκων της Καλύμνου οι οποίοι μας έλεγαν γιατί υποστείλαμε την σημαία. Το ηθικό μας ήταν πεσμένο. Το ίδιο και το ηθικό των βατραχανθρώπων που ήταν επάνω στα Ίμια. Κάποιοι έκλαιγαν γιατί η ελληνική σημαία αποτελεί το διαρκές μνημόσυνο για όσους έχουν θυσιαστεί για την πατρίδα. Δεν είναι ένα πανί. Είναι η ψυχή των Ελλήνων. Όλων των Ελλήνων.
Όμως τι να έκαναν; Οι εντολές ήταν άλλες. Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν «χαμένες».
"Το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο"
«Πήγαμε αποφασισμένοι ότι θα γίνει σύρραξη. Έτσι είχαμε εκλάβει την αποστολή μας. Ήμασταν έτοιμοι να πολεμήσουμε. Όπως και όλοι όσοι βρεθήκαμε στην περιοχή. Όμως 20 χρόνια μετά αυτά που νιώθω είναι οργή και απογοήτευση. Ήμασταν όλες οι ειδικές δυνάμεις στην περιοχή και νομίζω τελικά πως έπρεπε εξ αρχής να επανδρωθούν και τα δυο νησιά με καταδρομείς. Η εκτίμησή μου είναι αυτή, αλλά οι τότε ανώτατοι αξιωματικοί άργησαν να σκεφτούν τα Δυτικά Ίμια.
Και θέλω να το ακούσει καλά ο κόσμος αυτό. Οι μόνοι που δεν είμαστε πολεμοχαρείς είμαστε εμείς. Ξέρουμε τις οδυνηρές συνέπειες ενός πολέμου. Εμείς ξέρουμε τις ζημιές που κάνουν τα όπλα και τα πυροβόλα. Είμαστε οι πρώτοι που δεν θέλουμε τον πόλεμο, ασχέτως αν η εκπαίδευσή μας είναι τέτοια ώστε να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε απειλή. Από όπου και αν προέρχεται. Γιατί όπως έχει πει και ο Βιργίλιος «αν θέλεις ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο» και το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο».
Η κρίση των Ιμίων ξεκίνησε στις 29 Δεκεμβρίου 1995 όταν το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας με απόρρητη νόταμ επικαλέστηκε ότι τα Ίμια είναι Τουρκικό έδαφος. Η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας ήταν γεγονός και η πρώτη εντολή από την τότε κυβέρνηση στο ΓΕΕΘΑ δόθηκε στις 17 Ιανουαρίου, ζητώντας να ενισχυθεί η επιτήρηση στην περιοχή, με αποκορύφωμα την 28η Ιανουαρίου όπου μετά από αίτημα του ΓΕΕΘΑ για έκτακτη συνάντηση στο ΥΠΕΞ με θέμα τα Ίμια η απάντηση ήταν αρνητική λόγω «φόρτου εργασίας!».
Τα λάθη ακολούθησαν το ένα το άλλο και τελικά έγινε αυτό που επιδίωκε η Τουρκία. Στα Ίμια δεν κυματίζει ελληνική σημαία και ουδείς μπορεί να ανέβει σε αυτή. Ηττηθήκαμε, λοιπόν, χωρίς καμία αμφιβολία, όμως ακόμη και σήμερα εν μέσω κρίσης, παραδείγματα όπως του πληρώματος του ελικοπτέρου και των ανθρώπων που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, λειτουργούν ως φάροι που δεν θα πάψουν να φέγγουν υπερασπιζόμενοι την εθνική μας κυριαρχία. Άλλωστε, όπως υπογράμμισε στο τέλος της συνομιλίας μας ο βατραχάνθρωπος του Λιμενικού και βρέθηκε όπως και οι συνάδερφοί του ένα βήμα πριν τον θάνατο «ότι και αν συμβεί στο μέλλον, οι σημερινοί κομάντος και βατραχάνθρωποι, ναύτες και αξιωματικοί θα είναι παρόντες για να διαφυλάξουν την ακεραιότητα της Ελλάδος» καταλήγοντας με νόημα: «Μπορεί να έχουμε και στον στρατό τεράστιες περικοπές, όμως περικοπές στην ψυχή και στην ανδρεία των ελλήνων δεν μπορεί να καταφέρει κανένα μνημόνιο».
ΠΗΓΗ