Το τέταρτο, συνολικά, μετάλλιο φέρνει στην Ελλάδα ο Ολυμπιονίκης Σπύρος Γιαννιώτης, ο οποίος κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο στα 10χλμ. κολύμβησης σε
ανοιχτή θάλασσα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο.
Αυτό είναι το πρώτο
αργυρό μετάλλιο για την Ελλάδα και το τέταρτο, συνολικά, μετά τα δύο μετάλλια της Άννας Κορακάκη στη σκοποβολή, ένα χρυσό και ένα χάλκινο, και ένα χρυσό μετάλλιο του Λευτέρη Πετρούνια, χθες, στους κρίκους.
αργυρό μετάλλιο για την Ελλάδα και το τέταρτο, συνολικά, μετά τα δύο μετάλλια της Άννας Κορακάκη στη σκοποβολή, ένα χρυσό και ένα χάλκινο, και ένα χρυσό μετάλλιο του Λευτέρη Πετρούνια, χθες, στους κρίκους.
Ο Σπύρος Γιαννιώτης πέτυχε τον μεγάλο του στόχο που ήταν η κατάκτησή ενός Ολυμπιακού μεταλλίου, έστω του αργυρού, και στο τέλος στις δηλώσεις του στην κάμερα της ΕΡΤ λύγισε, όταν το αφιέρωσε στον προπονητή και συνοδοιπόρο του, Νίκο Γέμελο, αλλά και στη σύζυγο του.
ΓΙΑ ΕΜΑΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ Ε Σ Υ ΕΙΣΑΙ Ο "ΧΡΥΣΟΣ" !!
Άλλαξε η χροιά της φωνής του, ενώ ταυτόχρονα παραδεχόταν πως «αυτά είναι δάκρυα χαράς και συγκίνησης».
Ο Σπύρος Γιαννιώτης επισήμανε ότι φαντάστηκε το βάθρο στα τελευταία 100 μέτρα της κούρσας, ενώ υπογράμμισε ότι στο τέλος κολυμπούσε με κλειστά μάτια, μιας και η κόπωση ήταν μεγάλη και οι πόνοι στο σώμα έντονοι.
«Φαντάστηκα το βάθρο στα τελευταία 100 μέτρα, έκλεισα τα μάτια και κολύμπησα», είπε μεταξύ άλλων.
Ο Σπύρος Γιαννιώτης έχασε το χρυσό μετάλλιο για μία «χεριά» στη γραμμή τερματισμού, αφού χτύπησε αργότερα από τον Ολλανδό Βέρτμαν το ξύλο που βρίσκεται στη γραμμή του τερματισμού, προκειμένου να σταματήσει η χρονομέτρηση.
Γιαννιώτης και Βέρτμαν τερμάτισαν με τον ίδιο χρόνο, όμως ο Ολλανδός είχε φροντίσει να χτυπήσει στο ξύλο για να σταματήσει η χρονομέτρηση με αποτέλεσμα ο Έλληνας πρωταθλητής να μείνει στη δεύτερη θέση.
Οι κριτές εξέτασαν το photo finish, πριν βγάλουν τα επίσημα αποτελέσματα, με την πρώτη μέτρηση να δίνει τον Έλληνα πρωταθλητή πρώτο.
Ακόμα και έτσι, όμως, ο 36χρονος κολυμβητής πέτυχε το στόχο του που ήταν η κατάκτηση ενός ολυμπιακού μεταλλίου.
*** * ***
Γεννήθηκε στο Λίβερπουλ της Αγγλίας στις 19 Φεβρουαρίου του 1980 και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Η μητέρα του, η Aγγλίδα Brenda Sweeney, ήταν πρωταθλήτρια στην κολύμβηση, αλλά γνώρισε και ερωτεύτηκε τον πατέρα του σε διακοπές στην Κέρκυρα. «Μέσα σε δύο χρόνια, παντρεύτηκαν και σε άλλα τρία γεννήθηκα εγώ στο Λίβερπουλ» λέει ο Σπύρος, ομολογώντας πως η μαμά του, ζώντας στην Ελλάδα, πήρε όλα τα χαρακτηριστικά της υπερπροστατευτικής Ελληνίδας μάνας. Ο ίδιος θυμάται τον εαυτό του να επισκέπτεται τα καλοκαίρια τους παππούδες στην Αγγλία και ο παππούς του να πηγαίνει τον Σπύρο και τα τρία αδέλφια του στο γήπεδο, για να δουν τη Λίβερπουλ.
Στην Κέρκυρα έγινε και η πρώτη του επαφή με το κολύμπι. «Ήμουν πολύ μικρός, γύρω στα 5. Δεν μπορούσα να βγάλω την πισίνα από τη μία άκρη στην άλλη. Καθόμουν στη μέση της διαδρομής, έπαιρνα ανάσες και συνέχιζα. Τη στιγμή που το κατάφερα, ένιωσα πολύ περήφανος για το κατόρθωμά μου. Η μητέρα μου, Brenda, ήταν κολυμβήτρια και με μύησε από νωρίς στο χώρο. Ήμουν κάθε μέρα στη θάλασσα, από τις 8.00 το πρωί μέχρι τις 8.00 το βράδυ. Ή θα ψάρευα με ψαροτούφεκο ή θα κολυμπούσα» θυμάται.
Ο Σπύρος, όμως, δεν πέρασε εύκολα ως παιδί. Η θάλασσα του έδινε την αίσθηση της απελευθέρωσης από τις μαθητικές υποχρεώσεις, που του είχαν γίνει εφιάλτης. «Τα μαθητικά χρόνια μου ήταν πολύ δύσκολα, λόγω της δυσλεξίας που είχα και εκείνη την εποχή δεν ήταν ευρέως γνωστή για να κάνω λογοθεραπεία και να προχωρήσω στο σχολείο. Σήμερα ευτυχώς τα πράγματα είναι αλλιώς και ένα παιδί με δυσλεξία θα αντιμετωπιστεί σωστά. Θυμάμαι πως, ενώ διάβαζα πολύ, δεν τα πήγαινα καθόλου καλά και δεν έπειθα κανέναν καθηγητή ότι προσπαθούσα. Είχα φτάσει πια στο Γυμνάσιο, όταν ένας καθηγητής εντόπισε τη δυσλεξία μου. Βέβαια, είχα ήδη διαμορφώσει τη στάση μου απέναντι στο σχολείο και το διάβασμα, επειδή ένιωθα πως προσπαθούσα για κάτι χωρίς ανταπόκριση. Ευτυχώς, ακολούθησα το κολύμπι ως επάγγελμα».
Μπορεί η μητέρα του να είναι εκείνη που τον μύησε στην κολύμβηση, αλλά η σύζυγός του, Ισμήνη Καλαντζή, κοινωνιολόγος, είναι ο άνθρωπος που τον στηρίζει στο κάθε του βήμα. Η γνωριμία τους μετρά εννέα χρόνια, ενώ παντρεύτηκαν το Σεπτέμβριο του 2012, με κουμπάρο τον προπονητή του, Νίκο Γέμελο. «Παντρεύτηκα για να είμαι με τον άνθρωπό μου την υπόλοιπη ζωή μου. Όχι πως αλλάζει κάτι με το γάμο όταν συζείς. Όμως είναι ένα μυστήριο όμορφο και ψυχολογικά δεν είναι καθόλου βάρος για μένα. Ήξερα ότι η Ισμήνη είναι ο άνθρωπός μου και το γιορτάσαμε μαζί. Για τους δικούς μας και τους φίλους μας. Η γυναίκα μου έχει κάνει θυσίες για μένα και την καριέρα μου. Η ζωή μου γυρίζει γύρω από το κολύμπι και εκείνη το κατανοεί κι έχει προσαρμόσει την καθημερινότητά της στη δική μου. Είναι τέλειο να έχεις κάποιον να σε στηρίζει σε κάθε σου προσπάθεια» λέει. «Αν κάνω παιδί, θα το προτρέψω να ασχοληθεί με το κολύμπι. Θα το βάλω στο χώρο, θα του πω κάποια πράγματα και, αν θέλει, καλώς. Τίποτα δεν γίνεται καταναγκαστικά».
Πώς είναι ως σύντροφος; «Δεν είναι εύκολο να συμβιώνεις με κάποιον όπως εγώ, ο οποίος δίνει καθημερινά αγώνα για να ξεπεράσει τον εαυτό του και που λόγω των πιέσεων η ψυχική του διάθεση είναι εξαιρετικά ευάλωτη» παραδέχεται.
Όχι πως δεν έχει βιώσει μοναξιά. Άλλωστε, από το πατρικό του έφυγε μόλις στα 17 του για τη Θεσσαλονίκη. Τον είχαν επιλέξει στο κλιμάκιο της Εθνικής Ομάδας και θέλησε να συνεχίσει σε υψηλότερο επίπεδο. «Ήταν πολύ δύσκολο, γιατί ήμουν ακόμη παιδί. Είχα όμως ένα στόχο, ήθελα να πετύχω. Η μάνα μου μου είπε να φύγω, δεν έβαλε μπροστά το συναίσθημα, παρόλο που ήταν δύσκολο για εκείνη. Είχα μόνο ένα σταθερό τηλέφωνο για να επικοινωνώ με τους γονείς μου. Υπήρξαν στιγμές που σκέφτηκα να τα παρατήσω, όμως πείσμωνα».
Ο άνθρωπος που τον βοήθησε στην προσπάθεια να κατακτήσει την κορυφή είναι ο προπονητής του, Νίκος Γέμελος, τον οποίο γνώρισε το 1999, όταν ήρθε στην Αθήνα. «Είναι φίλος μου, είναι οικογένειά μου, με έχει παντρέψει. Κάθε διάκρισή μου είναι και δική του» λέει.
Όντας σήμερα 34 ετών, η στιγμή της αποχώρησής του από τον πρωταθλητισμό δεν βρίσκεται μακριά. «Έρχεται αυτή η ώρα κι έχω αρχίσει και συμβιβάζομαι. Δεν τα παρατάω, όμως, θέλω να βελτιώνομαι αθλητικά όσο γίνεται. Ακόμα κι όταν αποχωρήσω από τον πρωταθλητισμό, θα παραμείνω στον αθλητισμό». Σε λίγο καιρό, μαζί με τον Νίκο Γέμελο, θα ανοίξουν μια ακαδημία κολύμβησης στο Ελληνικό. «Απευθυνόμαστε σε παιδιά μικρής ηλικίας που θέλουν να ασχοληθούν με το κολύμπι. Είναι ένα νέο εγχείρημα που εύχομαι να αγαπηθεί». Ένα ακόμα όνειρο είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 2016, στη Βραζιλία. «Σκαλάκι - σκαλάκι, ελπίζω να καταφέρω να βρίσκομαι εκεί και να διεκδικήσω ένα μετάλλιο. Ψυχολογικά αντέχω».
ΠΗΓΗ
Ο Έλληνας παγκόσμιος πρωταθλητής κολύμβησης στα 10 χλμ. ανοιχτής θαλάσσης και κορυφαίος αθλητής στην Ελλάδα για το 2013 κατάφερε μέσα από τον αθλητισμό να ξεπεράσει τις δυσκολίες που έζησε ως παιδί εξαιτίας της δυσλεξίας.
Πολλοί τηλεθεατές που παρακολουθούσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Λονδίνο, το 2012, δεν θα ξεχάσουν τη στιγμή που ο όμορφος Έλληνας αθλητής με τα τζίντζερ μαλλιά ξέσπασε σε αναφιλητά, μπροστά στους δημοσιογράφους, ψελλίζοντας συνεχώς «συγνώμη». Ο Σπύρος Γιαννιώτης είχε μόλις κατακτήσει την τέταρτη θέση στον τελικό των 10 χλμ. ανοιxτής θαλάσσης, με χρόνο 1:50:05.3. «Εκείνη τη στιγμή πραγματικά έσπασα. Θα σου εξηγήσω το γιατί. Φεύγεις 17 ετών από το σπίτι σου. Ονειρεύεσαι ένα μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Το έχεις απωθημένο πολλά χρόνια κι έχεις ηλικιακά περιθώρια για να το πετύχεις. Φτάνεις εκεί και ξέρεις ότι μπορείς να το καταφέρεις. Ήμουν πολύ πιεσμένος όταν βγήκα από το νερό και δεν είχα κερδίσει μετάλλιο, ένιωθα ότι απογοήτευσα πολύ κόσμο. Φίλους, γνωστούς, τον προπονητή μου, ακόμα και όσους κάθισαν να με δουν στην τηλεόραση. Απογοήτευσα και τον εαυτό μου, αλλά πρώτα βάζω τους άλλους. Ήμουν πολύ φορτισμένος. Ό,τι κάνω το κάνω από καρδιάς και με ένταση. Δεν ξέρω αν ήμουν ευαίσθητος πάντα ή έγινα με τον αθλητισμό» εξηγεί στο People ο Σπύρος, αναφερόμενος σε εκείνη τη στιγμή που κέρδισε μεν την 4η θέση, αλλά δεν ανέβηκε στο βάθρο.Γεννήθηκε στο Λίβερπουλ της Αγγλίας στις 19 Φεβρουαρίου του 1980 και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Η μητέρα του, η Aγγλίδα Brenda Sweeney, ήταν πρωταθλήτρια στην κολύμβηση, αλλά γνώρισε και ερωτεύτηκε τον πατέρα του σε διακοπές στην Κέρκυρα. «Μέσα σε δύο χρόνια, παντρεύτηκαν και σε άλλα τρία γεννήθηκα εγώ στο Λίβερπουλ» λέει ο Σπύρος, ομολογώντας πως η μαμά του, ζώντας στην Ελλάδα, πήρε όλα τα χαρακτηριστικά της υπερπροστατευτικής Ελληνίδας μάνας. Ο ίδιος θυμάται τον εαυτό του να επισκέπτεται τα καλοκαίρια τους παππούδες στην Αγγλία και ο παππούς του να πηγαίνει τον Σπύρο και τα τρία αδέλφια του στο γήπεδο, για να δουν τη Λίβερπουλ.
Στην Κέρκυρα έγινε και η πρώτη του επαφή με το κολύμπι. «Ήμουν πολύ μικρός, γύρω στα 5. Δεν μπορούσα να βγάλω την πισίνα από τη μία άκρη στην άλλη. Καθόμουν στη μέση της διαδρομής, έπαιρνα ανάσες και συνέχιζα. Τη στιγμή που το κατάφερα, ένιωσα πολύ περήφανος για το κατόρθωμά μου. Η μητέρα μου, Brenda, ήταν κολυμβήτρια και με μύησε από νωρίς στο χώρο. Ήμουν κάθε μέρα στη θάλασσα, από τις 8.00 το πρωί μέχρι τις 8.00 το βράδυ. Ή θα ψάρευα με ψαροτούφεκο ή θα κολυμπούσα» θυμάται.
Ο Σπύρος, όμως, δεν πέρασε εύκολα ως παιδί. Η θάλασσα του έδινε την αίσθηση της απελευθέρωσης από τις μαθητικές υποχρεώσεις, που του είχαν γίνει εφιάλτης. «Τα μαθητικά χρόνια μου ήταν πολύ δύσκολα, λόγω της δυσλεξίας που είχα και εκείνη την εποχή δεν ήταν ευρέως γνωστή για να κάνω λογοθεραπεία και να προχωρήσω στο σχολείο. Σήμερα ευτυχώς τα πράγματα είναι αλλιώς και ένα παιδί με δυσλεξία θα αντιμετωπιστεί σωστά. Θυμάμαι πως, ενώ διάβαζα πολύ, δεν τα πήγαινα καθόλου καλά και δεν έπειθα κανέναν καθηγητή ότι προσπαθούσα. Είχα φτάσει πια στο Γυμνάσιο, όταν ένας καθηγητής εντόπισε τη δυσλεξία μου. Βέβαια, είχα ήδη διαμορφώσει τη στάση μου απέναντι στο σχολείο και το διάβασμα, επειδή ένιωθα πως προσπαθούσα για κάτι χωρίς ανταπόκριση. Ευτυχώς, ακολούθησα το κολύμπι ως επάγγελμα».
Μπορεί η μητέρα του να είναι εκείνη που τον μύησε στην κολύμβηση, αλλά η σύζυγός του, Ισμήνη Καλαντζή, κοινωνιολόγος, είναι ο άνθρωπος που τον στηρίζει στο κάθε του βήμα. Η γνωριμία τους μετρά εννέα χρόνια, ενώ παντρεύτηκαν το Σεπτέμβριο του 2012, με κουμπάρο τον προπονητή του, Νίκο Γέμελο. «Παντρεύτηκα για να είμαι με τον άνθρωπό μου την υπόλοιπη ζωή μου. Όχι πως αλλάζει κάτι με το γάμο όταν συζείς. Όμως είναι ένα μυστήριο όμορφο και ψυχολογικά δεν είναι καθόλου βάρος για μένα. Ήξερα ότι η Ισμήνη είναι ο άνθρωπός μου και το γιορτάσαμε μαζί. Για τους δικούς μας και τους φίλους μας. Η γυναίκα μου έχει κάνει θυσίες για μένα και την καριέρα μου. Η ζωή μου γυρίζει γύρω από το κολύμπι και εκείνη το κατανοεί κι έχει προσαρμόσει την καθημερινότητά της στη δική μου. Είναι τέλειο να έχεις κάποιον να σε στηρίζει σε κάθε σου προσπάθεια» λέει. «Αν κάνω παιδί, θα το προτρέψω να ασχοληθεί με το κολύμπι. Θα το βάλω στο χώρο, θα του πω κάποια πράγματα και, αν θέλει, καλώς. Τίποτα δεν γίνεται καταναγκαστικά».
Πώς είναι ως σύντροφος; «Δεν είναι εύκολο να συμβιώνεις με κάποιον όπως εγώ, ο οποίος δίνει καθημερινά αγώνα για να ξεπεράσει τον εαυτό του και που λόγω των πιέσεων η ψυχική του διάθεση είναι εξαιρετικά ευάλωτη» παραδέχεται.
Όχι πως δεν έχει βιώσει μοναξιά. Άλλωστε, από το πατρικό του έφυγε μόλις στα 17 του για τη Θεσσαλονίκη. Τον είχαν επιλέξει στο κλιμάκιο της Εθνικής Ομάδας και θέλησε να συνεχίσει σε υψηλότερο επίπεδο. «Ήταν πολύ δύσκολο, γιατί ήμουν ακόμη παιδί. Είχα όμως ένα στόχο, ήθελα να πετύχω. Η μάνα μου μου είπε να φύγω, δεν έβαλε μπροστά το συναίσθημα, παρόλο που ήταν δύσκολο για εκείνη. Είχα μόνο ένα σταθερό τηλέφωνο για να επικοινωνώ με τους γονείς μου. Υπήρξαν στιγμές που σκέφτηκα να τα παρατήσω, όμως πείσμωνα».
Ο άνθρωπος που τον βοήθησε στην προσπάθεια να κατακτήσει την κορυφή είναι ο προπονητής του, Νίκος Γέμελος, τον οποίο γνώρισε το 1999, όταν ήρθε στην Αθήνα. «Είναι φίλος μου, είναι οικογένειά μου, με έχει παντρέψει. Κάθε διάκρισή μου είναι και δική του» λέει.
Όντας σήμερα 34 ετών, η στιγμή της αποχώρησής του από τον πρωταθλητισμό δεν βρίσκεται μακριά. «Έρχεται αυτή η ώρα κι έχω αρχίσει και συμβιβάζομαι. Δεν τα παρατάω, όμως, θέλω να βελτιώνομαι αθλητικά όσο γίνεται. Ακόμα κι όταν αποχωρήσω από τον πρωταθλητισμό, θα παραμείνω στον αθλητισμό». Σε λίγο καιρό, μαζί με τον Νίκο Γέμελο, θα ανοίξουν μια ακαδημία κολύμβησης στο Ελληνικό. «Απευθυνόμαστε σε παιδιά μικρής ηλικίας που θέλουν να ασχοληθούν με το κολύμπι. Είναι ένα νέο εγχείρημα που εύχομαι να αγαπηθεί». Ένα ακόμα όνειρο είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 2016, στη Βραζιλία. «Σκαλάκι - σκαλάκι, ελπίζω να καταφέρω να βρίσκομαι εκεί και να διεκδικήσω ένα μετάλλιο. Ψυχολογικά αντέχω».
ΠΗΓΗ