Ο ΕΛΑΣ άπλωσε το χέρι του μακριά –εναντίον των συμμάχων και των Εθνικών Δυνάμεων- και του κόπηκε !
Το ΕΑΜ/ΚΚΕ ξεκίνησε την επίθεση στις εθνικές δυνάμεις στην Αθήνα, γιατί μαζί με τα άλλα λάθη του φαίνεται ότι είχε πιστέψει τη
δική του προπαγάνδα ότι οι μισοί Έλληνες είχαν γίνει φίλοι του ΕΑΜ και για τον «ατρόμητο ΕΛΑΣ»! Το πραγματικό ποσοστό των πραγματικών φίλων του ΕΑΜ ήταν πολύ μικρότερο, ενώ η μαχητική ἐπίδοση τῆς πλειοψηφίας τῶν ἀνταρτῶν τοῦ ΕΛΑΣ δέν ἦταν καθόλου ἱκανοποιητική. Στά Δεκεμβριανά, παρά τήν ἀσφυκτική πίεση τῶν καπετάνιων τους, οἱ ἁπλοί ἀντάρτες δέν ἔδειχναν μεγάλη διάθεση νά πολεμήσουν. Ἀποτέλεσμα ἦταν οἱ μαζικές λιποταξίες καί ἡ αἰχμαλωσία χιλιάδων ἀνταρτῶν, κυρίως ἀπό τούς Βρετανούς.
δική του προπαγάνδα ότι οι μισοί Έλληνες είχαν γίνει φίλοι του ΕΑΜ και για τον «ατρόμητο ΕΛΑΣ»! Το πραγματικό ποσοστό των πραγματικών φίλων του ΕΑΜ ήταν πολύ μικρότερο, ενώ η μαχητική ἐπίδοση τῆς πλειοψηφίας τῶν ἀνταρτῶν τοῦ ΕΛΑΣ δέν ἦταν καθόλου ἱκανοποιητική. Στά Δεκεμβριανά, παρά τήν ἀσφυκτική πίεση τῶν καπετάνιων τους, οἱ ἁπλοί ἀντάρτες δέν ἔδειχναν μεγάλη διάθεση νά πολεμήσουν. Ἀποτέλεσμα ἦταν οἱ μαζικές λιποταξίες καί ἡ αἰχμαλωσία χιλιάδων ἀνταρτῶν, κυρίως ἀπό τούς Βρετανούς.
Γιά παράδειγμα, ο ταγματάρχης Βαζαῖος, διοικητής του 6ου συντάγματος Κορινθίας του ΕΛΑΣ που έλαβε μέρος στα Δεκςεμβριανά, στά Ἀπομνημονεύματά του ἀναφέρει ὅτι τό 6ο σύνταγμα* ολόκληρη τήν περίοδο τῆς δράσης του το 1943-44 εἶχε συνολικά 147 νεκρούς. Εξ αυτών, στά Δεκεμβριανά εἶχε 80 νεκρούς, 100 περίπου τραυματίες καί 140 ἀγνοούμενους. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν ἀγνοουμένων ἦταν λιποτάκτες. Ἡ λιποταξία ἀπό τίς τάξεις τοῦ ΕΛΑΣ στήν Ἀθήνα ἦταν ἐξαιρετικά διαδεδομένη καί εὔκολη νά γίνει. Μάλιστα,γιά τούς μόνιμους ἀξιωματικούς τοῦ στρατοῦ πού εἶχαν καταταγεῖ στόν ΕΛΑΣ ὑπό πίεση, ἦταν εὐκαιρία νά διαχωρίσουν τή θέση τους λιποτακτώντας. Ὅσοι δέν τό ἔκαναν, εἶχαν μετά μεγάλη δυσκολία νά πείσουν ὅτι δέν εἶχαν τελικά προσχωρήσει ἐθελοντικά στόν ΕΛΑΣ.
Μερικά από τα άλλα σοβαρά λάθη του ΕΑΜ/ΚΚΕ τον Δεκέμβριο του 1944:
1. Δεν πίστεψαν ότι οι Βρετανοί θα τους πολεμούσαν. Περίμεναν ότι θα παρέμεναν θεατές και ειρηνευτές όπως στην Πελοπόννησο όταν ο ΕΛΑΣ εμάχετο τα Τάγματα Ασφαλείας,
2. Υποτίμησαν την υποστήριξη των ηγετών της Μεγάλης Βρετανίας στον βασιλιά Γεώργιο Β΄ και την επιθυμία τους να επιστρέψει στην Ελλάδα ως εγγύηση της παραμονής της στη σφαίρα επιρροής της Μεγάλης Βρετανίας. Έτσι δεν έκριναν σωστά μέχρι που ήταν διατεθειμένος να φθάσει ο Τσώρτσιλ για να επιτύχει τη συντριβή του ΕΛΑΣ,
3. Στην Πελοπόννησο δεν είχαν περιοριστεί στη στρατιωτική νίκη επί των ΤΑ, αλλά προέβησαν και στη σφαγή χιλιάδων αιχμαλώτων και αμάχων. Το ίδιο έκαναν και στο Κιλκίς. Αυτό ΓΙΓΑΝΤΩΣΕ τους αντιπάλους τους στην Αθήνα, με πρώτους τα μέλη της «Χ» στο Θησείο και τους Χωροφύλακες στο σύνταγμα Μακρυγιάννη, που πολέμησαν με απίστευτη γεναιότητα και πάθος έναντι πολλαπλασίων αντιπάλων.
4. Απέτυχαν να κρίνουν σωστά την αντίδραση των Βρετανών στην ανταρσία των κομμουνιστών στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις στη Μέση Ανατολή, και τις συνέπειες της ανταρσίας για το ΚΚΕ. Οι μέν Βρετανοί αρνήθηκαν να δεχθούν μονάδες που διοικούνταν από κομμουνιστές και φυλάκισαν τους στασιαστές, ενώ οι άνδρες των μονάδων που απέμειναν, με πρώτους τους αξιωματικούς και στρατιώτες της Γ' Ορεινής Ταξιαρχίας, ήταν 100% αντίθετοι σε κομμουνιστική επικράτηση. Ήταν βασικοί τους αντίπαλοι στην Αθήνα!
Όσον αφορά το συχνό ερώτημα, «γιατί ο ΕΛΑΣ έστειλε μερικές από τις πιό αξιόμαχες μονάδες του στην Ήπειρο εναντίον του ΕΔΕΣ του Ζέρβα και μακριά από την Αθήνα», είναι φανερό ότι ήθελε να ελέγξει ολόκληρη την ύπαιθρο χώρα, ώστε καταλαμβάνοντας και την Αθήνα –που πίστευε ότι θα επιτύχει εύκολα- θα μπορούσε να ανακηρύξει την Ελλάδα σε Λαϊκή Δημοκρατία και να κερδίσει αναγνώριση από τους βόρειους γείτονες. Με τον ΕΔΕΣ να ελέγχει την Ήπειρο αυτό δεν θα ήταν νοητό.
(*)Τό πλέον πολυάριθμο σύνταγμα τοῦ ΕΛΑΣ Πελοποννήσου ἦταν τό 6ο Κορινθίας και ήταν μεταξύ αυτών που πολέμησαν στα Δεκεμβριανά. Στις τάξεις του πολεμούσαν και Γερμανοί λιποτάκτες, λόχος Ρώσων (Τουρκομάνων), και λίγοι Βούλγαροι και Αλβανοί.
Ἄν τώρα ἀναλύσουμε τόν ἀριθμό τῶν νεκρῶν του, ὅπως τούς ἔδωσε πιό πάνω ὁ ταγματάρχης Βαζαῖος, διαπιστώνουμε τή μεγάλη ἀλήθεια γιά τήν "Ἀντίσταση" τοῦ ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Ἄν στούς 80 νεκρούς, πού τό 6ο σύνταγμα εἶχε στίς μάχες τῆς Ἀθήνας, προσθέσουμε τούς 25 νεκρούς που είχε στή μάχη μέ τό ΤΑ στόν Ἀχλαδόκαμπο καί 5-7 ἀπό τή συμμέτοχή του στήν ἐπίθεση στό Βαλτέτσι, δέν ἀπομένουν καί πολλοί πού πέθαναν ἀπό σφαῖρες Γερμανῶν!
Ἀπό τούς 40 περίπου νεκρούς τοῦ συντάγματος πού ἀπομένουν ἕως τούς 147 πού εἶχε συνολικά, πρέπει νά ἀφαιρεθοῦν καί τουλάχιστον δυό δεκάδες πού ἔχασαν τή ζωή τους στήν Ἀνατολική Ἀργολίδα τόν Μάϊο –Ἰούνιο 1944, στή διάρκεια τῶν Ἐκκαθαριστικῶν Ἐπιχειρήσεων τῶν Γερμανῶν, ἐνῶ προσπαθοῦσαν εἴτε νά κρυφτοῦν ἤ νά διαφύγουν στήν Ἀρκαδία.
Οἱ ἀριθμοί τῶν νεκρῶν του 6ου σέ συγκρούσεις μέ Γερμανούς, λιγότεροι ἀπό 20, ἀποκαλύπτουν αὐτό πού μετά τήν μεταπολίτευση ἀποσιωπᾶται καί κρύβεται ἐπιμελώς. Οἱ πιό συνηθισμένες ἀντιστασιακές ἐνέργειες τοῦ ΕΛΑΣ ἦταν ἐνέδρες σέ τραῖνα ἤ ἐφοδιοπομπές, ἐνῶ ταυτόχρονα συγκέντρωνε ὅπλα καί ἀντάρτες γιά τήν ἐσωτερική ἀναμέτρηση μετά τήν ἀπελευθέρωση.
Ὅμως, στίς μάχες του, πρῶτα μέ τά ΤΑ, καί μετά μέ τούς Βρετανούς, τήν Χωροφυλακή καί τήν Γ’ Ὀρεινή Ταξιαρχία δέν δίστασε νά χρησιμοποιήσει ἀριθμό ἀνταρτῶν καί μεγέθη ὅπλων πού οὐδέποτε χρησιμοποίησε ἐναντίον τῶν Γερμανῶν. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν ἐπιμονή τοῦ ΕΛΑΣ νά φέρει σέ πέρας μιά πολεμική ἐπιχείρηση. Τήν ἔδειξε πολύ σαφῶς ἐναντίον Ἑλλήνων καί Βρετανῶν στήν Αθήνα, ποτέ ἐναντίον τῶν Γερμανῶν.
Σημειώνω ότι αυτήν την Κυριακή γίνεται το μνημόσυνο υπέρ των πεσόντων αγωνιστών στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Ίσως παραβρεθεί και ο συμπατριώτης μου αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης για να τιμήσει τον παππού του ο οποίος πολέμησε εκεί ως χωροφύλακας, αφού η Πηγάδα του Μελιγαλά που βρίσκονται τα λείψανα 3 αδελφών της γιαγιάς του και ο πατέρας της, πέφτει μακριά από την Αθήνα.
Τελειώνω αναφωνώντας Αιωνία η Μνήμη στους:
- Χωροφύλακες του συντάγματος Μακρυγιάννη,
-στους άνδρες της Γ΄ Ορεινής Ταξιαρχίας του ΘρασύβουλουΤσακαλώτου,
-στους πρώην ταγματασφαλίτες της Πελοποννήσου, τους Χίτες και τους εθνοφύλακες,
-στον Ουίνστων Τσώρτσιλ, και
-σε όλα τα χιλιάδες αθώα θύματα των κομμουνιστών τον Κόκκινο Δεκέμβρη!
Στις 6 Δεκεμβρίου, ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των κομμουνιστών. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή με την 3η ΕΟΤ.
Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές του γνώριζαν ότι ο αγώνας τους ήταν σκληρός και άνισος, αλλά ήταν υπέρ πάντων. Η δύναμη ήταν 100 Αξιωματικοί (88 της Χωροφυλακής και 12 του Στρατού) και 430 οπλίτες. Η δύναμη αυτή, εκτός από το προσωπικό του Συντάγματος, προερχόταν και από άλλες αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και της επαρχίας. Ο οπλισμός και τα πυρομαχικά δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν μια τόσο μεγάλη επίθεση.
Το κτιριακό συγκρότημα που στέγαζε το Σύνταγμα Χωροφυλακής Αθηνών ευρίσκετο στην συνοικία Μακρυγιάννη, κάτω από τον Βράχο της Ακρόπολης, η οποία έφερε το όνομα του Ηρωικού αγωνιστή της Επαναστάσεως του 1821 Ιωάννη Μακρυγιάννη, καθώς εκεί ευρίσκετο κάποτε το σπίτι του.
Την ίδια ημέρα, παρουσιάστηκε εθελοντικά στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κωνσταντίνος Κωστόπουλος. Ο Αντισυνταγματάρχης ήταν καθηγητής της Σχολής Χωροφυλακής και υπερασπιστής των οχυρών Μεταξά το 1940-41. Κατά την μάχη της Φλώρινας, ως διοικητής ταξιαρχίας, υπερασπίστηκε την πόλη εναντίον των κομμουνιστών. «Η Πατρίς κινδυνεύει και ήρθα να πολεμήσω εδώ ως απλός στρατιώτης. Με δέχεσθε;» Ο υποδιοικητής του Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς του απήντησε: «Σε έστειλε ο Άγιος Νικόλαος».
Ως ειδικός στις μάχες εντός φρουρίων και τις οδομαχίες, παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αμύνης των εγκαταστάσεων και ανέλαβε την διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων. Το σχέδιο προέβλεπε τρεις γραμμές αμύνης:
-Εξωτερική ζώνη αμύνης ή αλλιώς Α’ Ζώνη Αμύνης,με 7 φυλάκια.
-Η Β’ Ζώνη Αμύνης ή Εσωτερική Ζώνη Αμύνης, περιελάμβανε τα κτίρια του στρατοπέδου που ήταν εφαπτόμενα του περιβόλου και είχαν παράθυρα προς τις γύρω οδούς αλλά και προς το εσωτερικό του περιβόλου και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν προς απόκρουση εξωτερικών επιθέσεων αλλά και επιθέσεων εκ των έσω σε περίπτωση που κάποιο ρήγμα επέτρεπε την διείσδυση του εχθρού στο Στρατόπεδο.
Η Γ’ Ζώνη Αμύνης ή Έσχατη Ζώνη Αμύνης, περιελάμβανε το τριώροφο διοικητήριο στο οποίο είχε τοποθετηθεί η εφεδρεία του Συντάγματος συνισταμένη από 100 περίπου άνδρες. Στην ταράτσα του κτιρίου είχε εγκατασταθεί παρατηρητήριο και φυλάκιο. Τα δυο πυροβόλα είχαν τοποθετηθεί στην νοτιοδυτική γωνία του διοικητηρίου ανάμεσα στα μαγειρεία και τα εστιατόρια, ενώ το τεθωρακισμένο όχημα παροπλίσθηκε καθώς παρουσίαζε συχνές μηχανικές βλάβες και τα τρία πολυβόλα του τοποθετήθηκαν στα φυλάκια.
Την ημέρα της 5ης Δεκεμβρίου οι άνδρες του Συντάγματος άκουγαν τους θορύβους των μαχών που είχαν ξεσπάσει στα διάφορα αστυνομικά τμήματα των Αθηνών. Τα παρατηρητήρια της Χωροφυλακής άκουγαν όλο το βράδυ θορύβους από κινήσεις τροχοφόρων και βαδίσματος μεγάλων ομάδων πεζοπόρων τμημάτων.Ήταν πια φανερό ότι πλησίαζε η ώρα της επίθεσης.
Ο Διοικητής Συνταγματάρχης Σαμουήλ, κάλεσε τους αξιωματικούς και τους απηύθυνε, με φωνή που παλλόταν από συγκίνηση, τα πιο κάτω απλά, αλλά συγκλονιστικά για την απλότητα της έκφρασης τους λόγια:
<<Παιδιά μου, σήμερα ή αύριο θα αντιμετωπίσουμε πολυάριθμο, επικίνδυνο και καλά εξοπλισμένο εχθρό, φανατικό στην εγκληματική του ιδεολογία. Πρέπει να αγωνιστούμε όλοι μας με την ίδια αποφασιστικότητα και την ίδια πίστη που επέδειξε το σώμα της Χωροφυλακής από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα Πιθανόν να υποχρεωθούμε να αμυνθούμε μέχρις εσχάτων, και πιθανόν να χρησιμοποιήσωμεν και την λόγχη, ακόμα και να έλθωμεν σώμα με σώμα με τους κομμουνιστές. Η θυσία για την πατρίδα πρέπει να μας εμπνέει και το υπέρτατο χρέος προς την τιμή των όπλων μας, πρέπει να μας οιστρηλατεί. Καμιά ανθρώπινη δύναμη στον κόσμο δεν είναι δυνατόν να μας λυγίσει και να μας υποτάξει, όταν έχουμε μπροστά μας το παράδειγμα των Σουλιωτών και των πολιορκημένων του Μεσολογγίου, που αναγκάστηκαν να τρέφονται και με φύλλα δένδρων ακόμα για να μην παραδοθούν. Η Ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από δάκρυα και αίμα, ηρωισμούς και θυσίες. Γι’ αυτό συνεχίζει τον ένδοξο δρόμο της η αθάνατη αυτή φυλή που λάτρεψε την ανδρεία και θεοποίησε την παλικαριά. Δεν θα λογαριάσουμε τον αριθμό των αντιπάλων μας. Τον Οκτώβριο του 1940 το ίδιο πράξαμε. Η ανδρειωμένη ψυχή της φυλής μας δεν λογάριασε τα εκατομμύρια των λογχών του εχθρού, γιατί η παλικαριά δεν μετριέται με τον πήχη, ούτε ζυγίζεται. Δημιουργεί, εξυψώνει και επιτυγχάνει θαύματα. Ο εχθρός δεν πρέπει να καταλάβει το οχυρό μας.>>
«ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ»
Αυτό είναι το σύνθημα μας, αυτές οι λέξεις πρέπει να σας εμπνέουν και να σας καθοδηγούν.
«ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ»
Φώναξαν αμέσως οι Χωροφύλακες.
Στις 05:45 της 6ης Δεκεμβρίου, ξεκίνησε η σκληρότερη αλλά και αποφασιστικότερη μάχη των Δεκεμβριανών. Ξεκίνησε με σφοδρό βομβαρδισμό και πυκνά πυρά πεζικού από πολλές κατευθύνσεις. Ιδιαίτερα καταστρεπτικά ήταν τα πυρά από τα ορειβατικά πυροβόλα των κομμουνιστών που ήταν ταγμένα στους λόφους Αρδήττου και Φιλοπάππου.Παρά την σθεναρή αντίσταση, οι Ελασίτες κατέλαβαν 4 φυλάκια. Όσοι υπερασπιστές τους δεν σκοτώθηκαν ή δεν συμπτύχθηκαν προς το στρατόπεδο, συνελήφθησαν, διαπομπεύθηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Συνεχίζοντας την επίθεση, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατινάξουν με εκρηκτικά μέρος της περίφραξης. Σοβαρή επίπτωση στο ηθικό τους είχε η ανατίναξη, από βολή πυροβόλου, των εκρηκτικών που μετέφεραν σε ένα φυλάκιο που είχαν καταλάβει και ο θάνατος των 70 συντρόφων τους που τα συνόδευαν.
Οι απώλειες των αμυνομένων κατά την πρώτη ημέρα ήταν σημαντικές. 14 νεκροί, 33 τραυματίες και 41 αγνοούμενοι. Βεβαίως οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες. Ο διευθύνων τις επιχειρήσεις αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερησία διαταγή, η οποία μεταξύ των άλλων έγραφε: «Θα διατηρώ την ανάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 η Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτού του Πεζικού εις το οποίον ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».
Την επομένη, οι επιτιθέμενοι αρκέστηκαν σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Τις νυκτερινές ώρες της 7ης προς 8ης Δεκεμβρίου, οι επιτιθέμενοι ανατίναξαν μέρος του νοτίου τμήματος της περίφραξης και την 9η ακόμη ενός τμήματος. Την 8η Δεκεμβρίου, οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη με αιφνιδιαστική αντεπίθεση ανακατέλαβαν δύο φυλάκια, συνέλαβαν 50 αιχμαλώτους και παρέλαβαν πολλά όπλα και πυρομαχικά.
Στις 9 του μηνός, οι κομμουνιστές δέχθηκαν την ενίσχυση ενός τάγματος, ενός λόχου και δύο πυροβόλων και το πρωί της επομένης εξαπέλυσαν σφοδρότατη επίθεση, αλλά μέχρι την 18:00 αποκρούστηκαν από τους αμυνόμενους.
Οι κομμουνιστές χρησιμοποιώντας αυτοσχέδιους τηλεβόες, τα γνωστά τότε «χωνιά», πότε απειλούσαν τους χωροφύλακες με σφαγή, πότε τους καλούσαν σε παράδοση και πότε διέδιδαν ψευδείς ειδήσεις ότι δήθεν το Σύνταγμα κατελήφθη. Από την πλευρά τους οι χωροφύλακες με δικά τους χωνιά διέψευδαν τους ισχυρισμούς των κομμουνιστών και δήλωναν ότι θα πεθάνουν μέχρι ενός.
Το ξημέρωμα της 10ης Δεκεμβρίου οι κομμουνιστές εξαπέλυσαν τον πλέον σφοδρό βομβαρδισμό από τα υπάρχοντα αλλά και νέα πυροβολεία που είχαν δημιουργηθεί το τελευταίο τριήμερο.
Στις 09.00 εκδηλώνεται γενική επίθεση των Ελασιτών αλλά η ορμή των κομμουνιστών αναχαιτίζεται.
Μετά από δύο ώρες ανάπαυλα, στις 13.00, επαναλαμβάνεται ο πρωινός σφοδρός βομβαρδισμός και μισή ώρα μετά εκδηλώνεται νέα γενική επίθεση των κομμουνιστών, η οποία αναχαιτίζεται όπως και η πρώτη. Αλλεπάλληλες επιθέσεις ακολουθούν οι οποίες στις στις 18.00 σταματούν.Η επίθεση είχε τελικά αποτύχει.
Την νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου, μετά από την άφιξη νέων ενισχύσεων, οι αντάρτες επιχείρησαν νέα αιφνιδιαστική επίθεση και γι’ αυτό δεν προηγήθηκε προπαρασκευή πυροβολικού. Όμως οι αμυνόμενοι, λόγω του άριστου συστήματος πληροφοριών που διέθεταν, περίμεναν την ενέργεια. Στις 20.00, ένας λόχος με 100 άνδρες προσπάθησε να εισβάλει από το ρήγμα της νότιας περίφραξης, αλλά έπεσε σε νάρκες και τα πυρά των αμυνομένων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς. Το ίδιο ανεπιτυχής ήταν και η προσπάθεια που έγινε δύο ώρες μετά. Τα μεσάνυχτα, από ρήγμα που δημιούργησαν στην δυτική περίφραξη δύο δυναμιτιστές, προσπάθησαν να διεισδύσουν κρυφά ομάδες Ελασιτών. Όμως φωτιστικά βλήματα μετέτρεψαν την νύκτα σε μέρα και επέτρεψαν στους χωροφύλακες να κατατροπώσουν τους εισβολείς που είχαν τρομερές απώλειες.
Στις 12 Δεκεμβρίου, σταμάτησαν οι επιθέσεις. Μέχρι την 15η του μηνός κάποιες προσπάθειες των κομμουνιστών έπεσαν στο κενό. Στις 17 Δεκεμβρίου το μεσημέρι το Σύνταγμα δέχθηκε τρίωρο βομβαρδισμό ενώ ισχυρές δυνάμεις Ελασιτών συγκεντρώθηκαν κάτω από την Ακρόπολη αλλά καμία επίθεση δεν εκδηλώθηκε. Στις 18 Δεκεμβρίου η πολιορκία είχε ουσιαστικά λυθεί.Η μάχη του Μακρυγιάννη είχε χαθεί για τον ΕΛΑΣ. Το οχυρό, παρά την μικρότερη δύναμή του και τον κατώτερο εξοπλισμό του, άντεξε.
Η μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ήταν μια σκληρή και συνεχής μάχη με πολλούς νεκρούς και τραυματίες.
Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων συνέβαλε σημαντικά στο να μείνει ελεύθερο το μικρό κομμάτι της Αθήνας, στο οποίο είχαν έδρα η ελληνική κυβέρνηση και οι περισσότερες ξένες αποστολές. Μετά την νίκη αυτή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το κομμουνιστικό κίνημα.
Σκοπός των κομμουνιστών ήταν η κατάληψη του κέντρου των Αθηνών ώστε, αφενός, να εξοντωθεί ή τουλάχιστον να εκδιωχτεί η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση και αφ’ ετέρου, να εγκατασταθεί κυβέρνηση «συνασπισμού», δηλαδή κομμουνιστική.
Τελικά δεν πέτυχε το σχέδιο των κομμουνιστών..
Στις αρχές του Δεκεμβρίου του 1944, ούτε δύο μήνες μετά από την απομάκρυνση των Γερμανικών κατοχικών δυνάμεων, η πατρίδα μας έζησε μια μεγάλη τραγωδία εξαιτίας της αδιαλλαξίας του ΚΚΕ και της μανίας του για εξουσία. Εκείνο τον Δεκέμβριο του ‘44, το ΚΚΕ εξαπέλυσε το απαίσιο εκείνο κακούργημα, εναντίον της τότε νόμιμης κυβερνήσεως με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου που ως στόχο είχε την κατάληψη της εξουσίας και την εγκαθίδρυση ολοκληρωτικού κομμουνιστικού καθεστώτος.
Πέρασαν 73 χρόνια από εκείνες τις μέρες, αλλά η μνήμη των Ελλήνων δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνες τις φοβερές εικόνες των θηρίων του ΚΚΕ, που έβγαζαν μάτια Ελλήνων και γέμιζαν με αυτά τενεκέδες. Που ξεκοίλιαζαν εγκύους, που έκοβαν λαιμούς με κονσερβοκούτια, που γέμιζαν πηγάδια και βάραθρα με σώματα Ελλήνων.
Δεν επιθυμεί κανείς να ξαναζήσει εκείνες τις απαίσιες εικόνες. Ωστόσο τις υπενθυμίζει, η Ιστορία και το αίμα των αθώων που βρήκαν πρόωρο τέλος. Είναι ο «κόκκινος» ματωμένος Δεκέμβρης του ΚΚΕ. Πρόσφατα κάποιοι πήγαν να μας τον θυμίσουν ευτυχώς χωρίς επιτυχία με το αποσταθεροποιητικό επίσης Δεκέμβριο του 2008. Χάριν της ιστορικής αλήθειας πρέπει να επισημανθούν τα εξής ανοσιουργήματα των κομμουνιστών:
1. Υπογράφηκαν σύμφωνα «συναδέλφωσης» του ΚΚΕ και Βουλγάρων, όπου ο μεν βουλγάρικος στρατός παρέδωσε στον κόκκινο βουλγάρικο στρατό την Θράκη και την Μακεδονία του Αιγαίου, τα δε στίφη του ΕΛΑΣ ή εξόντωναν τον άμαχο πληθυσμό ή ανατίναζαν στον αέρα ότι ελληνικό εσεβάσθησαν ακόμη και οι κατακτητές.
2. Με την συμφωνία συνεργασίας Γερμανών και Βουλγάρων τα γερμανικά στρατεύματα υποχωρούσαν προς τον Βορρά υπό την προστασία το ΕΑΜ (ΚΚΕ), ενώ οι άνδρες του ΕΛΑΣ με κόκκινα μαντήλια στο λαιμό και το σοβιετικό έμβλημα στο χέρι κατέρχονταν προς το Νότο, για την Αθήνα, φωνάζοντας «και την εξουσίαν, την εξουσίαν»!
3. Ο ΕΛΑΣ περιέσφιξε την Αθήνα, και στην συνέχεια με όπλα, όλμους και πολυβόλα εξαπέλυσε την επίθεσή του για την άλωση της πρωτεύουσας και κατ’ επέκταση της Ελλάδος. Το απαίσιο εκείνο Δεκεμβριανό κίνημα εξελίχθηκε σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση του μπολσεβικισμού, εναντίον των Εθνικών Δυνάμεων, της Αστυνομίας Πόλεων, του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, της 3ης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας (Ταξιαρχία «Ρίμινι»), της εθνικής οργανώσεως «Χ» του Γεωργίου Γρίβα και των συμμαχικών δυνάμεων.
Φοβερός και ο απολογισμός, όμως φοβερότερος ο σαδισμός με τον οποίο εγκληματούσαν οι άνδρες του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ. Και ιδού ο απολογισμός σε αριθμούς:
Νεκροί: 15.685 μόνο σε Πειραιά και Αθήνα. Ως τις 5 Ιανουαρίου του 1945, ο ΕΛΑΣ είχε συλλάβει 30.000 «αντιφρονούντες» πολίτες. Η διαβόητη Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ) πραγματοποιεί μαζικές εκτελέσεις χιλιάδων αντιφρονούντων, που φθάνουν τις 10.000 αθώες ψυχές. Στα διυλιστήρια της Ούλεν στο Γαλάτσι πάνω από 300 όμηροι βρίσκουν φριχτό θάνατο.
Υλικές Ζημιές: Οικοδομές και εργοστάσια, μέγαρα και βιομηχανίες των Αθηνών και του Πειραιώς μετεβλήθησαν σε ερείπια.
Εθνικές διεκδικήσεις: Απωλέσθη εξαιτίας του κινήματος του ΚΚΕ η διεκδίκηση των ελληνικών εδαφών της Βορείου Ηπείρου.
Από θαύμα δεν ανατινάχθηκε η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας, παρόλο που είχε εκδοθεί διαταγή. Αυτό οφείλεται στον καπετάν Κοσμά του ΕΛΑΣ, που δεν εκτέλεσε τη σχετική διαταγή γιατί όπως είπε «την τελευταία στιγμή ξύπνησε μέσα μου η ελληνική φλέβα».
Τεράστια ήταν η συμβολή για την νίκη των εθνικών δυνάμεων, η ηρωική αντίσταση του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Σαμουήλ. Οι άνδρες του αναχαίτισαν με επιτυχία τις επιθέσεις των Ελασιτών. Όμως πέφτουν υπέρ πατρίδος αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίτες. Οι 162 νεκροί υπερασπιστές στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, έπεσαν για τα ιερά και τα όσια της πατρίδος μας. Είναι οι δαφνοστεφανωμένοι αγωνιστές της ελευθερίας.
Η δράση και η θυσία της τότε θρυλικής Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, καθώς και του Ελληνικού Στρατού (3η Ορεινή Ταξιαρχία), σταμάτησαν τα σχέδια του ΚΚΕ για κατάληψη της εξουσίας. Έτσι λοιπόν ως ελάχιστο δείγμα τιμής και ευγνωμοσύνης η παρουσία όλων των καλών Ελλήνων στο ιερό μνημόσυνο της 3ης Δεκεμβρίου 2017, στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη, είναι επιβεβλημένη. Ας είναι η μνήμη των πεσόντων Ηρώων αιωνία. Θα έχουν πάντοτε την ευγνωμοσύνη ολοκλήρου του Ελληνικού Έθνους.
του Διονύσιου Βουλγαρόπουλου προέδρου της Βασιλικής Ενώσεως
***************
Ήταν 18 Οκτωβρίου 1944, ημέρα επίσημης απελευθέρωσης της Ελλάδας από τα στρατεύματα του Άξονα. Οι Γερμανοί είχαν εκκενώσει σχεδόν ολόκληρη την χώρα πλην της Δυτικής Κρήτης, όπου μία ιδιότυπη μορφή κατοχής συνέχιζε να υφίσταται και των Δωδεκανήσων και άλλων νησιών όπου η σύγκρουση με τους Βρετανούς μαίνονταν. Στην ελληνική ύπαιθρο οι οργανώσεις του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ είχαν πρακτικά υποκαταστήσει τις επίσημες κρατικές λειτουργίες. Η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα, τη χώρα όμως είχε καταλάβει το χάος, τα κατεστραμμένα από τις γερμανικές αντεκδικήσεις χωριά έμεναν όρθια ερείπια, πλήθος ανθρώπων είχαν εγκατασταθεί μακριά από τις εστίες τους, η φτώχια, η πείνα και οι συνέπειες του πολέμου έκαναν την παρουσία τους έκδηλη παντού.
Στο δύσκολο έργο της ανοικοδόμησης της χώρας, η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε δεχτεί έξι συνολικά ανθρώπους της αριστεράς, τέσσερις από το ΕΑΜ και δύο απευθείας από το ΚΚΕ, να συμμετάσχουν ως υπουργοί. Σύμφωνα με την πρότερη Συμφωνία της Καζέρτας οι δωσίλογοι και συνεργάτες του κατακτητή έπρεπε να τιμωρηθούν, τα αντάρτικα σώματα να αφοπλιστούν και να σχηματιστεί το ταχύτερο δυνατόν ενιαίος εθνικός στρατός προς διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας και ακεραιότητας. Οι Σύμμαχοι και συγκεκριμένα ο στρατηγός Σκόμπυ θα ανελάμβαναν την διοίκηση των εθνικών ενόπλων δυνάμεων, το πολιτειακό ζήτημα παράλληλα τορπίλιζε την συζήτηση με την τελική του λύση να αφήνεται σε αόριστο χρόνο με μορφή δημοψηφίσματος.
Το ίδιο το ΚΚΕ και το όργανο του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, δεν είχαν αποσαφηνίσει ακόμη πλήρως τις μελλοντικές κινήσεις τους. Για την ηγεσία του ΚΚΕ η στρατολόγηση αγνών πατριωτών στις γραμμές του ΕΑΜ δεν είχε παρά σαν δευτερεύοντα σκοπό την εκδίωξη των γερμανικών δυνάμεων κατοχής. Κύριος στόχος των κομμουνιστικών και αριστερών δυνάμεων ήταν η κατάληψη της εξουσίας, με κάθε μέσο και η παράδοση της Ελλάδας στην σοβιετική σφαίρα επιρροής, υπό μαρξιστικό και ολοκληρωτικό πολίτευμα. Ήδη ο ΕΛΑΣ είχε διαλύσει κάθε αντιστασιακή οργάνωση που έθιγε το μονοπώλιο του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και στις βρετανικές χορηγίες: η ΕΚΚΑ με το ηρωικό Σύνταγμα 5/42 είχε συντριβεί, με τον ηρωικό της αρχηγό Ψαρρό να βρίσκει μαρτυρικό θάνατο, ενώ οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ- ΕΟΕΑ είχαν εκδιωχθεί από την Ήπειρο και την Δυτική Ελλάδα στην Κέρκυρα. Οι δυνάμεις του ΕΑΜ είχαν δώσει πολύ περισσότερες μάχες με άλλους Έλληνες αντιστασιακούς, από ότι με Γερμανούς ή Βουλγάρους, σκοπίμως ώστε να διατηρούν δυνάμεις για την κατάληψη της εξουσίας στο τέλος του πολέμου.
Για να εκτονωθεί κάπως η κατάσταση ο εξόριστος μονάρχης Γεώργιος Β’, πείσθηκε να παραμείνει στο Λονδίνο, έως ότου το πολιτειακό να ξεκαθαριστεί πλήρως, την δε θέση του ανέλαβε ως Αντιβασιλέας ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Δαμασκηνός, γνωστός για το αντιστασιακό του έργο και την σωτηρία των Εβραίων της Αθήνας. Ήδη μικροσυγκρούσεις συνέβαιναν μεταξύ δυνάμεων του ΕΑΜ και ακροδεξιών στο κέντρο της Αθήνας, μεγάλος αριθμός δωσίλογων συνέχιζε να κυκλοφορεί ελεύθερος και το ΕΑΜ αρνούνταν να διαλύσει την Πολιτοφυλακή του, ώστε να χτιστεί Εθνοφυλακή δίχως κομματικό ή πολιτικό επίχρισμα. Ο στρατηγός Σκόμπυ θα συνέχιζε να έχει την πλήρη ηγεσία στις ένοπλες δυνάμεις μέχρι και την ολική διάλυση των μονάδων του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, οπότε και θα ανελάμβανε ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος, με τον ίδιο να παραιτείται εξαιτίας των κυβερνητικών δράσεων. Πρώην χωροφύλακες από την ύπαιθρο και από διαλυμένα σώματα του ΕΛΑΣ κατέβηκαν τότε στην Αθήνα, όπου και συγκροτήθηκε το Σύνταγμα Μετεκπαιδεύσεως Χωροφυλακής.
Η διορία διάλυσης των αντάρτικων σωμάτων δόθηκε ως τις 10 Δεκεμβρίου. Τις έντονες διαπραγματεύσεις κομμουνιστών- κυβέρνησης ακολούθησε το διάταγμα ίδρυσης Εθνοφυλακής στις 18 Νοεμβρίου. Στις 25 Νοεμβρίου ο τότε υφυπουργός Στρατιωτικών Λάμπρος Λαμπριανίδης αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση εφόσον είχε επαναφέρει στο στράτευμα πάνω από 100 πρώην ταγματασφαλίτες, την θέση του πήρε ο στρατηγός Πτολεμαίος Σαριγιάννης προκαλώντας έντονη αντιπαράθεση της κυβέρνησης αυτή την φορά με την βρετανική πρεσβεία. Του γενικού αφοπλισμού που αναγγέλθηκε θα εξαιρούνταν αποκλειστικά η Τρίτη Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία καθώς και ο Ιερός Λόγος καθότι είχαν συμμετάσχει ενεργά στην συμμαχική προσπάθεια. Οι Βρετανοί συνέχιζαν να επιμένουν για δημιουργία αξιόμαχου εθνικού στρατού 40,000 ανδρών, έτοιμου να αναλάβει άμεσα καθήκοντα, ώστε να μπορέσουν οι βρετανικές δυνάμεις να αποδεσμευτούν για άλλα πιο καίρια μέτωπα.
Το Σύμφωνο των Ποσοστώσεων μεταξύ Στάλιν και Τσώρτσιλ, άφηνε την Ελλάδα στην βρετανική σφαίρα επιρροής, με την ΕΣΣΔ να συμμετάσχει με ποσοστό της τάξης του 10%. Αντίστοιχα ποσοστά είχαν δοθεί στους Σοβιετικούς και για χώρες της Κεντρικής Ευρώπης όπως η Τσεχοσλοβακία ή η Ουγγαρία, οι οποίες όμως βιαίως τοποθετήθηκαν στο ανατολικό μπλοκ. Στο ζήτημα της Ελλάδας τόσο η πολυπόθητη έξοδος στην Μεσόγειο, όσο και ο ολικός έλεγχος της Ανατολικής Ευρώπης και η δυνατότητα άμεσης παρέμβασης στη Μέση Ανατολή, έκαναν θελκτική την ένταξή της χώρας στο κόκκινο στρατόπεδο. Παράλληλα όμως ο Στάλιν δεν ήταν σε κατάσταση να προβεί σε μία τόσο παράτολμη κίνηση, δεδομένου ότι η Ελλάδα τακτικά και εξ ιδρύσεως υπάγονταν στο δυτικό στρατόπεδο, μακριά από την σφαίρα της έντονης ρωσικής επιρροής. Οι υπό σοσιαλιστικές κυβερνήσεις Αλβανία και Βουλγαρία, αγωνιούσαν να μην χάσουν εδάφη ελέω της πολεμικής του συμμετοχής ενάντια στην Ελλάδα, η δε Γιουγκοσλαβία εποφθαλμιούσε ανοικτά τον χώρο της «Μακεδονίας του Αιγαίου». Τυφλό όργανο των σοβιετικών πρακτόρων το ΚΚΕ φιλοδοξούσε τόσο να αναλάβει την εξουσία, όσο και να προσφέρει ένα πολυπόθητο δώρο στον προστάτη του.
Ως εκ τούτου το ΕΑΜ αρνούνταν έντονα τον αφοπλισμό του και απαιτούσε άμεση επαναδιαπραγμάτευση. Στη 1 Δεκεμβρίου ο Σκόμπυ έβγαλε άμεσα διαταγή αφοπλισμού, σε περίπτωση δε που δεν γίνονταν αποδεκτή θα ακολουθούσαν ολέθριες συνέπειες. Υπό τις νέες συνθήκες ο αρχηγός της ΠΕΕΑ του ΕΑΜ, Αλέξανδρος Σβώλος, συναντήθηκε με τον επικεφαλής της Σοβιετικής Αποστολής στην Ελλάδα, συνταγματάρχη Ποπώφ, ώστε να αποκτήσει ρόλο διαμεσολαβητή, με τον τελευταίο να το αρνείται κατηγορηματικά. Όσο η κατάσταση πιεζόταν οι υπουργοί του ΕΑΜ παραιτήθηκαν στις 2 του μήνα, ταυτόχρονα το ΕΑΜ ζήτησε άδεια διαδήλωσης στην πλατεία Συντάγματος και κήρυξε γενική απεργία, διατάσσοντας τον ΕΛΑΣ να μην παραδώσει τον οπλισμό του. Το ΚΚΕ θα κρατούσε πρακτικά τις δυνάμεις του ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να επιτεθεί στις βρετανικές δυνάμεις και στις ολιγάριθμες μονάδες της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής.
Η απάντηση της κυβέρνησης προς την διαδήλωση ήταν αρνητική, απαγορεύοντας το από το προηγούμενοι βράδυ. Παρά την απαγόρευση μέλη του ΕΑΜ κατέλαβαν την περιοχή του Συντάγματος, με εξαιρετικά μεγάλη συμμετοχή. Αν και φαινομενικά άοπλοι, οι διαδηλωτές συνοδεύονταν από ένοπλους του ΕΛΑΣ, ένας αστυνομικός σκοτώθηκε πριν το συλλαλητήριο και η οικία του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου δέχθηκε επίθεση με χειροβομβίδες, η οποία και απετράπη. Ήδη το ΚΚΕ και το ΕΑΜ είχαν κλείσει τα γραφεία τους και φυγαδεύσει τα σημαίνοντα μέλη τους, έχοντας λάβει απόφαση για γενικευμένη, ένοπλη εξέγερση με αφορμή το συλλαλητήριο. Κάποια στιγμή και υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες οι αστυνομικές δυνάμεις που είχαν καταλάβει τις ταράτσες των εκεί κτηρίων, άναψαν πυρ στο πλήθος, με αποτέλεσμα 33 εκ των διαδηλωτών να πέσουν νεκροί και άλλοι 140 να τραυματιστούν. Χρόνια αργότερα ο τότε αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων Άγγελος Έβερτ, γνωστός για το έργο του διάσωσης των Εβραίων της Αθήνας στη Κατοχή, παραδέχονταν πως ο ίδιος έδωσε την διαταγή να ξεκινήσουν οι πυροβολισμοί, πειθαρχώντας σε κυβερνητική εντολή.
Το ίδιο βράδυ ο Παπανδρέου πρότεινε τον σχηματισμό νέας οικουμενικής κυβέρνησης υπό τον φιλελεύθερο Θεμιστοκλή Σοφούλη, ώστε να εκτονωθεί η κατάσταση, με παραίτηση του ίδιου και όλων των υπουργών. Τόσο το ΚΚΕ, όσο και ο πρέσβης αποδέχτηκαν την πρόταση του αρχηγού του Κόμματος των Δημοκρατών Σοσιαλιστών, πλην του ίδιου του Τσώρτσιλ που απαίτησε να παραμείνει στη θέση του, με κάθε τρόπο. Η μόνη ελπίδα του ελληνικού αστικού και μη κομμουνιστικού χώρου να επιβιώσει ήταν να ενταχθεί ανερυθρίαστα στο πλευρό των Βρετανών για άλλη μια φορά, απέναντι στην κόκκινη ανταρσία. Ένα ακόμη συλλαλητήριο πραγματοποιήθηκε την αμέσως επόμενη μέρα, με αρκετούς νεκρούς ξανά από σφαίρες της Οργάνωσης Χ και πρώην ταγματασφαλιτών. Το ίδιο βράδυ οι Βρετανοί αφόπλισαν αναίμακτα το καλά εξοπλισμένο και εμπειροπόλεμο 2ο Σύνταγμα Πεζικού του ΕΑΜ, που είχε κατέλθει μόλις στην Αθήνα, πράξη που αποδείχθηκε ζωτική έπειτα. Η κεντρική επιτροπή καταδίκασε την πράξη αυτή «εσχάτη προδοσία», ο δρόμος πλέον προς την ολική σύγκρουση ήταν ανοικτός.
Ξημερώματα 4 Δεκεμβρίου ο κύκλος αίματος ξεκίνησε με τις συγκρούσεις των δυνάμεων του ΕΛΑΣ και της Οργάνωσης Χ στην περιοχή του Θησείου, την οποία ακολούθησε βρετανική παρέμβαση. Ταυτόχρονα μονάδες του ΕΛΑΣ κατέλαβαν πλήθος αστυνομικών τμημάτων στον Πειραιά, στην Κυψέλη, στα Πατήσια, στους Αμπελόκηπους, στον Νέο Κόσμο και αλλού περιμετρικά της Αθήνας, το ίδιο απόγευμα εισέβαλλαν στις φυλακές Βαριώτη, επί της Βουλιαγμένης τις οποίες και κατέλαβαν. Αργά το βράδυ επιχείρησαν την κατάληψη των φυλακών Συγγρού για να υποχωρήσουν από τα βρετανικά τεθωρακισμένα, όπως συνέβη και στις φυλακές Χατζηκώστα. Η 5η Δεκεμβρίου πέρασε και το πρωί της 6ης βρήκε όλη σχεδόν την Αθήνα στα χέρια των κόκκινων. Μόνες νησίδες αντίστασης στους μαρξιστές έμεναν τα Συντάγματα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής στη Μεσογείων και το Στρατόπεδο Γουδή υπό την αθάνατη 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, μαζί με τις φυλακές Συγγρού και την περιοχή της πλατείας Συντάγματος.
Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη αποτελούσε το τελευταίο εμπόδιο του ΕΑΜ στην πορεία του προς το Σύνταγμα. Μόλις 100 αξιωματικοί (88 Χωροφυλακής και 12 Στρατού) και 430 οπλίτες καλούνταν να αμυνθούν ενάντια στους 1,500 άνδρες του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ. Το κύριο ζήτημα ήταν ο μικρός αριθμός όπλων και πυρομαχικών, 300 τυφέκια, 15 υποπολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 1 πολυβόλο, 3 όλμοι με ελάχιστα βλήματα και 2 αντιαρματικά έπρεπε να μοιραστούν σε 530 στρατιώτες για να αναχαιτίσουν το πλήθος των εισβολέων. Την τεταμένη κατάσταση ανακούφισε ο ερχομός του αντισυνταγματάρχη Πεζικού Κωνσταντίνο Κωστόπουλου, καθηγητή στη σχολή Χωροφυλακής και εκ των υπερασπιστών στη Γραμμή των Οχυρών το ’41. Εθελοντικά ζήτησε να πολεμήσει σαν απλός στρατιώτης, υπό το κάλεσμα της Πατρίδος. Ο υποδιοικητής του Συντάγματος αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς του είπε απλά πως τον είχε ο στείλει ο ίδιος ο Άη Νικόλας να βοηθήσει. Ειδικός στις μάχες άμυνας εκπόνησε το σχέδιο αντίστασης και ανέλαβε την πλήρη διεύθυνση των επιχειρήσεων.
Τρεις γραμμές αποτελούσαν την άμυνα του Συντάγματος: η 1η η εξωτερική με 7 φυλάκια στις παρακείμενες οικίες, ώστε να παρεμποδισθεί ο εχθρός να μπει στο στρατόπεδο, η 2η στην περίφραξη του στρατοπέδου, με την εφεδρεία έτοιμη να επέμβει για την προστασία του, η 3η τέλος στα ίδια τα κτήρια όπου και θα λάμβανε χώρα η κύρια μάχη, θάλαμο με θάλαμο. Στο δώμα εγκαταστάθηκαν οπλοπολυβόλο καθώς και παρατηρητήριο.
Ξημερώματα στις 5:45 6ης Δεκεμβρίου ξεκίνησε η σκληρότερη και πλέον κρίσιμη μάχη των Δεκεμβριανών.
Οι μονάδες του ΕΛΑΣ ξεκίνησαν με σφοδρό βομβαρδισμό και βροχή πυροβολισμών ενάντια στους άνδρες της Χωροφυλακής. Παρά την σθεναρή αντίσταση κατάφεραν να καταλάβουν 4 φυλάκια συλλαμβάνοντας, διαπομπεύοντας, βασανίζοντας και εκτελώντας με όλη τους την σοβιετική και μαρξιστική βαρβαρότητα όσους μαχητές δεν έπεσαν στο καθήκον ή δεν πρόλαβαν να διαφύγουν. Φτάνοντας στην περίφραξη προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατινάξουν με εκρηκτικά μέρος της. Μία βολή πυροβόλου όμως ανατίναξε τα εκρηκτικά που μετέφεραν με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 70 εξ αυτών και να πληγεί το ηθικό τους.
Ήδη οι αμυνόμενοι μετρούσαν από το τέλος της πρώτης μέρας 14 νεκρούς, 33 τραυματίες και 44 αγνοούμενους. Απέναντι οι κομμουνιστές είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες. Ο Κωστόπουλος το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερήσια διαταγή, αναφέροντας δε και μεταξύ άλλων πως «θα διατηρήσω την καλύτερη ανάμνηση ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτή του Πεζικού εις το οποίο ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».
Την επομένη το ΕΑΜ περιορίστηκε σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Το βράδυ της 7ης προς 8η Δεκεμβρίου ανατίναξαν μέρος της νότιας περίφραξης και την 9η ακόμη ένα τμήμα. Την 8η Δεκεμβρίου οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη αντεπιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στους συμμορίτες, ανακατέλαβαν δύο φυλάκια και απέσπασαν 50 αιχμαλώτους και πλήθος οπλισμού. Τη νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου νέες ενισχύσεις έφτασαν στους αντάρτες οι οποίοι και επιχείρησαν νέα έφοδο, με τους αμυνόμενους όμως να έχουν μάθει την ενέργεια από το δίκτυο πληροφοριών τους. Στις 8 το απόγευμα ένας λόχος 100 ανδρών επιχείρησε να εισβάλει από το ρήγμα της περίφραξης για να πέσει πάνω σε νάρκες και στα πυρά των υπερασπιστών και να υποχωρήσει, αφήνοντας πίσω του 50 νεκρούς. Δύο ώρες μετά νέα προσπάθεια έγινε το ίδιο ανεπιτυχής. Έπειτα επιχείρησαν να εισβάλουν από την δυτική πλευρά, δύο δυναμιτιστές άνοιξαν ρήγμα, με τα φωτιστικά βλήματα να κάνουν την νύκτα μέρα και τις εθνικές δυνάμεις να αποκρούουν για μια φορά ακόμη τους συμμορίτες, προξενώντας τους τεράστιες απώλειες.
Έφτασε 12 Δεκεμβρίου και οι επιθέσεις πρακτικά σταμάτησαν. Ορισμένες προσπάθειες των κόκκινων μέχρι τις 15 του μηνός κατατροπώθηκαν πλήρως, το οχυρό περήφανα άντεξε απαγορεύοντας στον εχθρό να πετύχει την κατάληψη της πρωτεύουσας. 33 νεκροί και 120 τραυματίες ο φόρος αίματος για την διατήρηση αυτού του μικρού μέρους της Αθήνας υπό τον έλεγχο των δυνάμεων της ελευθερίας, βήμα απαραίτητο για την συνέχιση του κοινού ελληνοβρετανικού αγώνα για απώθηση των κομμουνιστών και προστασία της εθνικής αυτοτέλειας.
Εκείνες τις μαύρες ημέρες του Δεκέμβρη το ηρωικό Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, οι ήρωες Ευέλπιδες, οι Ιερολοχίτες και τα μετέπειτα ΛΟΚ της Ορεινής Ταξιαρχίας, μαζί με την μοναδική και αναγκαία στήριξη των Βρετανών πεζοναυτών προασπίστηκαν την Αθήνα από τον ΕΑΜ- ΕΛΑΣ στο απόγειο της ισχύος του.
Η κατάληψη μέρους ακόμη της Αθήνας, σε μία περίοδο που η ύπαιθρος στο σύνολό της σχεδόν ελέγχονταν από την ΠΕΕΑ και το ΕΑΜ θα είχε ολέθριες συνέπειες για την πατρίδα αφού θα ήταν δυνατή η απόσπαση σημαντικού μέρους της επικράτειας, ακόμη και με βρετανική παρέμβαση, υπό κομμουνιστικό έλεγχο. Αντίθετα η επιτυχία των Δεκεμβριανών, η αντίσταση αυτών των ηρώων στις εαμικές μάζες, πέτυχε την συντριβή του ΕΑΜ, την γελοιοποίησή του, αφού μέγα μέρος των μελών του αποχώρησαν από αυτό όταν κατάλαβαν τους πραγματικούς του σκοπούς και την παρέλευση σημαντικού χρονικού διαστήματος για τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις, ώστε να ανασυνταχθούν και να οργανωθούν για την αντιμετώπιση του δεύτερου γύρου. Εκεί πλέον ο ¨Δ¨ΣΕ δεν θα είχε ένα εκατομμύριο μέλη, παρά μόλις 25,000 στο απόγειό του, σε μεγάλο βαθμό εξαναγκασμένους πολίτες, ανίκανο να καταλάβει ακόμη και το μεγαλοχώρι της Κόνιτσας. Εκείνες τις ημέρες το χάος δεν πέτυχε να λυγίσει το αδάμαστο ηθικό ορισμένων ανθρώπων που με την επιλογή τους να κρατηθούν στις θέσεις διαφύλαξαν την θέση της Ελλάδας στον δυτικό ελεύθερο κόσμο, προστάτευσαν τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό από την μαρξιστική- υλιστική λαίλαπα και ακύρωσαν την νομή των εδαφών της βορείου Ελλάδος στους Βούλγαρους, Αλβανούς και Γιουγκοσλάβους συμμάχους του Στάλιν.
Για άλλη μία φορά στα λόγια του Mazower, η Ελλάδα υπήρξε προπομπός των μελλοντικών εξελίξεων, αποτελώντας το πρώτο πεδίο ανοικτής σύγκρουσης του καπιταλιστικού κόσμου, της κόσμου της ατομικής ελευθερίας, της εθνικής ταυτότητας και της οικονομίας της αγοράς, ενάντια στο ολοκληρωτικό σύστημα καταπίεσης κι ελέγχου που συνιστούσε το ανατολικό μπλοκ.
Πόλεμος που έληξε όταν η ίδια η Σοβιετική Ένωση σωριάστηκε μόνη της ανίκανη πλέον να ελέγχει και να καταπιέζει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων…
Η υπογεγραμμένη απο το στρατηγό Σκόμπι διαταγη(Δεκ. 6) για την εφαρμογή του τελεσίγραφου της Κυβέρνησης (Δεκ. 1) για τον άμεσο αφοπλισμό όλων των ένοπλων δυνάμεων εκτός των αναγραφόμενων εξαιρέσεων, όπως τυπωθηκε απο την κυβερνητικη εφημερίδα «Η ΕΛΛΑΣ».
Γράφει ο Χαρίτος Αναστασίου, Φοιτητής Χημικών Μηχανικών ΕΜΠ